Η Τουρκία διαβλέπει ότι οι εξελίξεις στη Λιβύη δεν προχωρούν, όπως ακριβώς ανέμενε. Όπως όλοι θυμόμαστε και διαμέσου των δηλώσεων της Υπουργού Εξωτερικών της Λιβύης ενώπιον του Μεβλούτ Τσαβούσογλου, πλέον κοινή γραμμή της μεταβατικής λιβυκής Κυβέρνησης, αλλά και των υπολοίπων παραδοσιακών δυνάμεων με λόγο στα της χώρας, είναι η απόσυρση των ξένων στρατευμάτων, υπονοώντας κυρίως τα τουρκικά.
Η Τουρκία κινητοποίησε και επιστράτευσε παραστρατιωτικές ομάδες ήδη από το 2018 προς όλα τα αζιμούθια και προς το εσωτερικό της.
Οι συγκεκριμένες οργανώσεις διαχωρίζονται σε τρεις συγγενείς κατηγορίες, όπως έχουμε παραθέσει και εντός του βιβλίου του γράφοντος και του καθηγητή Ιωάννη Μάζη, με τίτλο Τουρκική Στρατηγική στη Λιβύη.
Η πρώτη σχετίζεται με παραστρατιωτικές οργανώσεις, όπως η SADAT, οι οποίες πραγματοποιούν κεκαλυμμένες επιχειρήσεις τις οποίες το επίσημο κράτος δεν νομιμοποιείται να διεξάγει. Η δεύτερη κατηγορία αναφέρεται σε οργανώσεις μαφίας, όπως η Ottoman Germania, των οποίων η δράση σκοπεύει στην υλοποίηση εκκαθαρίσεων εντός και εκτός της Τουρκίας με άξονα την εδραίωση της εξουσίας του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν στο εσωτερικό. Η τρίτη κατηγορία περιλαμβάνει οργανώσεις νεολαιών και εστίες, όπως οι Ottoman Hearths, οι οποίες στρατολογούν νέα μέλη στο σύστημα εξουσίας του Κόμματος Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης του Ερντογάν.
Η προαναφερθείσα SADAT και ο επικεφαλής της απόστρατος στρατηγός Adnan Tanrıverdi έχουν υπογράψει σειρά συμφωνιών για προγράμματα στρατιωτικής εκπαίδευσης στην Αφρική ήδη από το 2013, αλλά με αυτόν τον τρόπο η Τουρκία έχει πέσει στην παγίδα που η ίδια προετοίμασε, καθώς πάγιο αφήγημα της Άγκυρας, όπως το είδαμε ήδη από τα έργα του Νταβούτογλου, ήταν ότι θα μπορούσε να λειτουργήσει ως «αντιαποικιοκρατική δύναμη».
Τι έλεγαν οι ιθύνοντες του AKP προς τα μουσουλμανικά κράτη του Μαγκρέμπ και της Μέσης Ανατολής; «Ουδέποτε ανεξαρτητοποιηθήκατε πραγματικά, ελέγχεστε πλήρως από καθεστώτα-μαριονέτες των δυτικών και γι’ αυτό το λόγο πρέπει να υιοθετήσετε να εγκολπώσετε ένα μοντέλο, ένα πρότυπο Πολιτείας με άξονα την Κοινοβουλευτική Δημοκρατία και την Οικονομία της Αγοράς και ένα τέτοιο μοντέλο για εσάς είναι το τουρκικό».
Το πρόβλημα για την Τουρκία είναι ότι –όπως έπραξε και στις περιπτώσεις των λεγόμενων «τουρκογενών δημοκρατιών» του πρώην σοβιετικού χώρου τις δεκαετίες του 1990 και του 2000–, έτσι και τώρα συμπεριφέρεται δεσποτικά.
Προσπαθεί, δηλαδή, να δομήσει ένα «νεοοθωμανικό τόξο» επί τη βάσει της επιβολής λειτουργώντας η ίδια ως «Μεγάλος Αδελφός», όχι επί ίσοις όροις, ή μέσω ενδεχομένως ήπιας ισχύος όπως αρχικά σκόπευε, αλλά επιχειρώντας να αποκτήσει υπεροχή στο επίπεδο της ισορροπίας δυνάμεων και λειτουργώντας με τους όρους που η ίδια αρχικά κατήγγειλε –ορθά ή λανθασμένα–, στρατολογώντας έως και ανήλικους μαχητές (περίπου 350 σύμφωνα με εκτιμήσεις από την πολιτοφυλακή Sultan Murad).
Στη νέα γεωπολιτική πραγματικότητα μετά τη λεγόμενη Αραβική Άνοιξη και τον εμφύλιο που μάστισε τη χώρα, προφανώς η Λιβύη επιθυμεί τη μέγιστη δυνατή αυτονομία στις διεθνείς σχέσεις και τη συγκρότηση συμμαχιών, αλλά όχι με ετεροβαρείς όρους όπως φιλοδοξεί ο Ερντογάν. Αυτή είναι και η παγίδα για την Τουρκία. Ο μουσουλμανικός κόσμος δεν δύναται να αναγνωσθεί τον 21ο αιώνα, όπως αναλυόταν τη δεκαετία του 1920 ή του 1930 ή το πολύ του 1950.
Η παρουσία των δυτικών επί δεκαετίες έχει συνδεθεί με τη δημιουργία κρατικών δομών, έχει βαθύνει την ετερότητα των κοινωνιών και ως εκ τούτων έχει ωθήσει αυτά τα κράτη να σκέφτονται με όρους εθνικού συμφέροντος και όχι μετακρατικά ή ως «ούμα». Αυτά είναι αφηγήματα πολύ αποτελεσματικά στο επίπεδο της νομιμοποίησης μιας στρατηγικής, αλλά στο τέλος της ημέρας υπερέχει το εθνοκρατικό συμφέρον.
Η Λιβύη λειτουργεί με αυτούς τους όρους και ενδεχόμενη συνέχιση της σύμπραξής της με την Τουρκία –γιατί όλα είναι στο τραπέζι– θα γίνει μόνο υπ’ αυτούς τους όρους. Έως τότε ο Ερντογάν θα πρέπει να αποδεχθεί αυτή την πραγματικότητα, αν δεν θέλει να βρεθεί προ εκπλήξεων δραματικής κατατριβής του στο λιβυκό έδαφος.