Όταν αναφερόμαστε στην ανάλυση της διεθνούς πολιτικής και αποκρυπτογραφούμε τη θέση της χώρας μας στο διεθνές και περιφερειακό γίγνεσθαι, δεν υπάρχει κανένα πεδίο σύγκρουσης μεταξύ καθηγητών του Α Πανεπιστημίου και καθηγητών του Β Πανεπιστημίου, δημοσιογράφων και πάσης προελεύσεως δημοσιολογούντων, διεθνολόγων και γεωπολιτικών αναλυτών.
Το μόνο «ντέρμπι των αιωνίων» αφορά τη φιλοπατρία και τον εθνομηδενισμό, την επιστημονική επιχειρηματολογία με άξονα την εθνοκρατική γεωστρατηγική ενάντια στις ιδεολογικές πομφόλυγες με άξονα τη… φαντασία ή και τη σκοπιμότητα.
Όπως σημειώνει ο Παναγιώτης Ήφαιστος στο έργο του Οι Διεθνείς Σχέσεις ως Αντικείμενο Επιστημονικής Μελέτης στην Ελλάδα και στο Εξωτερικό: «Έγκυρη γνώση περί τα διεθνή σημαίνει πρωτίστως ορθή εκτίμηση της κοινωνικοπολιτική μορφολογίας του παγκόσμιου χώρου. Αντίστροφα, δε συνιστά επιστημονική γνώση η εξώθηση της φαντασίας ίσαμε τα πλέον ουτοπικά όριά της». Συνεπώς, προτάσσεται η περιγραφή ως κανόνας μελέτης, η προσήλωση στην πραγματικότητα και η παραμέληση των ιδεολογικών φορτίσεων και αναφορών.
Εν τοις πράγμασι, το εν λόγω αφετηριακό πλαίσιο ανάλυσης έχει υπηρετηθεί παγκοσμίως από σημαντικές προσωπικότητες προερχόμενες από διαφορετικούς κλάδους, έχουσες διαφορετικές καταβολές και προσλαμβάνουσες. Με τη συστηματοποίηση της εκπαιδευτικής διαδικασίας επί του πεδίου των Διεθνών Σχέσεων δεν προσφέρεται η μοναδική δίοδος απόκτησης της γνώσης, πολλώ δε μάλλον όταν κάποιος έχει συγγράψει επ’ αυτού και έχει αποδείξει μέσω των δημοσιεύσεών του ότι είναι κορυφαίος κοινωνός του.
Άλλωστε, δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις καλών δημοσιογράφων, που συνιστούν εμβριθέστερους αναλυτές της διεθνούς πολιτικής εν σχέσει με «Καθηγητές». Το ίδιο ισχύει και με προερχόμενους από άλλους κλάδους μελετητές, οι οποίοι τελικά έχουν φθάσει να γνωρίζουν Θεωρία Διεθνών Σχέσεων σε πολύ ανώτερο επίπεδο εν σχέσει με «Πρωτοβάθμιους Καθηγητές – κατ’ όνομα Διεθνολόγους», που έχουν γράψει μόνοι τους μόνο τα αμφιλεγόμενα διδακτορικά τους. Αυτή η παρατήρηση ενέχει θέση γενικού σχολίου, αλλά ας μου επιτραπεί να γίνω πιο συγκεκριμένος.
Ο ποντιακής καταγωγής Καθηγητής Οικονομικής Γεωγραφίας και Γεωπολιτικής Θεωρίας του Πανεπιστημίου Αθηνών Ιωάννης Μάζης διαθέτει πρώτο πτυχίο Τοπογράφου-Μηχανικού από το γεραρό Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, όπου για πρώτη φορά διδάχθηκε σε προπτυχιακό επίπεδο το επιστημονικό αντικείμενο: Οικονομική Γεωγραφία και Ανάλυση Χώρου. Άλλωστε, η Σχολή του ήταν εκείνη η οποία πρώτη στην Ελληνική ακαδημαϊκή κοινότητα δίδαξε τα αντικείμενα αυτά από τις αρχές της δεκαετίας του ’80. Έκτοτε απέκτησε DEA (Διετούς φοιτήσεως Μεταπτυχιακό Δίπλωμα Εμβριθών Σπουδών/Diplome d’Études Approfondies. Στη Γαλλία ο τίτλος αυτός αποδίδεται μετά από την ολοκλήρωση τετραετούς κύκλου σπουδών και όχι όπως αποδίδεται το M.Sc. στο αγγλοσαξωνικό ακαδημαϊκό σύστημα, στο τέταρτο έτος σπουδών, είναι δηλαδή ισοδύναμο του Πτυχίου τετραετούς φοίτησης, επί της ουσίας) στη Γεωγραφία και έλαβε τον ανώτερο διδακτορικό τίτλο του Γαλλόφωνου κόσμου, τον τίτλο του “Docteur d’État es Sciences et Lettres” στη Γεωγραφία υπό την Εποπτεία του επιφανούς Καθηγητού Μaurice Wollkowitsch, στo Institut de Géographie d’Aix en Provence.
Όπως ανέφερε και ο μεγάλος Γάλλος θεωρητικός P. Lorot «H Γεωπολιτική είναι η κόρη της Γεωγραφίας/La géopolitique est la fille de la Géographie», ενώ ο Μ. Ναπολέων – τον οποίον τιμά η Γαλλία φέτος – είπε ότι «Η πολιτική του Κράτους εντοπίζεται στην Γεωγραφία του/La politique d’un État se trouve dans sa Géographie».
Ο Μάζης έχει κουραστεί να διορθώνει τους δημοσιογράφους που τον αποκαλούν «Διεθνολόγο» λέγοντάς τους ευγενικά ότι «ο ίδιος δεν είναι Διεθνολόγος αλλά Γεωγράφος-Γεωπολιτικός» διότι εκεί αναγνωρίζει την επιστημονική ταυτότητα της επιστήμης του!
Στην ίδια αναγνώριση και θεωρητική τεκμηρίωση της Γεωπολιτικής στα επιστημολογικά θεμέλια της Γεωγραφίας κινήθηκαν και εργάσθηκαν και πολλοί άλλοι σύγχρονοι στοχαστές του διεθνούς γίγνεσθαι όπως οι F. Ratzel, Sir Halford Mackinder, Yves Lacoste, J. Ancel, E. Reclus, A. Bailly, R. Ferras, A. Lipietz, M. Foucher, P. Claval, P. M. Gallois, R. Caplan, P. Lorot και άλλοι, ών ούκ έστι αριθμός. Σχολαστικά αναφέρονται και αναλύεται θεμελιωδώς το έργο τους, στο λαμπρό πόνημα του Καθηγητή Μάζη: Μεταθεωρητική Κριτική Διεθνών Σχέσεων και Γεωπολιτικής.
Ο αναγνώστης των ανωτέρω αντιλαμβάνεται εύκολα ότι η Γεωγραφία αποτελεί την «επιστημονική μήτρα» της Γεωπολιτικής και ως εκ τούτου, την αφετηρία ανάλυσης του διεθνούς γίγνεσθαι υπό συγκεκριμένες περιγραφικές, ποιοτικοποσοτικές και μαθηματικοποιημένες αρχές. Έχει συγγράψει δεκάδες βιβλία, δοκίμια και άρθρα Γεωπολιτικής, τα περισσότερα εκ των οποίων έχουν μεταφρασθεί και εκδοθεί στο εξωτερικό ιδίως στις μαθηματικές εκφράσεις της θεωρίας του (της Συστημικής Γεωπολιτικής Ανάλυσης) σε εγκυρότατους εκδοτικούς οίκους που στηρίζουν επιστημονικές ειδικές εκδόσεις, όπως ο Springer Verlag (Geojournal). Επίσης, σημαντικότατα, απολύτως πρόσφατα συγκριτικά κείμενα μεταξύ της προσέγγισης του Γερμανού πατέρα της Γεωπολιτικής F. Ratzel και της θεωρίας του Ι. Θ. Μάζη δημοσιεύθηκαν στον ίδιο έγκριτο διεθνή εκδοτικό οίκο Springer.
Όσον αφορά το πεδίο της Θεωρίας Διεθνών Σχέσεων υπό τη στενή έννοια, και την συγκριτική του επιστημολογική ανάλυση μεταξύ Γεωπολιτικής και Θεωρίας Διεθνών Σχέσεων, προτείνω το προαναφερθέν του πόνημα «Μεταθεωρητική Κριτική…», σχετικά με το οποίο ειλικρινά θα ήθελα να γνωρίζω πόσοι «Διεθνολόγοι» μπορούν να παρακολουθήσουν την πορεία σκέψης και το εύρος βιβλιογραφικών αναφορών (2.000 συνολικά βιβλιο-αναφορές!). Επιπροσθέτως, παρά το γεγονός ότι βρίσκεται μόλις λίγους μήνες πριν την αφυπηρέτησή του και ενώ άλλοι «Καθηγητές Διεθνολόγοι» σταμάτησαν να δημοσιεύουν μόλις έγιναν Αναπληρωτές, συνέγραψε από κοινού με τον γράφοντα και τη δρ Ξανθίππη Δωματιώτη το πόνημα περί θεωρίας και μεθοδολογίας των Διεθνών Σχέσεων, με τίτλο Structural Realism and Systemic Geopolitical Analysis. Convergences and Divergences το οποίο μεταφράστηκε και κυκλοφόρησε από γνωστό εκδοτικό οίκο της Νέας Υόρκης των ΗΠΑ.
Ο επιφανής Καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης και Φιλοσοφίας, Μεταξάς Αναστάσιος-Ιωάννης Δ., στο δεκάτομο συλλογικό του έργο με γενικό τίτλο: Πολιτική επιστήμη, Διακλαδική και συγχρονική διερεύνηση της πολιτικής πράξης. Πολιτική Μεθοδολογία: Οριοθετήσεις και απεγκλωβισμοί (σημαδιακός ο υπότιτλος!) και μάλιστα στον Ένατο τόμο του με ειδικό τίτλο ΙΧ. Πολιτική Μεθοδολογία καταχωρίζει το κείμενο περί της Μεθοδολογίας της Συστημικής Γεωπολιτικής Ανάλυσης του Καθηγητή Ι. Θ. Μάζη, μεταξύ των κειμένων των: Σπύρου Ασδραχά, Γιώργου Βέλτσου, Πάνου Καζάκου, Μοσχονά Νίκου, Δικαίου Κώστα, κ.τ.λ. Μέγιστη επιστημονική διάκριση του έργου του Ι. Μάζη, από τον χώρο της Πολιτικής Φιλοσοφίας όπως εκπροσωπείται υπερήφανα από τον «νέστορά του», Καθηγητή Μεταξά.
Ο Καθηγητής Ι. Θ. Μάζης τιμήθηκε με τον επιφανή τίτλο του «Ιππότου του Τάγματος του Ακαδημαϊκού Φοίνικος» της Γαλλικής Δημοκρατίας (2014) για τη συμβολή του στη μετεξέλιξη της Γαλλικής Σχολής της Γεωπολιτικής και έγινε δεκτός ως Εταίρος της Royal Society of Arts, UK (1996).
Ενδιαμέσως, υπήρξε πλήθος διεθνών επιστημονικών δημοσιεύσεων τόσο επί της Θεωρίας Διεθνών Σχέσεων, όσο και επί της Γεωπολιτικής. Ωστόσο, ποιος θέτει τα όρια μεταξύ αυτών των φαινομενικά διαφορετικών πεδίων; Μήπως η ακαδημαϊκή μικροπολιτική και η άκρατη ελλαδική λογική των κατά τόπους «μαγαζιών»; Ο ίδιος ο Ιωάννης Μάζης ορίζει τη γεωπολιτική ανάλυση σε αντίστιξη με το ζήτημα της κατανομής ισχύος και τονίζει ότι «µελετά, περιγράφει και προβλέπει τις συμπεριφορές και τις επιπτώσεις των σχέσεων των αντιτιθεμένων και διακριτών πολιτικών δράσεων ανακατανομής ισχύος και των ιδεολογικών μεταφυσικών που τις καλύπτουν, στο πλαίσιο των γεωγραφικών συμπλόκων που οι πολιτικές αυτές εφαρμόζονται».
Ποιος «Διεθνολόγος» (άραγε απονέμεται πτυχίο με αυτόν τον τίτλο ή κερδίζεται ως τίτλος από το ίδιο το συγγραφικό έργο;), ο οποίος είναι συνεπής προς το θουκυδίδειο κεκτημένο, διαφωνεί με την ανάγκη αξιολογικά ελεύθερης μελέτης και αποτύπωσης του διακρατικού φαινομένου; Ποιος διαφωνεί με την εστίαση στην έννοια της ισχύος ή με την περίσκεψη για τις «ιδεολογικές μεταφυσικές» ως πλαίσια στρατηγικής νομιμοποίησης; Εκτός αν δεν έχει διαβάσει όσα καταγράφει ο Martin Wight περί των ιστορικών περιπτώσεων σύμπλευσης ρεαλισμού και επαναστατισμού. Άραγε δύναται να αντικρούσει ότι τα αίτια και αιτιατά εξετάζονται υπό πλανητικούς ή περιφερειακούς γεωγραφικούς όρους; Εκτός αν αγνοεί τον John Mearsheimer και όσα τεκμαίρει περί του πρακτικώς αδύνατου της ανάληψης ρόλου πλανητικού ηγεμόνα από κάποιον κρατικό δρώντα λόγω των μεγάλων υδάτινων εκτάσεων.
Εν ολίγοις, με αφορμή τις μειοψηφικές περιπτώσεις πικρόχολης και έμπλεης ζηλοφθονίας κριτικής του διαδικτύου, ας θυμηθούμε άπαντες ότι βασική κατευθυντήρια της σκέψης μας περί τα διεθνή οφείλει να είναι η αναγκαία αφοσίωσή μας στην ανάλυση της κατανομής της ισχύος, στην αποδοχή της ετερότητας των κοινωνιών και στην άναρχη δομή του διεθνούς συστήματος. Οιοσδήποτε παραμένει συνεπής προς τις προκείμενες αρχές, είναι αδύνατον να συμπαραταχθεί με εθνομηδενιστικές απόψεις και θεωρώ ότι αυτό εν τέλει έχει σημασία στο γεωπολιτικό μεταίχμιο, στο οποίο βρισκόμαστε.