Ο γάμος στην ποντιακή διάλεκτο λέγεται xαρά, αποδίδοντας το μέτρο της χαράς και της ευτυχίας που αναλογεί στο γεγονός. Πράγματι, έφερνε χαρά, όχι μόνο στους μελλόνυμφους, στις οικογένειες και στους συγγενείς τους, αλλά και σε όλα τα μέλη της κοινωνίας όπου ζούσε το ζευγάρι.
Σ’ ένα τόσο σημαντικό γεγονός το τραπέζι όπου όλοι θα έτρωγαν άφθονα και εκλεκτά φαγητά είχε ιδιαίτερη σημασία.
Παρατηρώντας, όμως, τα παραδοσιακά γαμήλια φαγητά του Πόντου διαπιστώνουμε πως ορισμένα δεν θα ταίριαζαν σε μια τόσο επίσημη τράπεζα. Μάλιστα, αυτά τα φαγητά δεν τρώγονταν μόνο από τους νεόνυμφους και από τους σπουδαιότερους συνδαιτυμόνες, αλλά προσφέρονταν και ως γαμήλια δώρα.
Τα φαγητά
Έτσι από τα πλέον γνωστά γαμήλια φαγητά ήταν η κότα (κοσσάρα) και η ομελέτα, το φούστορον. Στα χωριά της Αμισού πριν από τον εσπερινό του Σαββάτου, την παραμονή του γάμου, οι συγγενείς της νύφης έστελναν στην εκκλησία ψωμί και ομελέτα για τους εκκλησιαζόμενους.
Στη Λιβερά στους συνοδούς της νύφης, νονά και στενούς συγγενείς, στη διάρκεια του δεύτερου γαμήλιου συμποσίου που γινόταν στο σπίτι του γαμπρού, πρόσφεραν –εκτός των άλλων– και κότα βραστή που είχε στη σάρκα της κεριά μπηγμένα.
Στην Αργυρούπολη, πάλι, μετά την τελετή του γάμου, στο νυφείο που ήταν ένα ιδιαίτερο δωμάτιο για τη νύφη στο σπίτι του γαμπρού, προσφερόταν στους μελόνυμφους φούστορον. Την επομένη του γάμου σε πολλά μέρη του Πόντου οι νιόπαντροι έτρωγαν στο πρώτο τους πρόγευμα, ανάμεσα στ’ άλλα φαγητά, και φούστορον, απ’ όπου προήλθε και η παροιμιώδης φράση «γάμπρε, φούστορον τρως;»
Σε πολλά μέρη της Χαλδίας όταν ο γαμπρός μαζί με τους φίλους του επισκεπτόταν τον κουμπάρο για να τον προσκαλέσει στο γάμο τού πήγαινε δώρο ένα κριάρι που του είχαν χρυσώσει τα κέρατα. Ο κουμπάρος, που τους υποδεχόταν στη θύρα της οικίας του, τους πρόσφερε ρακί, κομμάτια από ψητή όρνιθα και ομελέτα.
Επίσης σε χωριά της Χαλδίας, μετά την τέλεση του γάμου, όταν οι νεόνυμφοι έφταναν στην πόρτα του νέου τους σπιτικού –που ήταν το πατρικό του γαμπρού– τους πρόσφεραν φούστορον.
Ο συμβολισμός
Aπό τα παλαιά χρόνια η κότα, όπως άλλωστε και ο κόκορας, ήταν γνωστά ως τα κατεξοχήν γονιμικά σύμβολα. Λόγω αυτής τους της ιδιότητας δικαιολογείται και η τόσο συχνή παρουσία τους ως βασικά κεντητικά θέματα πάνω σε νυφιάτικα στρωσίδια και σε εξαρτήματα της νυφιάτικης φορεσιάς, ιδιαιτέρως πάνω στο πουκάμισο.
Την έννοια της γονιμότητας εκφράζει και το αυγό, το οποίο ως πηγή ζωής που είναι έχει ήδη από την αρχαιότητα διαδραματίσει πρωταρχικό ρόλο σε πολλούς κοσμογονικούς μύθους. Γνωστή είναι από την αρχαία ελληνική μυθολογία η γέννηση από αυγό τόσο της ωραίας Ελένης, όσο και των Διοσκούρων.
Οι αρχαίοι Έλληνες θεωρούσαν το αυγό και ως σύμβολο του Ασκληπιού, του θεού της Ιατρικής. Αλλά τα αυγά στους αρχαίους προγόνους μας είχαν σχέση και με τη λατρεία των νεκρών. Δεν ήταν συνυφασμένα μόνο με τη ζωή, αλλά και με το θάνατο, μιας και από κάτι που φαινομενικά είναι νεκρό βγαίνει καινούργια ζωή.
Γι’ αυτό το αυγό κατέχει σπουδαία θέση και στις γιορτές του Πάσχα, γιατί με την Ανάσταση υπογραμμίζεται ο θρίαμβος της ζωής ενάντια στο θάνατο.
Στον Πόντο εξαιρετική ιδιότητα πίστευαν πως έχουν τα ευαγγελισμένα αυγά, αυτά που πήγαιναν στην εκκλησία όταν διάβαζε ο ιερέας τα Δώδεκα Ευαγγέλια. Το πρώτο αυγό μάλιστα που έβαφαν τη Μ. Πέμπτη, αφού το διάβαζαν, το έβαζαν στο εικονοστάσι για τρία ή επτά χρόνια και μετά το έδιναν να το κρατούν πάνω τους οι εγκυμονούσες που είχαν προβλήματα, για να μην αποβάλουν.
Συνεπώς, η παρουσία της κότας και του αυγού στα γαμήλια εδέσματα του Πόντου αποτελεί κατάλοιπο ενός παμπάλαιου εθίμου, που είχε ως σκοπό να ενισχύσει ενεργειακά και να μεταδώσει τη γονιμότητα στους νέους που θα άρχιζαν τη μέρα του γάμου τους την κοινή τους ζωή.
Θωμαΐς Κιζιρίδου