Στον 12ο τακτικό ανακριτή προκειμένου να απολογηθεί για τη δολοφονία της 31χρονης συζύγου του μέσα στο διαμέρισμά τους στη Δάφνη οδηγήθηκε ο 39χρονος. Συγγενείς του θύματος βρίσκονταν στην Ευελπίδων: Του πέταξαν μπουκάλια και πρόλαβαν να τον χτυπήσουν προτού φυγαδευτεί από τους αστυνομικούς.
Ο εισαγγελέας έχει ασκήσει ποινική δίωξη για ανθρωποκτονία με δόλο σε ήρεμη ψυχική κατάσταση και για οπλοφορία-οπλοχρησία. Μετά την απολογία αναμένεται να αποφασιστεί εάν θα προφυλακιστεί ή όχι.
Η ιατροδικαστική έκθεση αναφέρει ότι ο 39χρονος μαχαίρωσε δύο φορές τη γυναίκα του στο λαιμό ενώ εκείνη κοιμόταν. Ο θάνατος δεν ήταν ακαριαίος, αλλά χρειάστηκαν πέντε περίπου λεπτά. Στους αστυνομικούς στους οποίους παραδόθηκε είπε ότι η ζήλια του όπλισε το χέρι.
Πληροφορίες σχετικά με το περιεχόμενο της προανακριτικής του απολογίας αναφέρουν ότι ο συζυγοκτόνος περιέγραψε ακριβώς τη δολοφονία. Όπως φέρεται να είπε, παρακολουθούσε το κινητό της με «κοριό» και είχε αποδείξεις ότι εκείνη συνομιλούσε με κάποιον άλλον άνδρα.
Έτσι, το πρωί της περασμένης Παρασκευής, αφού προηγήθηκε διαπληκτισμός, πήγε τον 11χρονο γιο τους να παίξει μπάλα και επέστρεψε στο διαμέρισμα. Τα όσα περιέγραψε είναι σοκαριστικά:
«Για 10 λεπτά είχα θολώσει και γύριζε το μυαλό με αυτά που είχα ακούσει. Πήγα στην κουζίνα, πήρα ένα μαχαίρι από το συρτάρι. […] Μπήκα στο δωμάτιο της, εκείνη κοιμόταν ανάσκελα και απευθείας όρμησα πάνω της, ξάπλωσα πάνω της και την κάρφωσα με την μύτη του μαχαιριού μία φορά στο λαιμό.
»Εκείνη τότε ξύπνησε άρχισε να φωνάζει: “Πεθαίνω”, και με το αριστερό χέρι της έκλεισα το στόμα. Έτσι αριστερά από το κεφάλι της και με τα δύο μου χέρια της έκλεισα το στόμα γιατί φώναζε. Μετά από περίπου ένα λεπτό εκείνη σταμάτησε να αντιστέκεται και να φωνάζει.
»Σηκώθηκα πήγα στο μπάνιο γιατί ήμουν γεμάτος αίματα. Φορούσα μία κοντομάνικη μπλούζα με ρίγες, την έβγαλα και την πέταξα στο καλάθι με τα άπλυτα. Ξέπλυνα στο νιπτήρα τα χέρια μου και το πρόσωπο φόρεσα τα ρούχα που φοράω τώρα και έκλεισα την πόρτα του δωματίου».
Ακολούθως ο καθ’ ομολογία συζυγοκτόνος πήγε στο σπίτι της αδελφής του με το μηχάνημα καταγραφής, για να ακούσουν μαζί τις συνομιλίες. Στη συνέχεια, αν και της δήλωσε ότι πηγαίνει για δουλειά, κατευθύνθηκε στο Αστυνομικό Τμήμα της Δάφνης προκειμένου να παραδοθεί.
«Ό,τι έκανα το έκανα γιατί γυρνούσε στο μυαλό μου αυτή η συνομιλία. Δεν μπορούσα να αντέξω ότι η γυναίκα που αγαπούσα έκανε αυτά που έκανε μέσα στο σπίτι μας. Μακάρι να γυρνούσα το χρόνο πίσω, να ξανασκεφτώ αυτά τα 10 λεπτά», φέρεται να κατέθεσε.
Οι γείτονες στην πολυκατοικία της Δάφνης είχαν ακούσει πολλές φορές το ζευγάρι να τσακώνεται έντονα. Μάλιστα, περίπου τρεις εβδομάδες πριν από τη δολοφονία γειτόνισσα τηλεφώνησε στην αστυνομία δηλώνοντας επωνύμως ότι ακούει φωνές για βοήθεια.
Ωστόσο, οι αστυνομικοί που έλαβαν το σήμα «για υψηλής προτεραιότητας περιστατικό» έφτασαν 25 λεπτά αργότερα και δεν βγήκαν καν από το περιπολικό, ισχυριζόμενοι ότι δεν υπήρχε κανείς για να τους υποδείξει το πού έπρεπε να επέμβουν. Οι ένστολοι έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα, ενώ σε βάρος τους έχει ξεκινήσει εισαγγελική έρευνα.