Οι Πόντιοι όπου κι αν βρέθηκαν, αργά ή γρήγορα ρίζωσαν και θέριεψαν. Και με τη δική τους πρόοδο κατάφεραν να βοηθήσουν και τις κοινωνίες που τους υποδέχθηκαν στα πέρατα της γης. Αυτή είναι η πορεία και του Τσαλκαλή Βαλέριου Δανιηλίδη, δημοτικού συμβούλου Λευκωσίας και υποψήφιου βουλευτή με το κόμμα της Αλληλεγγύης στις επερχόμενες κυπριακές βουλευτικές εκλογές της 30ης Μαΐου, που γεννήθηκε στο Γκουμπάτι της Γεωργίας αλλά παλιννόστησε στην Ελλάδα και αφού σπούδασε έφτιαξε τη ζωή του στην Κύπρο.
Μίλησε στο pontosnews.gr για το πώς από την Τσάλκα και τη Θεσσαλονίκη έφτασε στη Λευκωσία, γιατί έμεινε στην Κύπρο και τι επιδιώκει με τη ενασχόλησή του με τα κοινά.
Από την Τσάλκα, στη Θεσσαλονίκη και την Αθήνα και σήμερα στην Κύπρο. Πώς βρεθήκατε στο μαρτυρικό νησί και γιατί μείνατε;
Γεννήθηκα σε ένα μικρό χωριό στα βουνά της ελληνικής περιοχής Τσάλκα της Γεωργίας, το οποίο ονομάζεται Γκουμπάτι. Τελείωσα το σχολείο το 1991 στην Γεωργία στον Καύκασο και παλιννόστησα στην Ελλάδα, στη Θεσσαλονίκη. Κατόπιν επισκέφθηκα για πρώτη φορά στην Κύπρο το 1998.
Ήρθα εδώ για οκτώ μέρες και ερωτεύτηκα τον τόπο αυτόν τόσο ώστε αποφάσισα να μείνω εδώ για την υπόλοιπη ζωή μου.
Ο λόγος όμως που με έφερε αρχικά σ’ αυτό το μέρος, ήταν για δω την Πράσινη Γραμμή και τα αποτελέσματα της Εισβολής του 1974. Διότι τυχαίνει αυτή να είναι η χρονιά που γεννήθηκα και που στην Τσάλκα επί πολλά χρόνια άκουγα τις ιστορίες για την τραγική εκείνη στιγμή του Ελληνισμού.
Κάτι που δεν ξέρουν πολλοί είναι πως στην Τσάλκα το 1974 πολλά νέα παιδιά αλλά και μεγάλοι άνδρες με οικογένειες απαίτησαν από τις Σοβιετικές Αρχές να τους επιτρέψουν να έρθουν στην Κύπρο εθελοντές. Και αυτό, αργότερα το πλήρωσαν εκείνοι και οι οικογένειές τους με διώξεις και διακρίσεις από το γνωστό τότε καθεστώς.
Με την επίσκεψή μου στην Κύπρο, ένιωθα ταυτόχρονα πως κατά κάποιον τρόπο αποτίω φόρο τιμής προς εκείνους τους εν πολλοίς αγνώστους Ποντίους πατριώτες της ιδιαίτερής μου πατρίδας.
Το όνειρο κάθε Τσαλκαλή από τον πρώτο ξεριζωμό στις αρχές του 1800, ήταν να γυρίσει στην Ελλάδα. Μεγαλώσαμε ακούγοντας τους παλιούς να λένε: «Όντεν αποθάνω, σην Ελλάδαν θάψτε με». Χωρίς οι ίδιοι να ξέρουν πού πέφτει καν αυτή η Ελλάδα. Τελικά, ανήκω στην τυχερή εκείνη γενιά που πραγματοποίησε το όνειρο των προηγούμενων έξι γενεών.
Είστε Πόντιος. Πείτε μας για την απώτερη καταγωγή σας και πώς αυτή έχει επηρεάσει στις έως τώρα επιλογές ζωής που έχετε κάνει.
Σχεδόν όλοι οι σύγχρονοι Έλληνες έχουμε μια απώτερη καταγωγή και, εξ αυτής, μια ιδιαίτερη πατρίδα. Αυτήν όπου γεννηθήκαμε. Όπου μεγαλώσαμε. Όπου ερωτευτήκαμε για πρώτη φορά.
Απ’ την άλλην έχουμε τη μεγάλη, κοινή μας Πατρίδα. Αυτή όμως η τελευταία, ειδικά για εμάς τους Πόντιους στην Κύπρο, συνδυάζει τρεις πατρίδες μαζί: την Ελλάδα, την Κύπρο και τον Πόντο.
Θα αναφερθώ πρώτα στις αρχές που μου έδωσε ο πατέρας μου. Το κυριότερο είναι ο σεβασμός μέσα στην οικογένεια. Να προσέχω την συμπεριφορά μου και να προστατεύω την αξιοπρέπειά μου. Να είμαι έντιμος και ειλικρινής και να μην δώσω ποτέ αφορμή στα παιδιά μου να ντρέπονται για το επώνυμό τους και τις ενέργειες του πατέρα τους. Ακόμα και μετά τον θάνατό του. Αυτό το παράδειγμα θέλω να είμαι για τα παιδιά μου. Στην μέχρι τώρα πορεία μου το έχω πετύχει. Θα βάλω τα δυνατά μου αυτό να μην χαλάσει ούτε στο μέλλον.
Από την άλλην, εμείς οι Πόντιοι τυχαίνει να ανήκουμε στις τάξεις των Ελλήνων που έχουν πιο ζωντανή στην συλλογική μας μνήμη και παράδοση την βαρβαρότητα της Γενοκτονίας από τους Τούρκους. Η φρίκη των όσων περάσαμε και ο μαζικός Ξεριζωμός χάραξαν μια ιδιαίτερη ψυχοσύνθεση στις οικογένειες όσων επέζησαν. Μια από αυτές είναι πως, παρότι στερηθήκαμε επανειλημμένα τις πατρογονικές μας εστίες, αυτό δεν μας σταμάτησε να ξεκινήσουμε απ’ την αρχή και να δημιουργήσουμε ξανά εστίες Ελληνικού πολιτισμού, εκεί όπου βρεθήκαμε. Αυτήν την δυναμική έχει ο Πόντιος Έλληνας, να μην τα παρατά στις αντίξοες συνθήκες αλλά να τολμά να δημιουργεί πάλι και πάλι αν χρειαστεί. Να φτιάχνει παντού «Μικρές Ελλάδες» που διατηρούν την πίστη μας, τα ήθη τα έθιμα και τις παραδόσεις των προγόνων, ακόμα και χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά, ακόμα και στα πιο απίθανα μέρη και τόπους.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό που βοηθάει εμάς τους Πόντιους είναι η χαρακτηριστική τους ομοψυχία, μπροστά στην δύναμη της ανάγκης. Η βαθιά συναίσθηση ότι βρίσκονται μόνοι τους σε αφιλόξενους ή ακόμα και εχθρικούς τόπους, χωρίς να έχουν να περιμένουν από πουθενά βοήθεια, τους κάνει πιο ώριμους και συντελεί στο να δημιουργούνται συναινέσεις και συλλογικότητες για το κοινό καλό που τελικά συντελούν στην κοινή πρόοδο. Πολλοί λένε ότι αυτό έχει ίσως χαθεί στη σύγχρονη εποχή. Είναι όμως σίγουρα κάτι που διακρίνει τους πιο πρόσφατα παλιννοστήσαντες και δίνει σε μας την αυτοπεποίθηση να προχωρήσουμε μακριά από τις πεπαλαιωμένες νοοτροπίες και να παλέψουμε για την ενότητα.
Τελικά όχι μόνο μείνατε στην Κύπρο, αλλά ασχοληθήκατε και με τα κοινά. Πώς μπήκατε στον στίβο της πολιτικής;
Συμμετείχα πρώτη φορά στις προηγούμενες δημοτικές εκλογές όπου οι συμπολίτες μου με εμπιστεύτηκαν στη θέση του Δημοτικού Συμβούλου στον Δήμο Λευκωσίας. Συμμετέχω σε διάφορες επιτροπές και είμαι πρόεδρος της επιτροπής Αθλητισμού και Νεολαίας τα τελευταία 4 χρόνια.
Θεωρώ ότι είχαμε πολύ καλή πρόοδο στον τομέα αυτόν. Ο αθλητισμός στην Λευκωσία έχει περάσει σε ανώτερο επίπεδο αλλά η τελευταία κατάσταση με την πανδημία έχει παγώσει τις προσπάθειες. Παρόλα αυτά θεωρώ ότι πολύ σύντομα θα επανέλθουμε δριμύτεροι.
Ο λόγος που αποφάσισα να ασχοληθώ με τα κοινά υπήρξε ως γονιός, το όνειρό μου τα παιδιά μας να ζήσουν σε μια καθαρή κοινωνία, με δικαιοσύνη, που παρέχει ίσες ευκαιρίες στο καθένα, ανεξάρτητα από κοινωνική προέλευση ή τα εισοδήματα των γονιών του.
Έτυχε να ζήσω τις δυσκολίες στο πετσί μου από μικρός και γνώρισα τις ανάγκες και τις δυνατότητες της Κύπρου. Παρά το ότι δεν είμαι γέννημα θρέμμα αυτής. Αλλά και της Ελλάδας και άλλων πολλών χωρών όπου με ταξίδεψε η μοίρα. Το μεγαλείο όμως αυτής της μικρής γωνιάς της ευρύτερης Πατρίδας μας είναι αυτό. Αν και όχι χωρίς δυσκολίες, ωστόσο δίνει την δυνατότητα σε αξιόλογα πρόσωπα να διαπρέψουν. Αν την δυναμώσουμε ακόμα λίγο, θα μπορέσουν τα παιδιά μας να μεγαλουργήσουν χωρίς να έχουν την ανάγκη από οποιοδήποτε «μέσον». Αυτό θέλω να πετύχω κι αυτή είναι μια από τις φιλοδοξίες μου.
Σήμερα είστε υποψήφιος βουλευτής με την Αλληλεγγύη στη Λευκωσία. Γιατί με την Αλληλεγγύη και γιατί τώρα;
Εκτός από τις συγκεκριμένες θέσεις της για την ορθή και αποτελεσματική λειτουργία του κράτους που με βρίσκουν σύμφωνο, η Αλληλεγγύη έμεινε ως το μόνο ίσως κόμμα που εκφράζει χωρίς φόβο αλλά με το απαιτούμενο πάθος τις απόψεις που όλοι οι Έλληνες συμμεριζόμαστε κατ’ αρχήν στο Κυπριακό. Δηλαδή, μια δίκαιη λύση σύμφωνα με το διεθνές και εγχώριο δίκαιο.
Η διαφορά είναι ότι η Αλληλεγγύη αποκρούει κάθε είδους εκβιαστικές, επιβαλλόμενες, και στην πράξη αναποτελεσματικές συμφωνίες. Την στιγμή που, επί δεκαετίες παρακολουθούμε ανήμποροι τις εθνικές μας θέσεις ολοένα να «στρογγυλεύονται» από τις πολιτικές ηγεσίες, με επιχείρημα τη λογική του αδυνάμου ή την δικαιολογία «τί να κάνω, έτσι συμφώνησε ο προηγούμενος».
Μακάρι και τα άλλα κόμματα να κινούνταν προς αυτήν την κατεύθυνση. Είμαι όμως σίγουρος ότι θα βρεθούν υποστηρικτές των θέσεών μου και θα με τιμήσουν με την ψήφο τους ανεξάρτητα από τις κομματικές τους καταβολές.
Με ποιο τρόπο πιστεύετε ότι μπορείτε να βοηθήσετε την Κύπρο με την παρουσία σας στο Κοινοβούλιο;
Το έργο που διεκπεραιώνεται στο Δημοτικό Συμβούλιο για τους δημότες, είναι μια μικρογραφία του έργου της Βουλής για όλους τους πολίτες. Με αυτό το βλέμμα, θεωρώ το λειτούργημα του βουλευτή είναι στη βάση του απλό. Η σωστή και τεκμηριωμένη άποψη στην λήψη των αποφάσεων. Και η πιο σημαντική παράμετρος: η τήρηση και εφαρμογή των νόμων κατά τη λήψη αυτών των αποφάσεων.
Είμαι ένας τεχνοκράτης ο οποίος κάνει ό,τι επιτάσσει ο νόμος. Και όταν είναι να ψηφίζει νόμο ή να προτείνει νόμο, θα το κάνει όπως επίσης επιτάσσει το Σύνταγμα, ο υπέρτατος νόμος του κράτους, και το καλό της Πατρίδας.
Ακόμα και αν αυτό δυσαρεστεί πολύ κόσμο, εκείνους που επιθυμούν να βολεύονται εις βάρος άλλων. Γιατί οι νόμοι και το Σύνταγμα πρέπει να τηρούνται πρώτα από όλα από τους ίδιους τους βουλευτές, ειδικά όταν παίρνουν αποφάσεις και ψηφίζουν νόμους για όλους τους πολίτες.
Θα μου επιτρέψετε να ρωτήσω πώς αποτιμάτε τα αποτελέσματα της άτυπης Πενταμερούς; Θα θέλατε να αξιολογήσετε τη στάση της κυπριακής και της ελληνικής κυβέρνησης;
Τις εξελίξεις στο Κυπριακό τις βλέπω από μέσα τα τελευταία 20 χρόνια. Χωρίς κομματικές ή συναισθηματικές παρωπίδες δεκαετιών. Έχω μελετήσει τα λάθη και τα επιτεύγματα των διοικούντων αυτού του τόπου από την ίδρυση της Δημοκρατίας έως το σήμερα. Με αντικειμενικό τρόπο, χωρίς να χαρίζομαι στη μια ή την άλλη, ή την τρίτη πλευρά. Έτσι μπορώ να αναγνωρίζω τους αγώνες των μεν και των δε και συνάμα να διακρίνω και τα λάθη τους. Από αυτά έχω καταλήξει στα συμπεράσματά μου.
Δυστυχώς, οι λύσεις που προωθούνται από τα μεγάλα κόμματα της Κύπρου, είτε αυτά αφορούν ομοσπονδία με οποιονδήποτε μανδύα, είτε συμφωνίες επ’ ίσης βάσεως, είτε «νεορεαλιστικές» προσεγγίσεις με νέες παραχωρήσεις, δεν βλέπω να έχουν μέλλον.
Η λύση είναι μια. Ενιαίο κράτος με ίσα δικαιώματα για κάθε πολίτη. Μία χώρα, μία ψήφος για κάθε άτομο ανεξαρτήτως καταγωγής. Μια ευρωπαϊκή Κυπριακή Δημοκρατία χωρίς θρησκευτική ή εθνική διάκριση μεταξύ των πολιτών της σε διοικητικό επίπεδο.
Δεν είμαι αισιόδοξος για οποιαδήποτε διπλωματική προσπάθεια που εκφεύγει από το πιο πάνω πλαίσιο και το βάζει σε διαπραγμάτευση. Με οποιαδήποτε σύνθεση και όπως και να την ονομάσουν.
Πώς πρέπει να κινηθούν Κύπρος και Ελλάδα στον επόμενο γύρο των συνομιλιών με την τουρκοκυπριακή πλευρά, εάν και εφόσον πραγματοποιηθούν;
Οι όποιες διαπραγματεύσεις έξω από το πλαίσιο που προανέφερα είναι επιδιώξεις της Τουρκίας, όχι μόνο για ανεξάρτητο τουρκοκυπριακό κράτος, αλλά και κατάλυση ολόκληρης της Κύπρου. Η κατάσταση σήμερα το αποδεικνύει στο έπακρο.
Βήμα-βήμα η Τουρκία μετά από μια βάρβαρη επεμβατική πολεμική επιχείρηση σε έδαφος τρίτης χώρας, με νεκρούς, αγνοουμένους, εγκλήματα πολέμου σε βάρος αμάχων και χιλιάδες πρόσφυγες εκτοπισμένους και παρόλο που εξακολουθεί να κατέχει παράνομα σχεδόν το ένα τρίτο του νησιού, κατάφερε μέσα από «συνομιλίες» σε κοσμοπολίτικα θέρετρα σε μια ατμόσφαιρα διπλωματικών ευγενειών και δείπνων της καλής κοινωνίας, σαν να μην συνέβη τίποτα, να πετύχει το αδιανόητο: Όχι μόνο να ξεπεράσει την απαξία των εγκλημάτων της, αλλά να προωθήσει τόσο πολύ την εθνικιστική ατζέντα της στο πλαίσιο των συνομιλιών, ώστε σήμερα θρασύτατα να βάζει στο τραπέζι για συζήτηση «λύση» ‘δύο ανεξαρτήτων κρατών’ χωρίς κανείς να αντιδρά. Και απ’ την άλλην, έχουμε μια φοβισμένη Κυπριακή Δημοκρατία να θεωρεί ότι το προηγούμενο σενάριο της λύσης της ΔΔΟ (μια εκδοχή της οποίας ήταν και το διαβόητο Σχέδιο Ανάν, που ο Κυπριακός λαός συντριπτικά απέρριψε) ήταν τάχα το ιδανικό.
Στην ουσία, πίσω από όλα αυτά η Τουρκία μεθοδευμένα και σταθερά κινείται σε ολοκληρωτική κατάλυση της Δημοκρατίας και δεν θα πρέπει να παγιδευθούμε σε μια νέα στρατηγική ήττα κάνοντας το «καλό παιδί» προς την διεθνή κοινότητα. Κάποτε πρέπει να φωνάξουμε για το δίκιο του τόπου και το συμφέρον μας.
Πιστεύετε ειλικρινά ότι μπορούν οι Έλληνες και οι μουσουλμάνοι της Κύπρου να ζήσουν ειρηνικά; Εάν ναι, ποιες είναι οι απαραίτητες προϋποθέσεις;
Αν οι τουρκοκυπριακή πλευρά δεν είναι έτοιμη να επιστρέψει και να ενταχθεί στη μόνη, αναγνωρισμένη διεθνώς Κυπριακή Δημοκρατία, τότε οποιεσδήποτε συνομιλίες ή διαπραγματεύσεις είναι μάταιες και επιζήμιες για τον τόπο.
Με μαθηματική ακρίβεια τέτοιες συνομιλίες σε βάθος χρόνου προετοιμάζουν το έδαφος για την διχοτόμηση, δεν την αποτρέπουν. Έχοντας δυστυχώς αποσπάσει ακόμα περισσότερες παραχωρήσεις από πλευράς μας.
Επομένως οφείλουμε να διασφαλίσουμε την συνέχεια της Δημοκρατίας με την μορφή που είναι αναγνωρισμένη σήμερα και να περιμένουμε όσο καιρό χρειαστεί μέχρι να ωριμάσει η τουρκοκυπριακή κοινότητα για να το αποδεχθεί.
Πόπη Παπαγεωργίου
*Όλες οι φωτογραφίες παραχωρήθηκαν από τον Βαλέριο Δανιηλίδη για τις ανάγκες της συνέντευξης στο pontosnews.gr.