Τα Σκόπια εμφανίστηκαν στο Euro με φανέλες που είχαν τα σύμβολα «Μακεδονία» και όχι Βόρεια Μακεδονία, όπως είναι το erga omnes όνομά τους σύμφωνα με τη Συμφωνία των Πρεσπών. Η Ελλάδα διαμαρτυρήθηκε και ο υπουργός Εξωτερικών των Σκοπίων είπε πως σύμφωνα με το άρθρο 1 παράγραφος 3ε της συμφωνίας μόνο οι πινακίδες των κρατικών αυτοκινήτων οφείλουν να αλλάξουν.
Πράγματι, το άρθρο που επικαλέστηκε ο Σκοπιανός επίσημος αυτό λέει. Υπάρχει, όμως, και η παρακάτω παράγραφος, άρθρο 1 παράγραφος 3ζ (και όχι 3ε) που περιγράφει μια σειρά περιπτώσεων θεσμών που πρέπει να αλλάξουν τα σύμβολά τους. Μεταξύ αυτών είναι ό,τι συστάθηκε με νόμο. Και κανείς δεν μπορεί να υποθέσει ότι η Ποδοσφαιρική Ομοσπονδία της γειτονικής χώρας δεν συστάθηκε με νόμο. Άρα κατά το 3ζ τα Σκόπια έπρεπε να συμμορφωθούν.
Λίγο-πολύ την παράγραφο αυτή επικαλέστηκε και ο πρώην υπουργός Εξωτερικών Νίκος Κοτζιάς σε αναρτήσεις και δηλώσεις του. Έχει δίκιο ο κ. Κοτζιάς ή τα Σκόπια; Κατά το 3ε έχουν δίκαιο τα Σκόπια. Κατά το 3ζ ο Κοτζιάς και η ελληνική επίσημη ελληνική πλευρά.
Το γιατί χρειάζονταν και οι δύο παράγραφοι να συμπεριληφθούν στη Συμφωνία είναι θέμα των διακόνων του Διεθνούς Δικαίου να μας το εξηγήσουν. Ίσως για να έχουν δουλειά τα δικαστήρια ή τα διεθνή δικαιοδοτικά όργανα ή, ακόμη, και οι πολιτικοί.
Διαβάζω στον ελληνικό δημόσιο χώρο περισπούδαστες αναλύσεις που δίνουν δίκιο στην Ελλάδα, αλλά η UEFA στην απάντηση που έδωσε στην επιστολή του Έλληνα υφυπουργού Αθλητισμού μού φάνηκε να δικαιώνει τα Σκόπια, αφού επικαλέστηκε την παράγραφο της Συμφωνίας που επικαλούνται και οι Σκοπιανοί για να δικαιολογήσει την απόφασή της να επιτρέψει την εμφάνισή τους με το έμβλημα «Μακεδονία».
Ανάλογο κλίμα διαπίστωσα και στη δημόσια δήλωση του Έλληνα υπουργού Εξωτερικών το ύφος της οποίας ουσιαστικά ήταν παρακλητικό. Λίγο-πολύ έλεγε πως η Ελλάδα δεν μπορεί να αποδεχθεί μια τέτοια εμφάνιση, χωρίς συγκεκριμένες αναφορές στη συμφωνία. Άρα, τι γίνεται;
Σ’ αυτήν την πραγματικότητα οφείλουν να τοποθετηθούν όλοι όσοι έχουν δημόσιο λόγο. Ή θέλουν να έχουν.
Το να αναπαράγουμε μεταξύ μας τη δική μας ερμηνεία είναι ενδιαφέρον. Το ερώτημα είναι αν θα δώσει κάποιος σημασία στην ερμηνεία μας, ή η αναπαραγωγή γίνεται για εσωτερική κατανάλωση. Και φοβάμαι πως συντρέχει το τελευταίο.
Χρειάζεται, μάλλον, μια πειστική αναφορά στην UEFA για το δίκαιό μας παράλληλα με μια «ζύμωση» στο εσωτερικό για τη διαμόρφωση μιας συνείδησης στην ελληνική κοινή γνώμη. Αν θέλουμε να πετύχουμε ουσιαστικά αποτελέσματα που θα βοηθήσουν τη χώρα και το λαό της.
Αντ’ αυτού, κάνουμε την καθημερινή μας διαδικτυακή, ή και παραδοσιακή, ψυχανάλυση, βγάζοντας ο ένας προδότη τον άλλο, ή φασίστα, ή ακροδεξιό, ή ακροαριστερό, και πάει λέγοντας. Από αυτή τη διαδικασία νιώθουμε μια εκτόνωση ότι πράξαμε ένα φαντασιακό καθήκον και ικανοποιούμεθα. (Για περισσότερη ψυχαναλυτική προσέγγιση, στους ειδικούς.)
Νομίζω, όμως, πως οφείλουμε και κάτι άλλο: Να βγάλουμε τα συμπεράσματά μας για τον τρόπο που πολιτευόμαστε και ψηφίζουμε. Υπογράψαμε μια συμφωνία. Πολλοί εξ ημών –μεταξύ των οποίων και ο υπογράφων– ήμασταν αντίθετοι. Η συμφωνία αυτή, όμως, διέπει τις σχέσεις της χώρας μας με τη γειτονική χώρα.
Η λογική «δεν με ενδιαφέρει τι λέει η συμφωνία, εγώ θέλω αυτό…» μάλλον δεν στέκει στις διεθνείς σχέσεις. Αν μπορούμε, ας την αλλάξουμε. Αλλά, μετά και από τον αμερικανικό νόμο για επιβολή κυρώσεων σε όποιον δεν την εφαρμόσει, οι λιλιπούτειοι Βαλκάνιοι πολιτικοί δεν θα το τολμήσουν.
Η συμφωνία είναι κάκιστη, κυρίως διότι αναγνωρίζει «μακεδονική» εθνότητα και «μακεδονική» γλώσσα. Και περιλαμβάνει κρυφές διαστάσεις που σιγά-σιγά έρχονται στην επιφάνεια. Αυτή που μας απασχολεί είναι η πιο πρόσφατη και επίκαιρη.
Η συμφωνία είναι κάκιστη διότι ενώ αυτοί που τη συμφώνησαν και την υπέγραψαν έδωσαν πολλά, δεν πήραν τίποτε. Δεν πήραν καν τη μετονομασία σύμφωνα με το όνομα του κράτους (Βόρεια Μακεδονία) όλων των θεσμών του. Και το τραγικότερο είναι ότι πανηγύρισαν και συνεχίζουν να πανηγυρίζουν μαζί με τους κύριους υπαίτιους (Τσίπρας- Κοτζιάς), όλοι οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ που προς άγραν ψήφων δίνουν και καμιά μακεδονική μάχη. Αλλά και οι υποστηρικτές τους. Ο λαός που τους ψηφίζει ακόμη και σήμερα ανέρχεται στο 24% των Ελλήνων ψηφοφόρων, ποσοστό καθόλου αμελητέο.
Μέχρι την εμπειρία του ΣΥΡΙΖΑ πολλοί έβλεπαν την Αριστερά θετικά. Αποστασιοποιημένοι σήμερα από τις συναισθηματικές αγκυλώσεις τους διατρέχουν την ιστορία και διαπιστώνουν μια αμαρτωλή στάση της στο «Μακεδονικό». Και δεν είναι μόνο η λειψανδρία που είχε ο Ζαχαριάδης κατά την τελευταία φάση του αντάρτικου. Υπήρξαν, βεβαίως, και αριστεροί που διαφώνησαν με την πολιτική του κόμματος, όπως και σήμερα αριστεροί διαφωνούν με τη στάση του ΣΥΡΙΖΑ και με τη Συμφωνία.
Αλλά εδώ εξετάζουμε την πολιτική που η Αριστερά εφάρμοσε και τις συνέπειές της. Αυτή είναι η μία πλευρά.
Από την άλλη, αν επιχειρήσει κανείς να ενσκήψει στο θέμα στη βάση του ορθού λόγου, και δεν παραθέσει έναν βολονταριστικό δεκάρικο, θα θεωρηθεί ότι εγκαταλείπει την ελληνική εθνική προσπάθεια. Με την επιεικέστερη έκφραση μπορεί να χαρακτηριστεί και «προδότης».
Πολλοί, πέραν της ψυχανάλυσης, κάνουν καριέρα στο διαδίκτυο. Δεν μπορούν να διακρίνουν τους δύο εαυτούς του Καντ. Θα ήταν υπερβολικό να τους το ζητήσει κανείς.
(Ο Ιμάνουελ Κάντ θεωρείται από τους μεγαλύτερους φιλοσόφους στην ιστορία της Φιλοσοφίας. Είναι ο κατ’ εξοχήν υποστηρικτής του ορθού λόγου. Μέχρι παρεξηγήσεως.)
Θεωρεί, λοιπόν, ότι έχουμε δύο εαυτούς, ή εγώ. Ο ένας είναι αυτός που διαμορφώνει η συνείδησή μας επηρεασμένη από τα συναισθήματά μας και ο άλλος αυτός που παρατηρεί αυτά τα συναισθήματα της συνείδησης. Αυτός ο δεύτερος είναι ο ορθολογικός.
Είναι, συνεπώς, άλλο πράγμα πώς αισθανόμαστε από την εξέλιξη του Σκοπιανού, πόσο μας στεναχωρούν οι αποτυχίες και οι λανθασμένες πολιτικές, και άλλο πώς αναλύουμε αυτήν την εξέλιξη και τι προτείνουμε. Στο δεύτερο χρειάζεται λογική και ψυχραιμία για να μην χειροτερέψουν τα πράγματα.
Στη διατύπωση της θεωρίας του ο Καντ επηρεάστηκε από αυτό που αποκαλείται «κοπερνίκεια επανάσταση». Ο Κοπέρνικος προσπαθούσε να ερμηνεύσει την κίνηση των άστρων στη βάση της αρχής ότι περιστρέφονται γύρω από τον παρατηρητή και τη Γη. Αλλά δεν του έβγαινε. Μέχρι που άλλαξε την παραδοχή. Παραδέχθηκε πως η Γη κινείται γύρω από τα άστρα.
Ας προσέχουμε τις επιλογές μας και ας δούμε τον κόσμο χωρίς την παραδοχή πως όλα κινούνται γύρω από εμάς. Αν συνειδητοποιήσουμε πως δεν περιστρέφεται ο κόσμος ούτε γύρω από εμάς, ούτε γύρω από την Ελλάδα, τότε μπορεί να καταφέρουμε να βελτιώσουμε τη θέση μας. Διαφορετικά θα αυτοαναφερόμαστε. Θα ξοδευόμασταν πολύ στους ψυχαναλυτές, αλλά ευτυχώς ζούμε στην Ελλάδα και είμαστε Έλληνες. Και τα δύο μας βοηθούν να αποφύγουμε τις μεθόδους του Φρόιντ.
Καλά να είναι το διαδίκτυο. Μας δημιουργεί έναν φαντασιακό κόσμο. Σ’ αυτή τη φάση βρισκόμαστε.