Είναι κάποιες συμπτώσεις που δεν μπορείς να τις προσπεράσεις. Για παράδειγμα, ο Χρήστος Τσαγανέας. Γεννήθηκε στις 2 Ιουλίου 1906 και έφυγε στις 2 Ιουλίου 1976. Ακριβώς 70 χρόνια ζωής. Και τι ζωής, μυθιστορηματικής.
Γόνος από σπίτι
Και μπορεί ο κόσμος να τον έμαθε στα 40+, αλλά ο αριστοκρατικός αέρας, το παράστημα και η καλή οικογένεια φαίνονταν από μακριά.
Γεννήθηκε και μεγάλωσε στη Βραΐλα της Ρουμανίας. Τότε, στις αρχές του 20ού αιώνα, εκεί έμειναν Έλληνες υψηλού εισοδηματικού επιπέδου – τέτοιος ήταν και ο πατέρας του. Εκεί τελείωσε το ελληνικό γυμνάσιο. Το 1923 η οικογένεια τον έστειλε στην Ελλάδα για ανώτερες σπουδές, βλέπε Νομική.
https://www.youtube.com/watch?v=-piqRJm2rpE
Γράφτηκε όντως στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, αλλά ο μεγάλος του έρωτας ήταν το θέατρο. Και εδώ έρχεται η πρώτη ρήξη με την οικογένεια, γιατί έναν αιώνα πριν ακόμα και οι γόνοι καλών οικογενειών δεν μπορούσαν να κάνουν ό,τι ήθελαν επαγγελματικά. Πόσο μάλλον να γίνουν θεατρίνοι.
Για πολύ καιρό ο Χρήστος Τσαγανέας αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα επιβίωσης και γι’ αυτό έμενε σ’ ένα μικρό πλοιάριο στο λιμάνι του Πειραιά. Για τον επιούσιο βρέθηκε να παίζει διάφορους ρόλους σε θιάσους-μπουλούκια.
Μόνο που όταν έχεις ταλέντο και αγαπάς αυτό που κάνεις, γίνεσαι ηθοποιός και από τα μπουλούκια.
Ο μεγάλος έρωτας
Σας λέει τίποτα το όνομα Ελένη Λάσκαρη; Το Νίτσα Βιτσώρη; Αν όχι, τότε σίγουρα θα σας λέει το Νίτσα Τσαγανέα. Λάσκαρη ήταν το πατρικό της, Βιτσώρη του συζύγου. Τσαγανέα το επίθετο του Χρήστου, με τον οποίο ερωτεύτηκαν παράφορα.
Αν και εκείνη ήταν παντρεμένη και εκείνον τον αποκλήρωσε η οικογένειά του εξαιτίας της, ο έρωτάς τους ήταν αμοιβαίος και κεραυνοβόλος. Έτσι, προκειμένου να ζήσουν μαζί ανέτρεψαν τις έως τότε ζωές τους.
Το «Βιτσώρης» του πρώτου συζύγου της την εποχή εκείνη ήταν συνώνυμο με τους τροτσκιστές και τους αρχειομαρξιστές· εκείνος διώχθηκε άγρια από το μεταξικό καθεστώς.
Η Νίτσα Τσαγανέα ήταν ενεργό μέλος της εθνικής αντίστασης μέσω του ΕΑΜ, όπως και ο Χρήστος Τσαγανέας.
Σε βιογραφίες τους αναφέρεται πως μετά τη δολοφονία του Τρότσκι όταν το αρχείο του πέρασε από την Ελλάδα, το ζεύγος Τσαγανέα το έκρυψε κάτω από άκρα μυστικότητα. (Το μυθιστορηματικό, που λέγαμε πιο πάνω.)
Ελένη Παπαδάκη
Το 1944, κατά τη διάρκεια των Δεκεμβριανών, το όνομα του Χρήστου Τσαγανέα σχετίστηκε με το γεγονός της εκτέλεσης της ηθοποιού Ελένης Παπαδάκη από την Εθνική Πολιτοφυλακή.
Η Παπαδάκη ήταν Ελληνίδα ηθοποιός. Κατά την περίοδο της Κατοχής διατηρούσε ερωτική σχέση με τον δωσίλογο πρωθυπουργό Ιωάννη Ράλλη και στοχοποιήθηκε από σύσσωμο τον αντιστασιακό Τύπο, μεταξύ άλλων για σχέσεις με στελέχη του ναζιστικού κατοχικού στρατού.
Επικρίθηκε ακόμη για την πολυτελή ζωή της όταν η πλειοψηφία πεινούσε, για την αρνητική στάση της σε απεργία των συναδέλφων της και για τη δράση της προκειμένου να μην λάβουν μισθολογικές αυξήσεις οι άλλοι ηθοποιοί, καθώς η ίδια δεν επιθυμούσε να μειωθεί η απόσταση που τη χώριζε από αυτούς, ως πρωταγωνίστρια. Ο Χρήστος Τσαγανέας ήταν ένας από αυτούς που υπέγραψαν εναντίον της.
Μετά την απελευθέρωση διαγράφηκε από το Σωματείο Ελλήνων Ηθοποιών, χωρίς τελικά να γίνει εφαρμογή της ποινής.
Δολοφονήθηκε από μέλη του ΕΑΜ («Εθνική Πολιτοφυλακή»). Ο θάνατός της έπαιξε σημαντικό ρόλο στη μεταστροφή της κοινής γνώμης εναντίον του ΕΑΜ, και κατόπιν καταδικάστηκε από τον γενικό γραμματέα του ΚΚΕ Νίκο Ζαχαριάδη.
Οι λόγοι της δολοφονίας παραμένουν ανεξιχνίαστοι. Κάποιοι ιστορικοί την αποδίδουν στην αντεκδίκηση των ΕΑΜικών μαζών μέσα στα Δεκεμβριανά, ενώ άλλοι αναφέρουν ότι πέρα από την αποδιδόμενη ερωτική σχέση της με τον δωσίλογο πρωθυπουργό, κύριο ρόλο έπαιξαν οι επαγγελματικές αντιζηλίες.
Η μνήμη της προκαλεί μέχρι και σήμερα δημόσιες αντιπαραθέσεις.
Ηθοποιός με Η κεφαλαίο
Ο Χρήστος Τσαγανέας στον κινηματογράφο διακρίθηκε σε δεύτερους ρόλους και έμεινε στην ιστορία για τις ατάκες του: «Άνθρωποι, ανθρωποι… Προς τι το μίσος και ο αλληλοσπαραγμός;» (Οι Γερμανοί ξανάρχονται, 1948) και «Βεβαίως-βεβαίως» (Το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο, 1959).
Στο θέατρο ξεκίνησε το 1929 με το αποδιδόμενο στον Βιτσέντζο Κορνάρο θρησκευτικό δράμα Η Θυσία του Αβραάμ, όπου ξεδίπλωσε το υποκριτικό του ταλέντο κι έγινε γνωστός στη θεατρική πιάτσα.
Για 30 χρόνια συνεργάστηκε με τους σημαντικότερους αθηναϊκούς θιάσους, παίζοντας κυρίως σε κλασικά έργα, ενώ τη δεκαετία του 1960 στράφηκε στην κωμωδία, συνεργαζόμενος με τον Μίμη Φωτόπουλο.
Για αρκετά χρόνια υπήρξε ένας από τους πρωταγωνιστές του Εθνικού Θεάτρου, σε σημαντικούς ρόλους του παγκόσμιου ρεπερτορίου.
H ανάπαυλα του πολεμιστή
Μία πενταετία πριν από το θάνατό του άφησε το θέατρο και αφοσιώθηκε στην οικογένειά του.
Ήρεμος και μειλίχιος, ο άνθρωπος που έκανε αυτό που ήθελε και που δεν μπήκε κάτω από «πρέπει» έζησε τη γλυκιά γαλήνη λίγο πριν από το φινάλε. Εκεί με την σύζυγό του, την κόρη της, Λιάνα Βιτσώρη, τον σύζυγό της Γιώργο Οικονομίδη και τα παιδιά τους.
Για την ιστορία, η γυναίκα της ζωής του έφυγε 26 χρόνια μετά από το χαμό του, πάντα πιστή στην μνήμη του.