Η Τουρκία βρίσκεται στο κρίσιμο σημείο να ξεφύγει από την «Παγίδα του Θουκυδίδη» και να καταστεί επικίνδυνη όχι, μόνο, για τον ελληνικό κόσμο αλλά τον κόσμο ολόκληρο. Είναι εντυπωσιακή η εμμονή με την οποία ο Ερντογάν και το τουρκικό σύστημα υλοποιούν τον στόχο να καταστήσουν την χώρα τους μία από τις δέκα δυνάμεις παγκοσμίως.
Ως «Παγίδα του Θουκυδίδη» ορίζεται η κρίσιμη περίοδος που μια δύναμη δείχνει να απειλεί την ισορροπία του διεθνούς συστήματος και οι άλλες, ισχυρότερες δυνάμεις πέφτουν πάνω της και την σταματούν.
Εδώ και καιρό η Τουρκία βρίσκεται σ’ αυτό το κρίσιμο σημείο αλλά καταφέρνει και δεν πέφτει στην παγίδα. Δεν μπορούν να την σταματήσουν. Αν το ξεπεράσει δεν θα μπορούν άλλες δυνάμεις να την επηρεάσουν και θα αποκτήσει δική της δυναμική. Θα καταστεί επικίνδυνη.
Αρκετοί θεωρούν πως η κρίσιμη κατάσταση της οικονομίας της είναι ένα σημείο που μπορεί η Τουρκία να ελεγχθεί από τις ισχυρότερες δυνάμεις. Αλλά, σε αντίθεση με τους λιλιπούτειους Έλληνες πολιτικούς, η Τουρκία αποφεύγει να προσφύγει στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο όπου θα της τεθούν όροι αιχμαλωσίας και αναζητά –και συνήθως βρίσκει– λύσεις σε άλλες χώρες. Τη βοηθούν, παραχωρεί οφέλη αλλά δεν την αιχμαλωτίζουν όπως έγινε με την ελληνική περίπτωση.
Είναι θλιβερή η σύγκριση, σε βάρος της Ελλάδας, του τρόπου με τον οποίο οι δύο χώρες αντιμετωπίζουν την οικονομική κρίση τους. Στην Τουρκία αναγνωρίζεται βαθμός ελευθερίας διότι διαχειρίζεται με επιτυχία τις επιπτώσεις στις ευρωπαϊκές χώρες ενδεχόμενης κατάρρευσής της. Στην ελληνική περίπτωση η πολιτική και οικονομική ηγεσία της χώρας δεν κατάλαβαν καν τι συμβαίνει. Προσήλθαν στη φάκα με την πρώτη θέα του τυριού. Σήμερα το χρέος της χώρας το κρατούν δυνάμεις που ελέγχουν την κυριαρχία της. Ας μην έχουμε ψευδαισθήσεις.
Η Ελλάδα είναι χώρα μειωμένης κυριαρχίας. Μοιάζει περισσότερο με χώρο που διοικείται από τοποτηρητές παρά πολιτικούς ηγέτες.
Είναι παραδομένη, κυρίως, στις ΗΠΑ και όχι στη Γερμανία όπως πολλοί νομίζουν. Μάλιστα, το Βερολίνο από καιρού εις καιρόν δείχνει την δυσαρέσκειά του προς την Αθήνα για το βαθμό εξάρτησής της από την Ουάσιγκτον και της διαμηνύει πως όταν αρχίσουν να επανισχύουν οι προβλέψεις των μνημονίων θα λογαριαστούν.
Τη δυσαρέσκειά της η Γερμανία τη δείχνει προς την Αθήνα και με τις διπλωματικές της κινήσεις που αφήνουν έξω την Ελλάδα από μείζονος σημασίας ζητήματα όπως το λιβυκό στις διασκέψεις για το οποίο η Αθήνα δεν προσκαλείται.
Οι κυβερνήσεις Τσίπρα και Μητσοτάκη ενώ παραχώρησαν στις Ηνωμένες Πολιτείες όσα τις ζητήθηκαν, δεν έχουν πάρει στην ουσία τίποτε που να διασφαλίζει την ακεραιότητα της χώρας. Αντιθέτως, και στο Κυπριακό και στα άλλα ζητήματα που εγείρει η γειτονική χώρα, οι Ηνωμένες Πολιτείες κρατούν μια ευμενή –το ευμενής πάει στα λόγια– ουδετερότητα.
Το τελευταίο διάστημα η Τουρκία με δύο κινήσεις αποδόμησε την Αθήνα:
- Η μια ήταν το τουρκολιβυκό μνημόνιο. Παράνομο, ξεπαράνομο, παράγει αποτελέσματα.
- Η άλλη ήταν το «άνοιγμα» της Αμμοχώστου.
Και οι δύο κινήσεις ήταν, απολύτως, προβλέψιμες.
Ερωτήματα:
- Αδιαφόρησε η Αθήνα;
- Δεν μπόρεσε να αντιδράσει προληπτικά;
- Είναι οι κινήσεις αυτές μέρος ενός συμπεφωνημένου παιχνιδιού;
Ό,τι και να συμβαίνει αποκαλύπτονται τα τεράστια κενά της Αθήνας στην παραγωγή και υλοποίηση εξωτερικής πολιτικής. Η χώρα διολισθαίνει σε επικίνδυνες παραχωρήσεις στην Τουρκία. Και κανείς από το γενικότερο σύστημα δεν φαίνεται να αντιδρά. Έχουν αποδεχθεί την εξαρτημένη μοίρα τους; Είναι, απλώς, τοποτηρητές; Τελείωσε η Ελλάδα ως χώρα;
Υπάρχουν δύο σοβαροί λόγοι που παραπέμπουν, για την Ελλάδα, στο ανησυχητικό συμπέρασμα περί χώρας με μειωμένη κυριαρχία.
Ο ένας είναι όλα όσα προβλέφθηκαν στα μνημόνια. Και ο άλλος στην έλλειψη βούλησης της πολιτικής ηγεσίας να αλλάξει ρότα και να αποφασίσει πως θα υπερασπίσει την χώρα με την ενίσχυση των Ενόπλων Δυνάμεων και την δήλωση πως θα καταστήσει, αν χρειαστεί, τον ευρύτερο χώρο από το Αιγαίο ως την Μέση Ανατολή ασταθή αν υποστεί η Ελλάδα κάποια μείωση της κυριαρχίας της.
Τα δόγματα με τα οποία κινείται μέχρι σήμερα η Αθήνα, του καλού και υπάκουου, μπορεί να κερδίζουν ψηφίσματα σε διεθνείς οργανισμούς, δεν παράγουν, όμως, σοβαρά αποτελέσματα προάσπισης της χώρας. Πρέπει να αλλάξουν και η κατεύθυνση της αλλαγής αυτής είναι μια δυναμικότερη και αποφασιστικότερη δυναμική παρουσία. Διαφορετικά, η ακεραιότητα της χώρας απειλείται.
Τι σημαίνει δυναμικότερη παρουσία;
Η εξέλιξη με το Βαρώσι δείχνει μια διεθνή συνομωσία σε βάρος του κυπριακού. Αμερικανοί, Ρώσοι, Ευρωπαίοι και Τούρκοι επιχειρηματίες είναι έτοιμοι να επενδύσουν για να καταστήσουν την Αμμόχωστο το Λας Βέγκας της Ανατολικής Μεσογείου. Αυτό που κάποτε ήταν η Βηρυτός. Δεν υπάρχει περίπτωση να ετοιμάζονται τέτοια οικονομικά σχέδια χωρίς πολιτική κάλυψη.
Τον ρόλο της εμπροσθοφυλακής τον ανέλαβε ο Ερντογάν. Οι λοιποί δείχνουν, τύποις ότι σέβονται το διεθνές δίκαιο και τον καταγγέλλουν στο Συμβούλιο Ασφαλείας του ΟΗΕ αλλά ετοιμάζονται να συνδράμουν. Τίποτε δεν αποκλείει συνεργοί στο παιχνίδι αυτό να είναι η ελληνική και η κυπριακή κυβέρνηση. Την άποψη αυτή ενισχύει το γεγονός ότι ενώ η πολιτική που ακολουθούν είναι αδιέξοδη, επιμένουν σ αυτήν και αποκλείουν κάθε ιδέα πολιτικής και στρατιωτικής αλλαγής των δεδομένων.
Με μια μοιρολατρική λογική την εξέλιξη αυτή την αποδέχεται και η πλειοψηφία των Ελλήνων και Κυπρίων εν ονόματι, δήθεν, της ειρήνης και της ηρεμίας στην περιοχή. Αλλά ούτε ειρήνη, ούτε ηρεμία θα επέλθει.
Τα πράγματα δεν είναι αισιόδοξα διότι και δεν υπάρχουν πολιτικές δυνάμεις που να μπορούν να διεκδικήσουν εξουσία και να εφαρμόσουν άλλη πολιτική και αν υπάρξουν δεν έχουν καμιά τύχη, δεδομένου ότι όλο το μιντιακό σύστημα είναι ενταγμένο στην πολιτική που προδιαγράφηκε.
Ο Ερντογάν έχει επιβληθεί ως κυρίαρχος παίκτης αυτού του παιχνιδιού. Ενδεχομένως να μην τον ήθελαν αλλά τους επιβλήθηκε.
Έχει καταστήσει την Τουρκία να είναι αυτήν την στιγμή η μόνη δύναμη που απαιτεί, επιβάλλει και κερδίζει. Ευρώπη και Αμερική βρίσκονται σε παρακμή και ουσιαστικά τον ανέχονται, αναγκαστικά. Για την Ελλάδα δεν γίνεται λόγος διότι δεν υφίσταται ως υπολογίσιμη δύναμη.
Είναι χαρακτηριστικό πως ο Ερντογάν με τους Γκρίζους Λύκους του Μπαχτσελί και την ενεργοποίηση της ΜΙΤ και άλλων τουρκικών θεσμών, απειλεί τούρκους υπηκόους και όποιον άλλον δεν είναι αρεστός στο καθεστώς του, σε όλη την Ευρώπη χωρίς οι ευρωπαϊκές χώρες να κάνουν κάτι που να περιορίζει την τουρκική τρομοκρατική δράση.
Απειλούν, στα λόγια, να τον αντιμετωπίσουν με κυρώσεις αλλά δεν θα το κάνουν. Και τον φοβούνται αλλά και οι ίδιες οι πολιτικές ηγεσίες των ευρωπαϊκών χωρών είναι υπάλληλοι των οικονομικών κέντρων τους. Όλες αυτές οι χώρες έχουν υψηλό βαθμό εξάρτησης από την Τουρκία λόγω των επενδύσεων σ αυτήν.
Στην Ελλάδα δεν υπάρχει σήμερα ούτε πολιτική προσωπικότητα ούτε πολιτική ομάδα που να μπορεί να αναλύσει και να αντιμετωπίσει αυτήν την κατάσταση με την διαμόρφωση μιας άλλης, από την ακολουθούμενη, πολιτική.
Ο κ Μητσοτάκης, όπως προηγουμένως και ο κ. Τσίπρας, εμφανίζεται ελλιπής και δεδομένος. Είναι πρόθυμος να ικανοποιήσει οποιαδήποτε ευρωπαϊκή ή αμερικανική επιθυμία αρκεί να μην αμφισβητηθεί η πολιτική του κυριαρχία.
Το αποτέλεσμα μιας τέτοιας νοοτροπίας του πολιτικού συστήματος είναι νομοτελειακό. Η χώρα θα χάσει. Και θα χάσει σοβαρά.