Το 1974, τέτοιες ημέρες, αποφασιζόταν εδώ στην Αθήνα η διενέργεια του προδοτικού πραξικοπήματος στην Κύπρο, τις συνέπειες του οποίου πληρώνουμε μέχρι σήμερα.
Όλοι οι εμπλεκόμενοι αξιωματικοί, αλλά και διπλωμάτες, τόσο στο πραξικόπημα όσο και στο φιάσκο της αντιμετώπισης της εισβολής του Αττίλα, όχι μόνο δεν τιμωρήθηκαν αλλά ορισμένοι εξ αυτών επιβραβεύθηκαν από τη Μεταπολίτευση.
Έτσι, ενώ οι Γεωργίτσης και Κομπόκης που έκαναν το πραξικόπημα, και οι επικεφαλής του Αρχηγείου και των Ενόπλων Δυνάμεων των τριών κλάδων (Στρατού, Ναυτικού, Αεροπορίας), έπρεπε να δικαστούν και να υποβιβαστούν στο βαθμό του στρατιώτη για προδοσία, δηλαδή για συμμετοχή στο παξικόπημα και για την παράδοση της Κύπρου στους Τούρκους, η Μεταπολίτευση δεν τους άγγιξε, δίνοντας έτσι το μήνυμα, ότι ήταν «ενήμερη» για τα της εισβολής και καθόλου αποφασισμένη να τιμωρήσει τους υπεύθυνους, πόσο μάλλον να ανατρέψει τα δεδομένα της εισβολής.
Η δε στάση της κυβέρνησης Εθνικής Ενότητας κατά τον δεύτερο Αττίλα, η οποία επέτρεψε στους Τούρκους να επεκτείνουν ανενόχλητοι την κατοχή από το 7,5% στο 38% της Κύπρου, δεν μπορεί να εξηγηθεί αλλιώς, παρά μόνο ως πράξη αποδοχής της εισβολής, κατοχής και διχοτόμησης του νησιού.
Το πολιτικό σύστημα σε Λευκωσία και Αθήνα –λες και υπάκουε εντολές μιας ξένης ανώτερης δύναμης– δεν αμφισβήτησε ποτέ εμπράκτως την κατοχή και δεν υιοθέτησε ποτέ το δόγμα της απελευθέρωσης, όπως έκανε η Τουρκία με τα αζερικά εδάφη που κατείχαν οι Αρμένιοι από το 1992-93 εκτός των συνόρων του Ναγκόρνο Καραμπάχ, τα οποία τα απελευθέρωσαν με πόλεμο Τούρκοι και Αζέροι τον Οκτώβριο του 2020.
Αντί του δόγματος της απελευθέρωσης, χωρίς ντροπή υιοθέτησαν το καταστροφικό δόγμα της διζωνικής δικοινοτικής ομοσπονδίας, που όλοι γνωρίζουν ότι θα οδηγήσει στον έλεγχο ολόκληρου του νησιού από την Τουρκία.
Σ’ αυτήν τη στάση των κυβερνήσεων και των ελίτ της Αθήνας και της Λευκωσίας παρέσυραν και τους πολίτες της Κύπρου και της Ελλάδας. Ηττοπάθεια, που εκμεταλλεύεται η Τουρκία με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα, τα οποία πλέον είναι περισσότερο από ορατά στην Ανατολική Μεσόγειο, στην Αμμόχωστο, στο Αιγαίο και στη Θράκη.
Η κατάσταση είναι τόσο τραγική που φτάσαμε να εκλιπαρούμε την Τουρκία να δεχτεί τν διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία και να μην επιμένει στη λύση των δύο κρατών. Ο απόλυτος διεθνής εξευτελισμός της Κύπρου και της Ελλάδας.
Η Τουρκία, επαναπαυμένη από τη δεδομένη στάση των κυβερνήσεων Λευκωσίας και Αθήνας και την ηττοπαθή παθητική στάση των πολιτών, προωθεί εκ του ασφαλούς την επεκτατική της πολιτική σε βάρος του ελληνισμού.
Τη μόνη φορά που αμφισβητήθηκε εμπράκτως η κατοχή ήταν το 1996, όταν μια ομάδα πολιτών της Κυπριακής Δημοκρατίας –οι οποίοι δεν ήταν υποχείριο κανενός κόμματος και κέντρου εξουσίας– αποφάσισαν να βροντοφωνάξουν: «Δεν αναγνωρίζουμε την κατοχή και τα σύνορα που χαράξατε πάνω στο σώμα της Κύπρου μας».
Ήταν το 1996 όταν η Kυπριακή Oμοσπονδία Mοτοσικλετιστών οργάνωσε αντικατοχική πορεία με αφετηρία το Βερολίνο και τερματισμό την κατεχόμενη Κερύνεια, με 200 μοτοσικλέτες από 12 ευρωπαϊκές χώρες. H πορεία ξεκίνησε στις 2 Aυγούστου του 1996 από την Πύλη του Βρανδεμβούργου στο Βερολίνο. Oι συμμετέχοντες ακολούθησαν μια μεγάλη διαδρομή μέσα από χώρες της Eυρώπης για να καταλήξουν στην Kύπρο στις 10 Αυγούστου, ενώνοντας τις δυνάμεις τους με ντόπιους μοτοσικλετιστές.
Εκεί όμως θορυβήθηκαν ξένοι και ντόπιοι κολαούζοι της κατοχής και έβαλαν ως στόχο να πείσουν την Κυπριακή Ομοσπονδία Μοτοσικλετιστών να ακυρώσει την πορεία διαμαρτυρίας στην Κύπρο.
Σημειώνεται ότι το θέμα της πορείας απασχολούσε το Εθνικό Συμβούλιο της Κύπρου, ο δε τότε πρόεδρος Γλαύκος Κληρίδης ζήτησε από την Ομοσπονδία να ακυρώσει την πορεία γιατί υπήρχε κίνδυνος πρόελασης του τουρκικού στρατού στις ελεύθερες περιοχές. Πάλι ο φόβος, πάλι η επιβολή του αισθήματος του φόβου στους πολίτες. Και όντως, η Ομοσπονδία αποφάσισε την ακύρωση.
Υπογραμμίζεται ότι δεν θορυβήθηκαν μόνο οι ντόπιοι και ξένοι, αλλά και η ίδια η Τουρκία, η οποία είχε συνηθίσει χρόνια το σικέ παιχνίδι. Γι’ αυτό η τότε πρωθυπουργός Τανσού Τσιλέρ αποδέσμευσε απόρρητα κονδύλια και έστειλε στα Κατεχόμενα ομάδες παρακρατικών και παραστρατιωτικών, τους γνωστούς Γκρίζους Λύκους. Η εντολή ήταν να σταματήσουν με κάθε τρόπο του «απείθαρχους» Έλληνες.
Τότε οι περισσότεορι μοτοσικλετιστές, αναμεσά τους και ο 24χρονος Τάσος Ισαάκ, διαφώνησαν με την απόφαση της Ομοσπονδίας και συνέχισαν το δρομολόγιο προς τα Κατεχόμενα. Στην κυριολεξία μια λαοθάλασσα αποτελούμενη από 7.000 άτομα μπήκε στη νεκρή ζώνη του ΟΗΕ, την «Πράσινη Γραμμή» στη Λευκωσία, με στόχο την ειρηνική πορεία προς την Κερύνεια. Εκεί, έστω και με δυσκολία, η ειρηνευτική δύναμη του ΟΗΕ και η αστυνομία έθεσαν την κατάσταση υπό σχετικό έλεγχο.
Οι μοτοσικλετιστές αποφάσισαν να κινηθούν και προς την Αμμόχωστο. Όταν έφτασαν στη Δερύνεια η κατάσταση ήταν εκρηκτική. Η δύναμη του ΟΗΕ ήταν ανεπαρκής, το ίδιο και της κυπριακής αστυνομίας, με αποτέλεσμα οι μοτοσικλετιστές να κινηθούν από τη νεκρή ζώνη προς το φυλάκιο του τουρκικού στρατού, το οποίο υπερασπίζονταν τακτικός στρατός, παρακρατικοί των Κατεχομένων και Γκρίζοι Λύκοι.
Εκεί δολοφονήθηκε με βάρβαρο τρόπο από τους παρακρατικούς ο Tάσος Iσαάκ, ενώ προσπαθούσε να βοηθήσει έναν άλλον Eλληνοκύπριο που 876οπ[ κτυπούσαν οι Tούρκοι παρακρατικοί. Ήταν 11 Αυγούστου του 1996.
Την ημέρα της κηδείας του Τάσου, στις 14 Αυγούστου 1996, ημέρα μνήμης της κατάληψης της Aμμοχώστου, μία ομάδα από διαδηλωτές κατευθύνθηκε προς το οδόφραγμα της Δερύνειας για να εναποθέσει στεφάνια και λουλούδια στο χώρο της δολοφονίας του.
Ξέσπασαν επεισόδια μεταξύ των διαδηλωτών και των Τούρκων παρακρατικών όταν ένας νέος, ο Σολωμός Σολωμού, κατάφερε να ξεφύγει απ’ όλους και να αναριχηθεί για να υποστείλει την τουρκική σημαία από το έδαφος της πατρίδας του. Τον σκότωσε ο Κενάν Ακίν, Τουρκοκύπριος παρακρατικός που έφτασε να γίνει και υπουργός στην παράνομη κυβέρνηση των Κατεχομένων.
Φέτος η «Πρωτοβουλία Μνήμης Ισαάκ-Σολωμού», που ιδρύθηκε το 2008, αποφάσισε να ξεκινήσει την πορεία από την Ελλάδα. Οι νέοι της Κύπρου κάνουν μια πορεία μνήμης στην αποχαυμωνένη Ελλάδα η οποία δείχνει ότι έχει ξεγράψει την Κύπρο. Οι φερέλπιδες αυτοί νέοι έφθασαν μέχρι τα ελληνοτουρκικά σύνορα, την Ορεστιάδα, το Διδυμότειχο, την Αλεξανδρούπολη, τα Άβδηρα του Δημόκριτου, το χωριό της Ξάνθης Αυξέντιο, που άλλαξε το όνομά του στη μνήνη του ήρωα Αυξεντίου, το Οχυρό Ρούπελ, το Σιδηρόκαστρο του Γεωργίου Κατσάνη, τον Λευκό Πύργο.
Ακολούθσε επίσκεψη στα Γιάννινα, στην ιερή πόλη του Μεσολλογίου, στο Ναύπλιο, στο μνημείο της Γενοκτονίας των Ελλήνων του Πόντου στον Πειραιά, στη λεβεντογέννα Κρήτη που βρίσκεται αυτές τις μέρες, για να καταλήξει στην Αθήνα το Σάββατο 17 Ιουλίου, οπότε θα κατατεθεί στεφάνι στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη στις 12:15.
Παρούσα σε όλη αυτήν την πορεία η μητέρα και η κόρη του Τάσου Ισαάκ, ακούραστες, αλύγιστες, αποφασισμένες να αγωνιστούν ταπεινά για τη δικαίωση.
Το Σάββατο 17 Ιουλίου στις 12:15 οι απλοί πολίτες καλούμαστε να δώσουμε το παρών.
Να δούμε αν θα δώσουν το παρών το κράτος, η κυβέρνηση και τα κόμματα, ή αν θα τηρήσουν την… παράδοση της άνευ όρων παράδοσης στα σχέδια και στις ορέξεις της Τουρκίας και του διεθνούς παράγοντα.
Πάντως, μιας που έγινε αναφορά στο ανύπαρκτο δόγμα της απελευθέρωσης της Κύπρου, αν ο κ. Μητσοτάκης –λέω αν– υποδεχόμενος το πρώτο Rafale της ελληνικής Πολεμικής Αεροπορίας, όχι στις 21 αλλά στις 20 Ιουλίου, ημέρα εισβολής του Αττίλα, έκανε τη δήλωση ότι «αυτά τα φτερά θα απελευθερώσουν την Κύπρο», η Ελλάδα θα άλλαζε σελίδα και θα αποκαθιστούσε το κύρος της διεθνώς.
Έτσι απλά, με μια απλή δήλωση, που θέλει όμως σχέδιο και ψυχή για να την προφέρεις.
Τότε, όχι μόνο οι Τούρκοι, αλλά όλοι, σύμμαχοι και λοιποί, θα μας υπολόγιζαν αλλιώς σε όλα τα επίπεδα.
Κάν’ το Κυριάκο.