Η Τουρκία ακολούθησε για αρκετά χρόνια την «πολιτική του εκκρεμούς», με ταλαντώσεις μεταξύ Ουάσινγκτον και Μόσχας, δοκιμάζοντας τις αντοχές των αμερικανοτουρκικών σχέσεων, ενώ ταυτοχρόνως ανέπτυσσε τις σχέσεις της με την Κίνα, το Ιράν, το Πακιστάν, τη Γερμανία, την Ουγγαρία, την Φινλανδία, την Ισπανία και την Αγγλία.
Είχαμε γράψει και στο παρελθόν ότι σε κάθε ταλάντωση η Άγκυρα «άνοιγε» χώρο στον περίγυρό της, τον οποίο καταλάμβαναν η τουρκική πολιτική και οικονομική διπλωματία, μερικές φορές και ο τουρκικός στρατός, με αποτέλεσμα σήμερα η γειτονική χώρα να παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο στη Λιβύη, στα κατεχόμενα τμήματα της Συρίας και του ιρακινού Κουρδιστάν, στο Αζερμπαϊτζάν, στην Αλβανία, στο Κοσσυφοπέδιο, και στη Βοσνία, ενώ διατηρεί ισχυρά ερείσματα στα Σκόπια, στη Βουλγαρία, κ.α.
Στη διάρκεια αυτής της περιόδου –ειδικά μετά το 2016, οπότε και εκδηλώθηκε η απόπειρα πραξικοπήματος εναντίον του Ερντογάν–, οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις δοκιμάστηκαν. Ταυτοχρόνως, η Ρωσία βρήκε την ευκαιρία να εμβαθύνει τις σχέσεις της με την Τουρκία, προμηθεύοντας ένα στρατηγικό όπλο τις τουρκικές Ένοπλες Δυνάμεις, το σύστημα S-400.
Παράλληλα, ολοκληρώθηκε ο αγωγός φυσικού αερίου Turkish Stream, (μετονομασία του South Stream, λόγω του οποίου έπεσε η κυβέρνηση του Κώστα Καραμανλή), και κατασκευάστηκε το πυρηνικό εργοστάσιο παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στη Μερσίνα, έργα τα οποία καθιστούν την Τουρκία μια ενεργειακά εξαρτημένη χώρα από τη Ρωσία.
Παρ’ όλα αυτά, να τονίσουμε ότι η σχέση της Τουρκίας με τη Ρωσία δεν είναι στρατηγική, αφ’ ενός για λόγους καθαρά ιστορικούς, αφ’ ετέρου δγιατί κάτι τέτοιο θα ήταν αδιανόητο για μια χώρα-μέλος του ΝΑΤΟ.
Γι’ αυτό και η Τουρκία αναπτύσσει τις σχέσεις της με την Ουκρανία, γι’ αυτό ο Ερντογάν δηλώνει σε όλους τους τόνους ότι δεν πρόκειται να αναγνωρίσει ποτέ την προσάρτηση της Κριμαίας στη Ρωσία, υπενθυμίζοντας στον Πούτιν τα δικαιώματα των Τατάρων. Ο οποίος Πούτιν, για να αποκρούσει τις τουρκικές ανιστόρητες διεκδικήσεις, υπενθυμίζει σε όλους –και σ’ εμάς τους Έλληνες– ότι το ιστορικό όνομα αυτής της στρατηγικής σημασίας χερσονήσου είναι Ταυρίδα.
Και λέμε ότι η χερσόνησος της Ταυρίδας έχει εξαιρετική στρατηγική αξία, όχι γιατί διαθέτει καλές ακτές, στις οποίες θα μπορούν πλέον να κάνουν διακοπές οι Ρώσοι της ενδοχώρας, αλλά γιατί η Ρωσία με την κατοχή της υπερτριπλασιάζει τον υφαλοκρηπίδα και την ΟΑΖ της στον Εύξεινο Πόντο, στον οποίον πλέον γίνεται κυρίαρχη δύναμη.
Να θυμίσουμε ότι πριν από την προσάρτηση της Ταυρίδας οι ρωσικές ακτές στον Εύξεινο Πόντο είχαν μήκος 250 χλμ. Τώρα ανέρχονται συνολικά στα 1.000 χλμ.
Και αυτός είναι ο λόγος που η Ταυρίδα είναι στο προσκήνιο ενός σκληρού γεωπολιτικού ανταγωνισμού μεταξύ των χωρών του ΝΑΤΟ και της Ρωσίας.
Κι αυτό γιατί το ΝΑΤΟ δεν είναι διατεθειμένο να αποδεχτεί ως τετελεσμένο την υπερέκταση της Ρωσίας, διότι αυτό δυσχεραίνει τα σχέδια περικύκλωσης της Ρωσίας μέσω Ουκρανίας-Ρουμανίας-Βουλγαρίας-Τουρκίας και Γεωργίας.
Γι’ αυτόν το λόγο, η Μεγάλη Βρετανία αποφάσισε να αμφισβητήσει εμπράκτως τη ρωσική κυριαρχία, στέλνοντας το αντιτορπιλικό Defender που κατευθυνόταν από το λιμάνι της Οδησσού στο Βαθύ Λιμένα των αρχαίων Ελλήνων, σημερινό Βατούμ της Γεωργίας, να περάσει μπροστά από τον ρωσικό ναύσταθμο της Σεβαστούπολης, για να ακολουθήσει καταιγισμός προειδοποιητικών βολών από ρωσικά πυροβόλα, ηλεκτρονικές παρεμβολές στις επικοινωνίες του Defender και υπερπτήσεις 20 ρωσικών μαχητικών πάνω από το αντιτορπιλικό!
Επίσης, ρωσικά αεροσκάφη παρενόχλησαν την ολλανδική φρεγάτα Evertsen, η οποία έπλεε σε διεθνή ύδατα, ανοιχτά της Ταυρίδας.
Το ίδιο διάστημα, ήταν σε εξέλιξη από τις ΗΠΑ και την Ουκρανία η μεγάλη αεροναυτική άσκηση στα ύδατα του Ευξείνου Πόντου, η Sea Breeze 2021, με τη συμμετοχή άλλων 30 χωρών. Η άσκηση ξεκίνησε τις 28 Ιουνίου με διάρκεια μέχρι τις 13 Ιουλίου.
Το αμερικανικό Πολεμικό Ναυτικό αναφέρει: «Η φετινή άσκηση έχει τον μεγαλύτερο αριθμό συμμετεχουσών χωρών στην ιστορία της, με 32 χώρες από έξι ηπείρους να παρέχουν 5.000 στρατεύματα, 32 πλοία, 40 αεροσκάφη και 18 τμήματα ειδικών επιχειρήσεων και ομάδες κατάδυσης που έχουν προγραμματιστεί να συμμετάσχουν».
Ενώ συμβαίνουν όλα αυτά, ο Βλαντίμιρ Πούτιν, απαντώντας σε ερώτηση δημοσιογράφου για το επεισόδιο με το αγγλικό αντιτορπιλικό Defender, είπε επί λέξει: «Ακόμη κι αν βυθίζαμε αυτό το πλοίο, θα ήταν δύσκολο να φανταστούμε ότι ο κόσμος θα έφθανε στο χείλος ενός τρίτου παγκόσμιου πολέμου, διότι εκείνοι που τα πράττουν αυτά γνωρίζουν ότι δεν μπορούν να βγουν νικητές από έναν τέτοιο πόλεμο».
Και συνέχισε λέγοντας ότι η χώρα του δεν θα χαιρόταν με την έναρξη ενός νέου πολέμου, «αν και τουλάχιστον εμείς γνωρίζουμε για τι αγωνιζόμαστε: Αγωνιζόμαστε για τον εαυτό μας στο έδαφός μας, για το μέλλον μας».
Όσον αφορά το επεισόδιο της 23ης Ιουνίου με το Defender, ο Ρώσος πρόεδρος το χαρακτήρισε «ολοφάνερα προβοκάτσια και μάλιστα συνδυαστική, που πραγματοποιήθηκε όχι μόνο από Βρετανούς, αλλά και από τους Αμερικανούς».
Γιατί τα αναφέρουμε όλα αυτά; Για δύο λόγους.
Ο ένας είναι γιατί η Τουρκία σε όλο αυτό που συμβαίνει στον Εύξεινο Πόντο είναι υποχρεωμένη να παίξει το ρόλο της ως ΝΑΤΟϊκή χώρα, κάτι που θα επηρεάσει θετικά την πορεία εξομάλυνσης των σχέσεων με τις ΗΠΑ, ενώ θα δημιουργήσει σε κάποιο βαθμό σκιές στις ρωσοτουρκικές σχέσεις.
Ο άλλος λόγος είναι το γεγονός ότι ο Εύξεινος Πόντος και η Ταυρίδα, περιοχή με έντονη ελληνική παρουσία επί χιλιετίες, είναι στο προσκήνιο, με την Ελλάδα και τον ελληνισμό να είμαστε απόντες.
Απόντες με εξαίρεση τους Έλληνες της νότιας Ρωσίας και της Ουκρανίας (Οδησσού και περιοχής Μαριούπολης), αλλά και τους ελληνικής καταγωγής μουσουλμάνους της περιοχής του μικρασιατικού Πόντου.
Σε προηγούμενες κρίσιμες ιστορικές περιόδους, όταν συγκρούονταν τα συμφέροντα μεγάλων δυνάμεων, ο ελληνισμός της περιοχής πλήρωσε τεράστιο τίμημα, που οδήγησε στη γενοκτονία και στον ξεριζωμό.
Ας προσέξει το εθνικό κέντρο, να μην υποστούν τις συνέπειες αυτού του νέου γεωπολιτικού ανταγωνισμού οι εναπομείνανετες Έλληνες στις ιστορικές περιοχές ολόκληρου του Ευξείνου Πόντου.