Ο Νίκος Καπετανίδης ήταν ένας από τους πολλούς της αφρόκρεμας του ποντιακού ελληνισμού που άφησαν την τελευταία τους πνοή στις αγχόνες των Νεότουρκων, δικασμένοι και καταδικασμένοι σε θάνατο από τα διαβόητα Δικαστήρια Ανεξαρτησίας της Αμάσειας, που δεν ήταν παρά ένας ακόμα τρόπος φυσικής εξόντωσης κατά τη δεύτερη και πιο σκληρή φάση της Γενοκτονίας των Ποντίων.
Στα Δικαστήρια Ανεξαρτησίας οδηγήθηκαν οι εχθροί του καθεστώτος.
Τα κείμενα του εκδότη της εφημερίδας Εποχή, ο οποίος απαγχονίστηκε το 1921, στηλίτευαν ακριβώς αυτό το καθεστώς, γεμάτο από εγκλήματα κατά των χριστιανικών μειονοτήτων της καταρρέουσας Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (Έλληνες, Αρμένιοι, Ασσύριοι). Ταυτόχρονα ήταν και ένα φλογερό κάλεσμα για την ανεξαρτησία του Πόντου.
Το 1919 οι Νεότουρκοι, που εξέθρεψαν τις ληστοσυμμορίες του Τοπάλ Οσμάν στην Κερασούντα και του Κιαγχιά στην Τραπεζούντα, θέλησαν να επιβάλει λογοκρισία στις ελληνικές εφημερίδες.
Την 1η Αυγούστου εκείνης της χρονιάς ο Νίκος Καπετανίδης δημοσίευσε ένα άρθρο σχετικά με τις πληροφορίες που είχαν αρχίσει να διακινούνται:
«Λογοκρισία λοιπόν! Αυτόν τον ψίθυρον ακούομεν χθες και σήμερον και μας φαίνεται περίεργον πώς το μανθάνομεν τελευταίοι… Αν είναι ακριβής η είδησις, αισθανόμεθα εκ των προτέρων πόσον σκληρά θα μας πλήξει το ψαλίδωμα του λογοκριτού. Οι αναγνώσται των εφημερίδων ας ετοιμασθούν να ίδουν κενά εις τας στήλας των και ας ασκηθούν εις μαντικήν δύναμιν. Ευχόμεθα εις τούτους εκ ψυχής και εκ καρδίας να μην υποστώμεν το ανηλεές αυτό ψαλίδωμα. Και όμως το φοβούμεθα τόσον πολύ».
Πάντως οι Νεότουρκοι, αν και υπήρξαν ανειλικρινείς όσον αφορά την τήρηση των διατάξεων του Συντάγματός τους για ελευθερία, ισότητα και δικαιοσύνη, τελικά δεν προχώρησαν σε ανοιχτή επιβολή λογοκρισίας. Την επέβαλαν όμως έμμεσα, όπως με την «επίσκεψη» του σφαγέα των Ποντίων Τοπάλ Οσμάν στον Νίκο Καπετανίδη.