Τα πρωτοκλασάτα στελέχη νεοσύστατης κυβέρνησης κατεβαίνουν για την πρεμιέρα στο αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου. Εκτός των άλλων, στον πρωταγωνιστικό ρόλο είναι –εντελώς αξιοκρατικά– δικό τους παιδί.
Η παράσταση δεν ήταν ούτε καλή, ούτε κακή. «Στα όρια του μετρίου και αρκούντως βαρετή», τη χαρακτήρισαν οι κριτικοί της εποχής.
Η πρωταγωνίστρια, βέβαια, ενθουσιασμένη από το… θρίαμβό της έκανε δύο υποκλίσεις, κάτι ανεπίτρεπτο για την Επίδαυρο. Στη δεύτερη γλίστρησε και έπεσε. Και τότε ακούστηκε από τις κερκίδες φωνή γνωστού θεατράνθρωπου: «Μαντάμ, το χώμα εκδικείται»!
«Μας βλέπουν και μικρά παιδιά»
Το πρώτο τεράστιο γιουχάισμα σε παράσταση αρχαίου δράματος χρονολογείται από το 1959. Ήταν οι Όρνιθες σε σκηνοθεσία Καρόλου Κουν. Η διαχρονική αξία όμως της παράστασης δικαίωσε τους δημιουργούς και έδειξε ότι το κοινό δεν κατάλαβε πόσο μπροστά ήταν.
1982. ΚΘΒΕ. Ο Ανδρέας Βουτσινάς σκηνοθετεί την Ελένη του Ευρυπίδη. Ένα έργο που δεν ανεβαίνει πολύ συχνά καθώς δεν είναι εύκολο να μπει σε κατηγορία. Είναι δράμα; Κωμωδία; Όπως και να ‘χει το συγκεκριμένο ανέβασμα δίχασε, αφού στο σκηνικό εμφανίζονταν σιντριβάνια, πισίνες, πυροτεχνήματα και έντονα χρώματα. Συν μια υπαινικτική (σχεδόν γυμνή) παρουσία της Λυδίας Φωτοπούλου.
Στο φινάλε ο Κεφαλονίτης δημιουργός έκανε υπόκλιση κρατώντας στην αγκαλιά του το σκυλάκι του, τη Μίκα, πράξη που δυναμίτισε ακόμα περισσότερο το κλίμα.
1984. Διπλό χτύπημα. Μοντέρνα και νεωτεριστική για την εποχή της η Αντιγόνη του Σοφοκλή σε σκηνοθεσία Γιώργου Ρεμούνδου, από το Εθνικό Θέατρο, με την Μαρία Σκούντζου στον ομώνυμο ρόλο και τον Νικήτα Τσακίρογλου ως Κρέοντα. Ωστόσο, όταν η πρωταγωνίστρια βγήκε στη σκηνή σέρνοντας βαριές αλυσίδες το κοινό αντέδρασε με γιουχαΐσματα και γέλια.
Λίγο αργότερα το ίδιο καλοκαίρι το ΚΘΒΕ ανέβασε την Άλκηστη του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Γιάννη Χουβαρδά, με πρωταγωνίστρια τη Φιλαρέτη Κομνηνού. Μετά τον θάνατο-θυσία της ηρωίδας για να σωθεί ο ετοιμοθάνατος σύζυγός της Άδμητος και τα «συλλυπητήρια», φωτίζεται το γυάλινο πατάρι του Διονύση Φωτόπουλου για να εξελιχθεί ερωτική σκηνή. Αποτέλεσμα, η ηχηρή αποχώρηση της Άννας Συνοδινού – και όχι μόνο.
Ένα τσιγάρο δρόμος
Το 1985 ως πρωταγωνίστρια η Τζένη Καρέζη κατεβαίνει στην Επίδαυρο στη Μήδεια και την επόμενη χρονιά η Αλίκη Βουγιουκλάκη στη Λυσιστράτη. Τα μέσα μιλάνε για βεβήλωση του χώρου, αλλά το κοινό δεν τους ακούει. Κοινώς η Αλίκη την έβγαλε καθαρή και στη Λυσιστράτη και στην Αντιγόνη το 1990. Η Καρέζη όμως;
1989. Η Τζένη Καρέζη και ο Κώστας Καζάκος πρωταγωνιστούν στον Οιδίποδα Τύραννο του Σοφοκλή, σε σκηνοθεσία Ρόμπερτ Στούρουα. Όταν ο Αγγελιοφόρος της Άννας Μακράκη βγάζει αναπτήρα για να ανάψει τσιγάρο επί σκηνής το κοινό αποδοκιμάζει έντονα. Το εύρημα δεν θα επαναλήφθηκε την επομένη: για να διασφαλισθεί η ομαλή λειτουργία της παράστασης ο Γεωργιανός σκηνοθέτης έκοψε τη σκηνή.
Πολλά χρόνια αργότερα ο Κώστας Καζάκος δήλωσε: «Του λέγαμε εμείς: “Άστο καλύτερα, μην το βάζεις αυτό!”, ανυποχώρητος αυτός. Ε, βλέποντας το τσιγάρο αντέδρασε μια παρέα, ακολούθησε μια άλλη, άρχισαν να ακούγονται κάτι γιουχαΐσματα.
»Εγώ έπρεπε να βγω αμέσως μετά ως Οιδίποδας που μόλις έχει βγάλει τα μάτια του. Η κορυφαία σκηνή του έργου. Δύο σελίδες μονόλογος. Η Τζένη με παρακάλαγε στα παρασκήνια να μην βγω. Τι να μην βγω; Δεν γίνονται αυτά. Με έπιασε ο διάολος να κάνω τα πάντα για να ξεχαστεί γρήγορα αυτό το φάλτσο. Μετά από τις πρώτες αράδες του μονολόγου ηρέμησε ο κόσμος και στο τέλος πήρα και χειροκρότημα. Το θεώρησα μία προσωπική μου νίκη».
Άγριες καταστάσεις
Την δεκαετία του 1990 ο εγχώριος θεατρικός χάρτης άλλαξε. Ευτυχώς. Νέα ρεύματα, νέες τάσεις και πολλές φρέσκιες ιδέες από το εξωτερικό άρχισαν να βρίσκουν πρόσφορο έδαφος στην χώρα μας. Όχι πάντα.
1997. Ο Μηνάς Χατζησάββας υποδύεται τον Διόνυσο στις Βάκχες του Ευριπίδη από το ΚΘΒΕ, σε σκηνοθεσία Ματίας Λάνγκχοφ. Το σφαγείο με τα σφαχτά, ο γυμνός πρωταγωνιστής (στα τέσσερα) και η Γαλλίδα που δεν μπορεί να μιλήσει ελληνικά προκαλούν τις έντονες αποδοκιμασίες του κοινού, με τον Γερμανό σκηνοθέτη να κατηγορείται ως προκλητικός και ιερόσυλος.
Δεν είναι λίγοι αυτοί που μίλησαν για μια ολέθρια εμπειρία, για τη χειρότερη παράσταση της ζωής τους, και άλλα τέτοια.
Βάτραχοι Χ. Το Χ όπως…
2008. Η χρονιά κόλαφος για την Επίδαυρο. Αρχικά ανεβαίνουν οι Βάτραχοι Χ από το Εθνικό Θέατρο σε σκηνοθεσία Δημήτρη Λιγνάδη.
«Η φτερού στην Επίδαυρο», έγραψε πολύ γνωστός κριτικός περιγράφοντας τα δρώμενα επί σκηνής: Ένας Γιώργος Μαρίνος να μην ξέρει τι ρόλο κάνει, η Δήμητρα Ματσούκα να περιφέρεται, αστεία παλιακά και σεξιστικά, αντικείμενα που προκαλούσαν αποτροπιασμό, ενώ ο κόσμος από ένα σημείο και μετά άρχισε να φεύγει σωρηδόν.
Σε όλους όσοι παρέμειναν αξέχαστη έχει μείνει η στιγμή που pulp πανελατζής εκείνης της περιόδου μονολόγησε δυνατά –και λόγω της ακουστικής ακούστηκε παντού– το: «Καλύτερα στο Δελφινάριο».
Και φτάνουμε στην κορύφωση. Η τότε καλλιτεχνική διευθύντρια του ΔΗΠΕΘΕ Πάτρας Λυδία Κονιόρδου προσκάλεσε τον Ρώσο Ανατόλι Βασίλιεφ να σκηνοθετήσει τη Μήδεια του Ευριπίδη. Της παράστασης προηγήθηκαν εργαστήριο υποκριτικής και πολύμηνες πρόβες. Τελικά τίποτα από όλα αυτά δεν εμπόδισε το κοινό να γιουχάρει επί μακρόν, αποδοκιμάζοντας ακόμη και την πρωταγωνίστρια – και ας τη χειροκροτούν στο τέλος.
Όλα ξεκίνησαν από την τεράστια διάρκεια της παράστασης. Ο κόσμος είχε αρχίσει να δυσανασχετεί.
Εκεί όμως που η οργή εκδηλώθηκε σε όλο της το μεγαλείο ήταν όταν η Αγλαΐα Παππά άρχισε να διηγείται πώς η Μήδεια έγινε μητροκτόνος, με την Αλεξία Καλτσίκη να απαγγέλλει το ίδιο κείμενο στα γαλλικά και τον Βασίλη Κουκαλάνι στα αγγλικά, μια ταυτόχρονη τριγλωσσία-σχόλιο πάνω στην παγκοσμιοποίηση, που εκείνη τη στιγμή απλώς δεν ενδιέφερε κανέναν.
Τα «ου!» και τα «ντροπή!» άρχισαν να πέφτουν βροχή. Έκτοτε και για περισσότερο από μία ώρα η «αρένα» φλεγόταν. Με τον κόσμο να τσακώνεται («Ντροπή σου, Κονιόρδου!», ο ένας, «Ντροπή σε εσένα! Αν δεν σου αρέσει να φύγεις!», ο άλλος) και με τους ηθοποιούς να προσπαθούν να παίξουν μέσα σε απόλυτα εχθρικό περιβάλλον.
Το φάουλ ήταν ενός εξ αυτών, του Νίκου Ψαρρά, ο οποίος κατά το θρήνο του Ιάσονα, μην αντέχοντας τα γέλια και τα σχόλια –τα οποία γίνονταν πλέον φωναχτά–, φώναξε εκτός κειμένου: «Έλεος!». Αυτό έριξε λάδι στη φωτιά: «Αυτό λέμε κι εμείς, έλεος!», του απάντησε ένας θεατής.
Και η αποσυντονισμένη κατάσταση εκτροχιάστηκε ακόμη περισσότερο.
Για να οδηγήσει σε ένα φινάλε λουσμένο στα σφυρίγματα αποδοκιμασίας και στα «αίσχος!». Τα «μπράβο!» που ακούστηκαν στην υπόκλιση της ηρωικής Κονιόρδου, η οποία άντεξε και έφτασε ως το τέλος με απόλυτη συγκέντρωση –αν μπορούσε ας έκανε κι αλλιώς από τη στιγμή που εκείνη έφερε τον Βασίλιεφ– δεν ήταν αρκετά για να απαλύνουν τις εντυπώσεις.
Για την ιστορία, ο σκηνοθέτης δεν εμφανίστηκε στην υπόκλιση, ενώ η τελική διάρκεια της παράστασης στην πρεμιέρα ήταν 4 ώρες παρά ένα τέταρτο. Μετά φαγώθηκε μία ώρα περίπου.
Ύστερα από την παραπάνω παράσταση, το γεγονός ότι την επόμενη χρονιά αποδοκιμάστηκαν Οι Πέρσες σε κάποια σημεία τους –με μπροστάρισα την Κατερίνα Γιουλάκη– φαντάζει πταίσμα.
Σπύρος Δευτεραίος