Ο Ερντογάν πήγε στις Βρυξέλλες με στόχο να αναστηλώσει το κύρος του και να παρουσιαστεί και πάλι ως ένας… παγκόσμιος ηγέτης.
Παρότι ήταν αποφασισμένος να απεκδυθεί την προβιά του… γκρίζου λύκου και να ενδυθεί την προβιά του… αρνιού, φρόντισε να κάνει δύο κινήσεις, ενδεικτικό των πραγματικών προθέσεών του.
Η πρώτη κίνηση ήταν η επίσκεψη στη Λιβύη των υπουργών Εξωτερικών Τσαβούσογλου, Άμυνας Ακάρ και Εσωτερικών Σοϊλού, οι οποίοι συνοδεύονταν από τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Γιασάρ Γκιουλέρ και τον διοικητή της ΜΙΤ Χακάν Φιντάν.
Τους έστειλε στη Λιβύη δύο μέρες πριν τη Σύνοδο Κορυφής, για να δείξει ότι η Λιβύη είναι πρώτη προτεραιότητα για την Τουρκία.
Επίσης, φρόντισε να δημοσιοποιήσει το ταξίδι του στο Αζερμπαϊτζάν και την επίσκεψή του στην ιστορική πόλη των Αρμενίων Σουσί, του Ναγκόρνο Καραμπάχ, που κατέλαβαν τα στρατεύματα του Αλίεφ, με την υποστήριξη του τουρκικού στρατού, τον Νοέμβριο του 2020. Επίσκεψη που έκανε την επόμενη της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ.
Με την επίσκεψη αυτή ο Ερντογάν ήθελε να δείξει την δεύτερη προτεραιότητα της Τουρκίας, που είναι ο Καύκασος.
Έτσι, από τη μια ο Ερντογάν παρουσίασε ένα φιλειρηνικό και συναινετικό πρόσωπο στη Σύνοδο Κορυφής, από την άλλη φρόντισε να δείξει ποιες είναι οι προτεραιότητες της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής, υποσχόμενος μάλιστα στη συνάντησή του με τον Εμανουέλ Μακρόν ότι θα συνεργαστεί μαζί του για την αποχώρηση των μισθοφόρων από τη Λιβύη, που έστειλε και πληρώνει ο ίδιος με τους μηχανισμούς του.
Όσον αφορά τις συναντήσεις που είχε στις Βρυξέλλες, όντως είδε τους ισχυρούς ηγέτες του ΝΑΤΟ. Φυσικά πιο σημαντική ήταν η συνάντηση με τον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν, όπου ο Ερντογάν υπέστη ψυχρολουσία σε δύο καίρια ζητήματα που τον απασχολούν: Κουρδικό και Αρμενικό. Για το πρώτο ο ίδιος είπε στη συνέντευξη Τύπου που έδωσε αμέσως μετά τη συνάντηση τα εξής:
«Έχουμε παρουσιάσει στους συμμάχους μας τις προτεραιότητες, τις ευαισθησίες και τις δικαιολογημένες προσδοκίες της Τουρκίας, ειδικά στο θέμα της καταπολέμησης της τρομοκρατίας, αλλά με λύπη μου υπογραμμίζω ότι συνεχίζεται να υφίσταται η παραμορφωμένη άποψη που διακρίνει τους συμμάχους στο θέμα των οργανώσεων και της τρομοκρατίας, μια άποψη που ταξινομεί τους τρομοκράτες σε καλούς και κακούς. Είναι σαφές ότι μια τέτοια αμφιλεγόμενη στάση δεν μπορεί να καταστρέψει την τρομοκρατία, αντίθετα, ενθαρρύνει τις τρομοκρατικές οργανώσεις…»
Συνεχίζοντας ο Ερντογάν, έκανε πιο σαφή αναφορά στο πρώτο ζήτημα εθνικής ασφάλειας που αντιμετωπίζει η Τουρκία, που είναι η συνεχιζόμενη υποστήριξη από πλευράς των ΗΠΑ της πολιτικής και στρατιωτικής οργάνωσης των Κούρδων της Συρίας, του PYD και του YPG.
Μάλιστα, για να ενισχύσει τη θέση της Τουρκίας ότι οι ως άνω είναι τρομοκρατικές οργανώσεις, φρόντισε ο ίδιος δύο μέρες πριν τη Σύνοδο Κορυφής να βομβαρδίσουν οι τουρκικές δυνάμεις το νοσοκομείο στο κατεχόμενο από τον τουρκικό στρατό Αφρίν, σκοτώνοντας 14 ανθρώπους και τραυματίζοντας 32. Αφού έστησε αυτήν την προβοκάτσια, έβαλε τα στρατευμένα ΜΜΕ να διαδίδουν ότι το έκαναν οι Κούρδοι και έτσι παρουσίασε «ατράνταχτα» στοιχεία τον κ. Μπάιντεν.
Είπε λοιπόν ο Ερντογάν: «Το Σάββατο η τρομοκρατική οργάνωση YPG/PYD βομβάρδισε το νοσοκομείο Şifa στο Αφρίν, σκότωσε 14 αθώους ανθρώπους και τραυμάτισε 32. Ακριβώς αυτή η τρομοκρατική ενέργεια αρκεί για να δείξει το αιματηρό, βρώμικο και άσχημο πρόσωπο αυτής της οργάνωσης, η οποία είναι εξοπλισμένη με συμμαχικά όπλα και των οποίων οι ηγέτες φιλοξενούνται σε κόκκινα χαλιά σε ορισμένες χώρες. Έχουμε καταστήσει σαφές και στη Σύνοδο αλλά και στις διμερείς μας επαφές ότι πρέπει να σταματήσει η υποστήριξη που δίδεται στο PKK / PYD.»
Από τα ίδια τα λόγια του κ. Ερντογάν προκύπτει ότι οι ΗΠΑ, άρα και οι λοιποί σύμμαχοι, θα συνεχίσουν να στηρίζουν τους Κούρδους στη Συρία, προς μεγάλη απογοήτευση του Ερντογάν. Επίσης, από τουρκικά ΜΜΕ πληροφορούμεθα ότι η αμερικανική πλευρά ξεκαθάρισε ότι δεν θα δεχτεί καμία επιχείρηση του τουρκικού στρατού στο έδαφος που ελέγχουν οι Κούρδοι στη Συρία.
Όσον αφορά το δεύτερο ζήτημα, το Αρμενικό, ο Ερντογάν, σε δηλώσεις που έκανε μια μέρα πριν την αναχώρησή του από την Τουρκία, είπε:
«Η 24η Απριλίου ήταν δυστυχώς μια πολύ, πολύ αρνητική διαδικασία για εμάς. Φυσικά, δεν θα περιμέναμε μια τέτοια προσέγγιση, αλλά αυτή η προσέγγιση μας έχει ενοχλήσει σοβαρά και δεν είναι δυνατόν να το θεωρήσουμε σωστό να γίνει η συνάντηση χωρίς να το αναφέρουμε. Επειδή η Τουρκία δεν είναι τυχαία χώρα. Η Τουρκία είναι σύμμαχος των Ηνωμένων Πολιτειών και του ΝΑΤΟ. Το γεγονός ανάμεσα σε δύο συμμάχους μπήκε το Αρμενικό Ζήτημα, που δεν έχει καμία σχέση με το ΝΑΤΟ, με μια τέτοια προσέγγιση, μας ενόχλησε και μας λύπησε. Φυσικά, δεν είναι δυνατόν να γίνει η συνάντηση χωρίς να το θυμίσω αυτό »
Δεν ξέρω αν ξέχασε τι είπε μόλις μια μέρα πριν ο κ. Ερντογάν, πάντως στις δηλώσεις που έκανε μετά τη συνάντηση, είπε: «Δόξα τω Θεώ, το Αρμενικό δεν συζητήθηκε στη συνάντηση με τον Μπάιντεν».
Όσον αφορά τη συνάντηση με τον Έλληνα πρωθυπουργό κ. Μητσοτάκη, ο Ταγίπ Ερντογάν είπε:
«Συζητήσαμε με τον κ. Μητσοτάκη. Του είπα: “Όπως και στη σημερινή μας συνάντηση, να μην παρεμβαίνουν τρίτοι (θεσμοί ή χώρες) μεταξύ μας. Αν πρόκειται να προχωρήσουμε, ας το κάνουμε μόνοι μας. Ας αφήσουμε τον ειδικό εκπρόσωπό σου και τον δικό μου ειδικό εκπρόσωπο να συναντηθούν και να μην ενημερώνουν. Έπειτα από αυτό, ας προχωρήσουμε μαζί. Ας προχωρήσουμε αναλόγως”.
…Αυτό ήταν το πιο σημαντικό ζήτημα στο οποίο συμφωνήσαμε, ας ελπίσουμε ότι από τώρα και στο εξής δεν θα παρεμβαίνουν τρίτοι (κράτη, θεσμοί και οργανισμοί). Αντί αυτών, να επικοινωνήσουν, ο Ibrahim Kalin και η Ελένη Σουρανή και στη συνέχεια να προχωρήσουμε στα ανάλογα βήματα. Αυτό είναι πολύ σημαντικό. Ήταν καλό, πήγε καλά. Ελπίζω να πάει καλά, έπειτα από αυτό».
Στο ζήτημα αυτό δεν ξέρω τι λέει η ελληνική πλευρά, αφού δεν είχαμε αντίστοιχες δηλώσεις για το θέμα.
Απλά να υπενθυμίσω ότι αν συμφωνήθηκε κάτι τέτοιο, που δεν το πιστεύω, είναι σίγουρα μια παραπλάνηση Καλίν προς τον Ερντογάν, αφού είναι αδύνατον ο κ. Μητσοτάκης να δέχτηκε κάτι τέτοιο.
Κι αυτό γιατί είναι γνωστό ότι η τουρκική διπλωματία θεωρεί τη συμμετοχή της Ελλάδας στην ΕΕ ως ένα στρατηγικό πλεονέκτημα έναντι της Τουρκίας και ότι για να το εξουδετερώσει, θέλει είτε να βγει η Ελλάδα από την ΕΕ, γι’ αυτό στήριζε φανερά το ηλίθιο δημοψήφισμα του 2015, είτε να γίνει και η ίδια μέλος.
Επειδή λοιπόν στην παρούσα συγκυρία δεν μπορεί αν πετύχει ούτε το ένα ούτε το άλλο, θέλει να βγάλει από τη μέση την ΕΕ και να μιλάμε μόνοι μας, Ελλάδα και Τουρκία.
Όπως λέει ο λαός μας, ο Ερντογάν «ψάχνει για χαζούς» και εξ όσων γνωρίζουμε, τέτοιοι δεν στεγάζονται στου Μαξίμου.