Στην επίσημη ιστοσελίδα των Βραβείων Νόμπελ μπορεί κανείς ακόμα και σήμερα να βρει καταχωρισμένη την υποψηφιότητα του Μουσταφά Κεμάλ το 1934, τη χρονιά που πήρε το προσωνύμιο «Ατατούρκ» (πατέρας των Τούρκων).
Η πρόταση έγινε από τον Ελευθέριο Βενιζέλο· στα σχόλια υπάρχει η σημείωση ότι, αν και το όνομα προστέθηκε στην τελική λίστα, εντούτοις δεν υπάρχει γραπτή αξιολόγηση της υποψηφιότητας.
Όσο και αν φαίνεται αδιανόητη μια τέτοια κίνηση, ιδίως όταν έχουν προηγηθεί τα εγκλήματα σε βάρος του ελληνικού στοιχείου στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αλλά και η Μικρασιατική Καταστροφή, η επιστολή (γραμμένη στα γαλλικά) βρίσκεται στο Μουσείο Μπενάκη, στο αρχείο Ελευθέριου Βενιζέλου.
Η πρόταση έγινε, όπως γράφει, διότι είχε διακρίνει την πιθανότητα συνεννόησης με την αναγεννημένη Τουρκία, η οποία βγήκε από τον πόλεμο ως εθνικό κράτος. «Της τείναμε το χέρι, το οποίο εκείνη δέχθηκε και έσφιξε με ειλικρίνεια» είναι η χαρακτηριστική φράση.
Επίσης τονίζει ότι η ελληνοτουρκική προσέγγιση μπορεί να χρησιμεύσει ως παράδειγμα συνεννόησης ανάμεσα σε δύο λαούς τους «οποίους έχουν διαιρέσει οι πλέον σοβαρές διαφορές». Η πρόταση που προκάλεσε αίσθηση σε ολόκληρη την Ευρώπη έχει αναφορά και στο ελληνοτουρκικό σύμφωνο του 1930, «που σημάδεψε μια νέα εποχή στην πορεία της Εγγύς Ανατολής προς την ειρήνη».
Με λίγα λόγια, ο Ελευθέριος Βενιζέλος επιχειρηματολόγησε προς τον πρόεδρο της επιτροπής των Βραβείων Νόμπελ λέγοντας ότι ο Μουσταφά Κεμάλ πρέπει να τιμηθεί επειδή έθεσε τέρμα στους πολέμους που συγκλόνισαν την Ανατολή μέσω της ελληνοτουρκικής συνεννόησης.
Το Ελληνοτουρκικό Σύμφωνο Φιλίας, Ουδετερότητας, Συνδιαλλαγής και Διαιτησίας, όπως είναι η επίσημη ονομασία του, επιστέγασε στις 30 Οκτωβρίου 1930 την προσέγγιση των πρωθυπουργών των δύο χωρών· τον Ιούνιο του ίδιου έτους είχε προηγηθεί η Συμφωνία της Άγκυρας, με την οποία αντιμετωπίζονταν όλες οι εκκρεμότητες μεταξύ των δύο χωρών και παραχωρούνταν οριστικά οι περιουσίες των προσφύγων στο νέο τουρκικό κράτος.
Οι υποστηρικτές της πολιτικής του Ελευθέριου Βενιζέλου θεωρούν ότι μετά και τους Βαλκανικούς, τη Μικρασιατική Καταστροφή και την Ανταλλαγή ο στόχος της εθνικής ολοκλήρωσης είχε επιτευχθεί, με τα όρια του ελληνικού κράτους να ταυτίζονται με τον ελληνισμό. Συνεπώς, προκειμένου να γίνει ανόρθωση του κράτους έπρεπε να λυθούν οριστικά οι εκκρεμότητες με την Τουρκία.
Ωστόσο, οι αποφάσεις αυτές τον έφεραν αντιμέτωπο με τους πρόσφυγες, που στην πλειοψηφία τους ήταν βενιζελικοί, καθώς τον θεωρούσαν «σωτήρα της πατρίδας».