Και τι δεν θα έδιναν οι Μεγάλες Δυνάμεις, αλλά και οι περιφερειακοί δρώντες, προκειμένου να τους είχε απονείμει η Ιστορία μια προνομιακή θέση στην Κύπρο. Και τι δεν θα έδιναν για να είναι στη θέση του ελληνικού κράτους, ούτως ώστε να μπορούν να έχουν την πλήρη νομιμοποίηση και δυνατότητα προβολής ισχύος, καθώς και αποκόμισης στρατηγικών πλεονεκτημάτων από ένα εκ των σημαντικότερων γεωγραφικών ζωνών του πλανήτη.
Εμείς διαθέτουμε αυτό το προνόμιο, αλλά επιμένουμε να το απεμπολούμε και να το αρνούμαστε, όπως στην παλιά ελληνική ταινία στην οποία το αφεντικό προσέφερε 4.000 δραχμές στον υπάλληλό του, αλλά αυτός τις αρνιόταν γιατί… χρειαζόταν 3.000 και τα υπόλοιπα χρήματα δεν θα ήξερε τι να τα κάνει!
Ιστορίες τρέλας, παραφροσύνης και άκρατου ανορθολογισμού ενός ελληνικού κράτους το οποίο επιμένει να βλέπει την Κύπρο πιο μακριά απ’ ό,τι έβλεπαν οι Βρετανοί τα Φόκλαντ εν έτει 1982.
Κάπως έτσι οδηγούμαστε εκουσίως στην έξοδο από τη Μεγαλόνησο, αφήνοντας το περιθώριο στους πρόθυμους Τούρκους να εδραιώνουν την παρουσία τους διά του παράνομου Αεροδρομίου Τύμπου και της επίσης απαράδεκτης βάσης μη επανδρωμένων αεροσκαφών στο Λευκόνοικο.
Τα απόνερα των εν λόγω εξελίξεων καθίστανται ήδη ορατά, με τουρκικά UAVs να απογειώνονται από τα κατεχόμενα και να «σκανάρουν» τη θαλάσσια περιοχή έως και τη Ρόδο, ελάχιστες ώρες μετά την προκλητική παράσταση του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν με αφορμή τις ανακοινώσεις του για το άνοιγμα μέρους της Αμμοχώστου.
Την ίδια στιγμή, εμείς εξακολουθούμε να παρακολουθούμε ενεοί, αποφεύγοντας έστω τη μεταστάθμευση μιας μοίρας πολεμικών αεροσκαφών στην Κύπρο κατά τη διάρκεια της παρουσίας Ερντογάν ή και την κινητοποίηση των περιφερειακών ευθυγραμμισμένων με τα συμφέροντά μας δρώντων, όπως το Ισραήλ ή η Αίγυπτος. Εξάλλου, είναι προφανές ότι ο στόχος ιδιαίτερα της βάσης στο Λευκόνοικο δεν είναι μόνο η Ελλάδα…
Έναντι της Κύπρου, η Ελλάδα έχει ηθική, εθνική, στρατηγική και νομική υποχρέωση ως εγγυήτρια δύναμη. Έχει την υποχρέωση να διατηρεί ορατή μια λύση συνυφασμένη με το διεθνές δίκαιο, τις αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, αλλά και την ανάγκη διατήρησης της ειρήνης και της σταθερότητας στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου.
Με αυτόν τον τρόπο, προσφέρεται στην Ελλάδα ένα ισχυρό πλέγμα στρατηγικής και διπλωματικής νομιμοποίησης, το οποίο συνδυάζεται με την αδιαλλαξία και την επιθετικότητα της Άγκυρας επαληθευόμενη καθημερινά και όσον αφορά το Κυπριακό.
Επιβεβαιώθηκε πριν από τρεις περίπου μήνες κατά την Πενταμερή Διάσκεψη στη Γενεύη για το Κυπριακό. Επιβεβαιώνεται και μέσω της μεταστροφής της στάσης της Τουρκίας υπέρ της «λύσης των δύο κρατών» στην Κύπρο, ένα αίτημα που μετρά δεκαετίες σε ορισμένους κύκλους της Τουρκίας, αλλά ουδέποτε έγινε πραγματικά αποδεκτό από την τουρκική ηγεσία, η οποία παραμένει στην νταβουτόγλεια θέση ότι η Τουρκία οφείλει να ενδιαφέρεται για τη συντήρηση κυπριακού προβλήματος, με απώτερο σκοπό τον έλεγχο συνολικά της νήσου.
Η Τουρκία επιδιώκει διαχρονικά μια λύση ακριβώς σε αυτή την κατεύθυνση, δηλαδή τον συνολικό έλεγχο, τόσο μέσω της παράνομης εισβολής και κατοχής, όσο και μέσω της προώθησης της λύσης της «διζωνικής-δικοινοτικής με πολιτική ισότητα».
Όμως, σε τι είδους «πολιτική ισότητα» αναφερόμαστε; Σε μια λύση «Απαρτχάιντ», με την οποία θα εξισώνεται το 82% του πληθυσμού με το 18%; Στην απονομή ίσων δικαιωμάτων διοίκησης κατά παρέκκλιση κάθε δημοκρατικής αρχής; Στην απόκτηση από τους Τουρκοκυπρίους δικαιωμάτων αρνησικυρίας στο σύστημα λήψης αποφάσεων; Στη νομιμοποίηση των αποτελεσμάτων της τουρκικής παράνομης εισβολής και κατοχής; Στην παραγραφή των εγκλημάτων πολέμου και των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας του Αττίλα;
Αυτή θα είναι η «πολιτική ισότητα»; Να θέσουμε ουσιαστικά την Τουρκία τοποτηρητή της Κύπρου;
Είναι γνωστό, εξάλλου, ότι εξαιτίας της φυγής μεγάλου μέρους των γηγενών Τουρκοκυπρίων τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά και της έλευσης δεκάδων χιλιάδων εποίκων, για την αποχώρηση των οποίων δεν ακούμε τίποτα ειρήσθω εν παρόδω, αυτοί οι άνθρωποι εκπροσωπούν τα συμφέροντα της Άγκυρας και θα συνεχίσουν να τα εκπροσωπούν. Δεν έχουν συνείδηση Κυπριακής Δημοκρατίας.
Συζητούμε, συνεπώς, για «πολιτική ισότητα», αλλά δεν καταλαβαίνουμε τα βασικά ή προσποιούμαστε ότι δεν καταλαβαίνουμε, όταν «πεφωτισμένοι» πολιτικοί μας έχουν καταντήσει να υποστηρίζουν ότι «αν το σχέδιο Ανάν είχε γίνει αποδεκτό η Αμμόχωστος θα είχε επιστραφεί εδώ και 17 χρόνια».
Έως εκεί φθάνει η «σοφία» τους… Να θεωρούν ότι με το σχέδιο Ανάν το μείζον ήταν η παραχώρηση εδάφους, και όχι η άλωση μιας κρατικής οντότητας και η απέκδυσή της από κάθε δημοκρατική αρχή, με τελικό στόχο τη μετατροπή της σε νεοοθωμανική επαρχία. Είναι οι ίδιοι που χαιρέκακα ανέφεραν ότι «δεν θα υπάρξει δεύτερη ευκαιρία» και έκτοτε έχουν παρουσιαστεί γεωστρατηγικές ευκαιρίες χάραξης ενός οδικού χάρτη για μια πραγματική λύση, αλλά η Αθήνα επιμένει να γυρνά την πλάτη της, αναπολώντας… το σχέδιο Ανάν.
Το Κυπριακό συνιστά ζήτημα ισορροπίας ισχύος, συμπεριλαμβανομένων των αποφάσεων της ελλαδικής πλευράς που αθροίζονται και αυτές στην ισχνή θέση της Αθήνας. Δημιουργήθηκε και διογκώθηκε με άξονα την ισορροπία ισχύος, εξελίσσεται σε αντιπαραβολή με την ισορροπία ισχύος και θα «επιλυθεί» με τον όποιο τρόπο μέσω ζυμώσεων στο επίπεδο της ισορροπίας ισχύος.
Η Ελλάδα δικαιούται, νομιμοποιείται και υποχρεούται να είναι ενεργητικός και διαμορφωτικός παράγοντας αυτής της πορείας των εξελίξεων. Όμως, το κρίσιμο ζήτημα είναι αν το επιθυμεί.