Βρισκόμαστε στο 1975 και η ελληνική τηλεόραση σιγά-σιγά φεύγει από την νηπιακή της ηλικία. Ειδικά στον τομέα της μυθοπλασίας. Και μπορεί τα ανάλαφρα σίριαλ να έφερναν τον κόσμο μπροστά στη μικρή οθόνη, αλλά η τότε διοίκηση αποφάσισε να κάνει ριζικές αλλαγές. Και μάλιστα να αναζητήσει λύσεις στη λογοτεχνία.
Μια υπερπαραγωγή για τον «αφορισμένο» Καζαντζάκη
Το έργο Ο Χριστός ξανασταυρώνεται του Νίκου Καζαντζάκη ήταν σίγουρα μια γενναία όσο και τολμηρή επιλογή. Ακόμα και για τα σημερινά δεδομένα. Και ως βιβλίο και ως φιλμ του 1957 σε σκηνοθεσία Ζυλ Ντασέν, είχε προκαλέσει αντιδράσεις.
Μπορεί το 1975 να ήταν μεταπολιτευτικό και πιο ελεύθερο, όμως και οι ιθύνοντες της ΕΡΤ γνώριζαν ότι δεν θα περνούσε έτσι η συγκεκριμένη επιλογή. Παρ’ όλα αυτά το τόλμησαν.
Τη σκηνοθεσία ανέλαβε ένας από τους κορυφαίους Έλληνες δημιουργούς όλων των εποχών, ο Βασίλης Γεωργιάδης! Στήθηκε μια υπερπαραγωγή, για τις ανάγκες της οποίας δημιουργήθηκε ένα χωριό για σκηνικό.
Όσο για τους ηθοποιούς; Η αφρόκρεμα του ελληνικού θεάτρου ήταν εκεί: Γιώργος Φούντας, Ανδρέας Φιλλιπίδης, Νίκος Χατζίσκος, Δήμος Σταρένιος, Λυκούργος Καλλέργης, Νότης Περγιάλης –που υπέγραφε και το σενάριο–, Νίκη Τριανταφυλλίδη.
Ως και τη σπουδαία Γεωργία Βασιλειάδου έπεισε ο Βασίλης Γεωργιάδης να συμμετάσχει σε ένα μικρό ρόλο.
Όμως το μεγάλο στοίχημα ήταν στον ηθοποιό που θα υποδυόταν τον Χριστό. Χρειαζόταν ένα νέο, άκαφτο πρόσωπο που θα μπορούσε να πείσει και ερμηνευτικά και οπτικά.
Γκόλφης από Γκολφινόπουλος
«Εγώ από μικρός έκανα ρωσικά στον Ελληνοσοβιετικό Σύνδεσμο. Ο πατέρας μου ήταν Αριστερός. Είχα πρόβλημα, και στο στρατό με κόψανε από έφεδρο αξιωματικό και με στείλανε στην Αλεξανδρούπολη στα σύνορα. Εγώ στη χούντα δούλευα στο ραδιόφωνο, αλλά λόγω φρονημάτων δούλευα με αυτό το όνομα, το καλλιτεχνικό. Το πραγματικό μου όνομα είναι Γκολφινόπουλος και το έκανα Γκόλφης».
Ο Αλέξης Γκόλφης έγινε ο πρώτος –και μοναδικός ως τώρα– ηθοποιός που ενσάρκωσε τον Χριστό στην ελληνική τηλεόραση. Βρισκόταν στο χώρο κάποια χρόνια, είχε πρωτοπαίξει θέατρο δίπλα στον Νίκο Χατζίσκο, ενώ είχε συνεργαστεί με τον Βασίλη Γεωργιάδη και στο φιλμ Συνωμοσία στο Αιγαίο.
Η σειρά έκανε πρεμιέρα στις 29 Μάιου 1975 και έγινε απίστευτη επιτυχία.
Αντιδράσεις φυσικά και υπήρχαν. «Με έβριζαν στο δρόμο, κυρίως γυναίκες μεγάλης ηλικίας», εκμυστηρεύτηκε ο Αλέξης Γκόλφης πολλά χρόνια αργότερα.
Ο κόσμος, όμως, στην πλειοψηφία του αγάπησε τον νεαρό ηθοποιό. Μάλιστα όταν σε κάποια παραλία της Αττικής τον είδαν φώναζαν: «Ο Χριστός με μαγιό!».
https://www.youtube.com/watch?v=6UV3m2__WTI&t=119s
Εξώφυλλα, ντόρος, συνεντεύξεις. Εκείνη την εποχή έλεγε: «Ντρέπομαι για τους ανθρώπους που σπάνε πιάτα στα μπουζούκια ενώ το 70% της ανθρωπότητας υποσιτίζεται. Αγαπώ την ελευθερία, τους γονείς μου, τον έρωτα και αποστρέφομαι τη μοναξιά –τη φοβάμαι τη μοναξιά–, και τη μετριότητα. Φροντίζω να βελτιώνομαι ως άνθρωπος».
Σε άλλη συνέντευξη, χρόνια μετά, δήλωσε: «Ήμουν ένας ροκ… Χριστός. Οι άνθρωποι στο δρόμο δεν με έβλεπαν σαν τον Αλέξη Γκόλφη, αλλά με αντιμετώπιζαν σαν Θεάνθρωπο. Αργότερα δεν ήθελα να προσβάλω την εικόνα που είχα δημιουργήσει με τον Χριστό με κάποια άλλη δουλειά. Έτσι στράφηκα στη μουσική».
Το μετά
Ένας από τους αστικούς μύθους που υπάρχουν στη σόου μπιζ είναι για την κατάρα όσων υποδύονται τον Χριστό. Εντελώς ανεδαφικό φυσικά, γιατί ο Ρόμπερτ Πάουελ και ο Γουίλεμ Νταφόε μια χαρά καριέρα έκαναν και κάνουν (ο δεύτερος). Την αιτία ας την αναζητήσουμε στο ότι οι περισσότεροι κέρδισαν το ρόλο κυρίως λόγω φυσιογνωμίας.
Στην περίπτωση του Αλέξη Γκόλφη δεν μιλάμε για «κατάρα», αφού ο ίδιος αποφάσισε να πάει σε άλλους δρόμους.
Έτσι άνοιξε δύο μπαρ και ασχολήθηκε με τη μουσική: «Από τη στιγμή που άκουσα το Ziggy Stardust των Ντέιβιντ Μπόουι και Λου Ριντ δεν με ενδιέφεραν ούτε ο Μινωτής ούτε η Παξινού. Έτσι έμεινα μία δεκαετία στην αφάνεια».
Φίλος και συμμαθητής με τον αξέχαστο Παύλο Σιδηρόπουλο, άρχισε να ζει με ακόμα πιο ροκ ρυθμούς. Διοργάνωνε συναυλίες, δημιούργησε γκρουπ, στήριξε μουσικούς. Η υποκριτική έχει μείνει πίσω, παρόλο που έκανε κάποιες εμφανίσεις σε φιλμ και σειρές.
Τα χρήματα έμοιαζε να μην τον απασχολούν, άλλωστε ποτέ δεν τα είχε σαν κινητήριο δύναμη ή αυτοσκοπό. «Αν ξαναζούσα τη ζωή μου θα ήθελα έναν σύντροφο ή πολλά λεφτά, αν και ξέρω πως ό,τι σου δίνει η ζωή σού το παίρνει πάλι πίσω», είχε δηλώσει στην εφημερίδα Έθνος.
Η αρχή του τέλους και το τέλος
Οι ροκ μέρες και νύχτες όμως κάποια στιγμή τελειώνουν. Ο Αλέξης Γκόλφης θα παραδεχτεί ότι η επιχειρηματική του ικανότητα δεν ήταν και σπουδαία και τα πράγματα ξεφεύγουν. Και έγιναν ακόμα χειρότερα όταν έφυγε από τη ζωή η μητέρα του. Αδυνατούσε να πληρώσει το ενοίκιο του και του έκαναν έξωση.
Παραδομένος στους δαίμονες του, στις ουσίες και στο αλκοόλ άρχισε να ζει σε μια εγκαταλελειμμένη μονοκατοικία στα Πατήσια, πηγαίνοντας στην ενορία για να πάρει φαγητό από το συσσίτιο αστέγων.
Την ίδια περίοδο η pulp δημοσιογραφία τον ανακάλυψε εκ νέου με τερατώδη δημοσιεύματα. «Ούτε από τα σκουπίδια τρώω, ούτε στα παγκάκια κοιμάμαι! Ζω αξιοπρεπώς, αλλά πολύ δύσκολα, με 1.000 ευρώ το χρόνο που μου έδωσε ως επίδομα το υπουργείο Πολιτισμού. Έχω κάνει κατάληψη σε ένα παλιό σπίτι, τρώω από το συσσίτιο του Αγίου Λουκά. Τα λεφτά δεν τα υπολογίζω, ποτέ μου δεν τα υπολόγισα», είχε τονίσει το 2006 στην εφημερίδα Espresso, σε μία από τις ελάχιστες συνεντεύξεις που είχε δώσει.
Καλοκαίρι του 2007. Ο Αλέξης Γκόλφης αισθάνθηκε αδιαθεσία. Μεταφέρθηκε ημιλιπόθυμος στον «Ερυθρό Σταυρό» και λίγη ώρα αργότερα κατέληξε από οξύ καρδιακό επεισόδιο. Ο θάνατός του έγινε γνωστός έπειτα από δύο μήνες, στις 9 Οκτωβρίου 2007.
Από τον Αύγουστο του 2007 ο Αλέξης Γκόλφης βρισκόταν στο νεκροτομείο και κανείς δεν τον είχε αναζητήσει.
Τραγική λεπτομέρεια: Ο ιατροδικαστής που αναγνώρισε τη σορό ήταν ο σύζυγος της ηθοποιού Μαίρης Ιγγλέση, της παρτενέρ του ηθοποιού στο «Ο Χριστός ξανασταυρώνεται».