Το ζήτημα της γλώσσας απασχόλησε πολύ τους Έλληνες της Σοβιετικής Ένωσης τη δεύτερη δεκαετία του 20ού αιώνα. Ήδη στο Α’ Ελληνικό Εργατοχωρικό Συνέδριο που έγινε στο Κρασνοντάρ στις 10 Μαΐου 1921 καθορίστηκαν οι ιδεολογικοί άξονες για την ελληνική πρωτοβάθμια εκπαίδευση στο νότιο τμήμα, με στόχο την εξάλειψη του αναλφαβητισμού.
Στην περιφέρεια του Κουμπάν –όπου βρίσκεται και το Κρασνοντάρ– το 1908 ζούσαν περισσότεροι από 40.000 Έλληνες.
Ωστόσο, το πιο σημαντικό βήμα ήταν αυτό που έγινε το 1926, και πάλι στις 10 Μαΐου. Στην Πανσυνδεσμιακή Συνδιάσκεψη των Ελλήνων της Σοβιετικής Ένωσης που πραγματοποιήθηκε στη Μόσχα συζητήθηκε το θέμα της γλώσσας που θα καθιερωνόταν για τους Έλληνες.
Η Κεντρική Επιτροπή Νέου Αλφάβητου που απαρτιζόταν από Ρώσους γλωσσολόγους και Έλληνες διανοούμενους εισηγήθηκε την καθιέρωση της δημοτικής ως επίσημης γλώσσας της ελληνικής μειονότητας, την κατάργηση της ιστορικής ορθογραφίας και την καθιέρωση της φωνητικής.
Η γλωσσική αυτή μεταρρύθμιση υπήρξε ιστορικής σημασίας. Στο εξής η ελληνική γραφόταν με είκοσι γράμματα. Καταργήθηκαν όσα δεν προφέρονται (η, ω), οι δίφθογγοι, στο «σ» στη μικρογράμματη γραφή, τα διπλά «ξ» και «ψ». Το «υ» καθιερώθηκε στη θέση του «ου» και εισήχθη το μονοτονικό.
Παράλληλα αποφασίστηκε να μορφώνονται οι ενήλικες αναλφάβητοι στη μητρική τους γλώσσα, δηλαδή στα ποντιακά ή στα ταυρορουμέικα (μαριουπολίτικα).
Μετά την Πανσυνδεσμιακή Συνδιάσκεψη της Μόσχας που άφηνε περιθώρια για την ανάπτυξη και των διαλέκτων, για πρώτη φορά εκδόθηκαν στη νότια Ρωσία εφημερίδες, περιοδικά και άλλα έντυπα γραμμένα στην ποντιακή διάλεκτο και στη μαριουπολίτικη. Απευθύνονταν στους πάνω από 500.000 Έλληνες της ΕΣΣΔ (μετά την Οκτωβριανή Επανάσταση), η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων ήταν Πόντιοι.
Οι αριθμοί δεν είναι απόλυτοι, γιατί υπάρχουν ερευνητές που υπολογίζουν ότι το 1919 οι Έλληνες του βόρειου Καύκασου, της Γεωργίας και της Κριμαίας ήταν 441.000, ίσως και περισσότεροι.
Αρκετοί νέοι συγγραφείς επιχείρησαν να γράψουν λογοτεχνικά έργα, δοκίμια και διάφορες μελέτες στις δύο αυτές διαλέκτους, οι οποίες θα πρέπει να σημειωθεί ότι δεν είχαν μέχρι τότε αξιόλογη γραπτή παράδοση.
Το πρόβλημα, όμως, της γλώσσας για τους Έλληνες της Ρωσίας δεν λύθηκε, γι’ αυτό χρειάστηκε να γίνει νέα Πανσυνδεσμιακή Συνδιάσκεψη, στη Μόσχα και πάλι, οκτώ χρόνια μετά, από τις 14 έως τις 17 Απριλίου του 1934.
Την οργάνωσε η Κεντρική Επιτροπή Νέου Αλφαβήτου, που είχε κάνει το 1933 αποστολές στις περιοχές όπου ζούσαν ελληνικοί πληθυσμοί, όπως στην Οδησσό, στη Σεβαστούπολη, στο Κερτς, στη Μαριούπολη, το Ροστόφ επί του Ντον, στο Ελληνικό Ραϊόν (αυτόνομη ελληνική περιοχή), στο Νοβοροσίσκ, στο Σοχούμ, στο Βατούμ, προκειμένου να προωθηθούν οι απόψεις για μεταρρυθμίσεις στη γλώσσα.
Σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια ποντιακού ελληνισμού, η εφημερίδα Κομμουνιστής παρουσιάζοντας την απόφαση της Πανσυνδεσμιακής Συνδιάσκεψης της Μόσχας έγραψε στις 6 Μαΐου 1934: «Η απόφαση λέει πως πρέπει να βαστάμε γραμμή για ενιαία φιλολογική γλώσσα, και να εξακολουθήσουμε να διεξάγουμε δουλειά με τις μάζες, να βγάλουμε μαζική και καλλιτεχνική φιλολογία στη μητρική τους γλώσσα, πλησιάζοντάς την λίγο λίγο στην ενιαία γλώσσα. Αυτή η απόφαση διευκολύνει πολύ τη δουλειά και βγάζει απ’ τη μέση τις διάφορες διχόνοιες και παραλληλισμούς που γίνονταν ως τώρα.
Στο άρθρο τους με τίτλο «Το Εκδοτικό Κομμουνιστής» στο Αρχείον Πόντου, ο Απόστολος και η Μάρθα Καρπόζηλου σημειώνουν σχετικά: «Με άλλα λόγια η Επιτροπή έκρινε σκόπιμο όχι μόνον να παραμείνει η δημοτική γλώσσα όλων των Ελλήνων της Σοβιετικής Ένωσης, αλλά οι δύο κύριες διάλεκτοι, η ποντιακή και η μαριουπολίτικη, σταδιακά να εναρμονιστούν μ΄ αυτήν, αντλώντας και εμπλουτίζοντας το λεξιλόγιό τους απ’ αυτήν».
Η απόφαση της Πανσυνδεσμιακής Σύσκεψης όμως δεν επηρέασε την εκπαίδευση, και έτσι τα προγράμματα των σχολείων παρέμειναν ως είχαν.
Αντιθέτως, είχε σοβαρές επιπτώσεις στο εκδοτικό έργο του Κομμουνιστή. Γιατί, ενώ ως και το 1933 το ποντιακό βιβλίο κατέχει εξέχουσα θέση στις εκδόσεις του, από το 1934 παρατηρείται απότομη κάμψη και ήδη από το 1935 δεν εκδίδεται πλέον κανένα. Ανάλογη είναι και η παρουσία της ποντιακής στην ύλη της εφημερίδας.
Από τα μέσα Σεπτεμβρίου του 1934 η αρθρογραφία στην ποντιακή περιορίζεται σημαντικά, ενώ από τον Οκτώβριο του ίδιου έτους σχεδόν εκλείπει και η εφημερίδα γράφεται εξολοκλήρου στη δημοτική με σπάνιες εξαιρέσεις.