Γίνονται οι τελευταίες διορθώσεις ώστε το εθνόσημο να είναι σωστά στο κέντρο του μετώπου και ο κεφαλόδεσμος όσο σφιχτά πρέπει. Διορθώνονται και τα φυσεκλίκια στο στέρνο. Ο Κυριάκος Μιχαηλίδης και ο Αντώνης Μάνος θεωρούνται πια «παλιοί» στην Προεδρική Φρουρά, μιας και βρίσκονται σχεδόν στον ένατο μήνα της θητείας τους. Αυτό όμως δεν τους αφαίρεσε ούτε τη συγκίνηση, ούτε το… δημιουργικό άγχος: Ετοιμάζονται για το Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη ντυμένοι με τη στολή του Πόντιου αντάρτη για να αναλάβουν για μία ώρα την τιμητική φύλαξη, ανήμερα της 19ης Μαΐου, της ημέρας που είναι αφιερωμένη στα θύματα της Γενοκτονίας των Ποντίων.
Θεωρούν τους εαυτούς τους τυχερούς, για πολλούς λόγους. Η πανδημία δημιούργησε τέτοιες συνθήκες που από αυτή τη σειρά Ευζώνων έλειψαν ο παλμός του κόσμου, οι κυριακάτικες παρατάξεις, οι επετειακές εκδηλώσεις.
Παράλληλα, όπως εξομολογούνται αργότερα, εύχονταν να γίνουν το ζευγάρι που θα επιλεγεί για υπηρεσία τη συγκεκριμένη μέρα και ώρα.
Ο Κυριάκος Μιχαηλίδης, άλλωστε, μεγάλωσε στο Μεσημέρι Επανομής, ένα ποντιακό χωριό. Κουβαλάει μέσα του τη 19η Μαΐου – όπως είπε μετά το τέλος της σκοπιάς, εδώ και μήνες έστελνε βίντεο από την αλλαγή φρουράς τα προηγούμενα χρόνια, ευχόμενος να είναι αυτός που προς το τέλος της θητείας του θα αναλάβει την τιμητική φύλαξη.
«Το έβλεπα κάθε χρόνο, ήξερα τι συμβαίνει. Από τη στιγμή που πέρασα στην Προεδρική Φρουρά το ήθελα πάρα πολύ», τονίζει.
Πλέον οι δύο στρατιώτες είναι έτοιμοι. Κατεβαίνουν στην αυλή του στρατοπέδου «Γεώργιος Τζαβέλλας» στην Ηρώδου Αττικού. Μπαίνουν στη σειρά μαζί με τρεις Εύζωνες που φορούν τα λευκά, την επίσημη στολή της Φρουράς· ένας ακόμα συνάδελφός τους πίσω τους, με τον θερινό ντουλαμά (στολή Βαλκανικών Πολέμων).
Είναι η στιγμή της ακινησίας, των τελευταίων διορθώσεων στις στολές. Ουσιαστικά είναι η στιγμή της περισυλλογής, που αδειάζει το μυαλό ώστε να είναι έτοιμοι για μια υπηρεσία που απαιτεί πειθαρχία και προσήλωση.
«Όταν ο δεκανέας πει το “Εμπρός μαρς”, τα ξεχνάς όλα», σημειώνει ο Κυριάκος Μιχαηλίδης.
Είναι ένας ολόκληρος κόσμος, διαφορετικός από τους άλλους η Προεδρική Φρουρά. Αν δει κανείς τους «παλιούς», πώς με κάθε ευκαιρία συνοδεύουν τα ευζωνικά ζευγάρια στον τσαρουχόδρομο στο πεζοδρόμιο της Βασιλίσσης Σοφίας που οδηγεί στο μνημείο, ή πώς πηγαίνουν να δουν τους «νέους» σε υπηρεσίες, αντιλαμβάνεται τους ισχυρούς δεσμούς που δημιουργούνται κατά τη διάρκεια αυτής της θητείας.
Το επιβεβαιώνουν και ο 19χρονος φοιτητής στο Μαθηματικό του ΑΠΘ Κυριάκος Μιχαηλίδης με τον 27χρονο τοπογράφο Αντώνη Μάνο. Δεν ήταν ζευγάρι από την αρχή, πλέον όμως θεωρούνται αδελφικοί φίλοι, καθώς μετά από ατελείωτες πρόβες ο ένας γνωρίζει στα τυφλά το βήμα του άλλου, έχει μάθει το δρασκελισμό του. Αυτό άλλωστε είναι μέρος της εκπαίδευσης που γίνεται, να καταφέρνουν να συγχρονίζονται όταν έχουν στραμμένη την πλάτη.
Αλλά, και πέρα από αυτό, τους τελευταίους μήνες έχουν συγχρονίσει τις ζωές τους κάνοντας τα πάντα μαζί – το ότι είσαι δίδυμο κάνει τα πράγματα τελείως διαφορετικά σε σχέση με κάθε άλλη στρατιωτική θητεία, λένε. Μαζί έζησαν και την εμπειρία της 19ης Μαΐου.
«Στόχος μου ήταν να φορέσω, αν είναι δυνατόν, όλες τις στολές της Φρουράς. Ήξερα ότι θα είχε το πλεονέκτημα μιας και είμαι ζευγάρι με τον Πόντιο. Ήταν πολύ όμορφη εμπειρία, και πολύ τιμητική», λέει ο Αντώνης Μάνος, ο οποίος γεννήθηκε στην Αθήνα και κατάγεται από τα Τζουμέρκα.
Και οι δύο ήθελαν αυτόν τον παλμό, αυτό το ρίγος. Θα έλεγε κανείς πως μετά από τόσο καιρό στις υπηρεσίες υπάρχουν λίγα πράγματα που θα μπορούσαν να τους συγκινήσουν. Κι όμως, δεν είναι έτσι.
«Με στράβωνε ο ήλιος, αλλά το ζούσα κάθε λεπτό. Οι πρόγονοί μας πέρασαν τόσα, εγώ δεν μπορώ να κάτσω μία ώρα στο μνημείο; Η σωματική κόπωση δεν είναι τίποτα μπροστά στην ψυχική ανάταση», απαντά ο Κυριάκος Μιχαηλίδης για το πώς ήταν η εμπειρία την ώρα που από κάτω συγκεντρωνόταν κόσμος για την κεντρική εκδήλωση της Παμποντιακής Ομοσπονδίας Ελλάδας στην Αθήνα για την επέτειο των 102 χρόνων.
Παρά το γεγονός ότι μετά από το παρατεταμένο lockdown άρχισε η σταδιακή επιστροφή στην κανονικότητα, και φέτος υπήρξε περιορισμένος αριθμός ατόμων, με μάσκες και αποστάσεις. Αυτό δεν πτόησε όμως τους δύο Εύζωνες. Το έζησαν στο έπακρο!
«Ναι, καταλάβαμε γιατί μας χειροκρότησαν. Το νιώσαμε. Το ένιωσα και εγώ, παρόλο που δεν έχω ποντιακή καταγωγή», αναφέρει ο Αντώνης Μάνος. Το ζευγάρι του χρησιμοποιεί τη λέξη «υπερηφάνεια» και χαμογελάει αβίαστα. Επαναφέρει στη μνήμη του τη στιγμή που ανέβηκαν οκτώ άτομα πάνω στο Μνημείο, τέσσερις Πόντιοι και τέσσερις με λευκά· αυτή άλλωστε είναι μοναδική και για την ίδια την Προεδρική Φρουρά, μία σπάνια συνάντηση.
«Μια θητεία διαφορετική απ’ όλες τις άλλες» θεωρείται η ευζωνική, και οι δύο φαντάροι συμφωνούν: θυμούνται σχεδόν όλες τις υπηρεσίες τους, δηλώνουν ότι κάθε μία μπορεί να σου βγάλει απίστευτο συναίσθημα, λένε με μία φωνή ότι αν επέλεγαν πάλι από την αρχή θα διάλεγαν τη Φρουρά, για το δέσιμο, γιατί αισθάνονται γεμάτοι, για τόσα μικρά και μεγάλα πράγματα, για τον κόσμο που τους δίνει ώθηση με την παρουσία του.
Με αυθεντική ειλικρίνεια, αν και η μέρα ήταν μεγάλη και κουραστική, το τελευταίο που θέλουν να προσθέσουν είναι ότι όποιος σκέφτεται να κάνει τη θητεία του σε αυτό το επίλεκτο σώμα να το… διαλέξει με κλειστά μάτια. Επίσης, δεν ξεχνούν να ευχαριστήσουν και το πολιτικό προσωπικό, στα πλυντήρια, στο ραφείο, στο τσαρουχάδικο, τους αφανείς ήρωες της καθημερινότητάς τους.
Ρεπορτάζ: Γεωργία Βορύλλα – Φωτογραφίες: Κώστας Κατσίγιαννης.