Ενώ όλος ο πλανήτης που είναι πραγματικά εναντίον των γενοκτονιών, απ’ όπου κι αν προέρχονται, όποιος λαός κι αν είναι ο στόχος, περιμένει τον νεοεκλεγέντα πρόεδρο των ΗΠΑ, κ. Τζο Μπάιντεν, να αναγνωρίσει τη γενοκτονία που έκαναν οι Νεότουρκοι εναντίον των Αρμενίων, η Φωνή της Αμερικής, στην τουρκική της έκδοση, δημοσίευσε αποσπάσματα της ετήσιας έκθεσης της Διεθνούς Επιτροπής Θρησκευτικής Ελευθερίας των ΗΠΑ (USCIRF), για παραβιάσεις που έγιναν από την Τουρκία το 2020.
Το γεγονός της δημοσίευσης στο συγκεκριμένο μέσο, υποδηλώνει και την προτεραιότητα που δίνει η νέα διοίκηση των ΗΠΑ στο θέμα των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και των θρησκευτικών ελευθεριών στην Τουρκία.
Με την επισήμανση ότι και η Ελλάδα θα μπορούσε μέσω ενός φορέα υποστηριζόμενου από το ΥΠΕΞ, για παράδειγμα μέσω του ΕΛΙΑΜΕΠ, να συντάσσει κάθε χρόνο μια τέτοια έκθεση, για να έχει ατράνταχτα επιχειρήματα ο κ. Δένδιας την επόμενη φορά που θα μας κατηγορήσει ο θύτης εμάς τα θύματα, ότι αντιστεκόμαστε στις ορέξεις του…
Ακολουθεί μετάφραση μέρους –λόγω έλλειψης χώρου– της έκθεσης, που δείχνει το μέγεθος της βαρβαρότητας του πολιτικού συστήματος της Τουρκίας κατά οτιδήποτε δεν συντάσσεται με το τουρκοσουνιτικό Ισλάμ.
Τίτλος: Διεθνής Επιτροπή ΗΠΑ (USCIRF): Η μετατροπή της Αγίας Σοφία σε τζαμί, ήταν επίθεση στις μειονότητες
Η Διεθνής Επιτροπή Θρησκευτικής Ελευθερίας των ΗΠΑ (USCIRF) δημοσίευσε την έκθεσή της για το 2021 σχετικά με τη θρησκευτική ελευθερία.
Στην έκθεση, συνιστάται να συμπεριληφθεί η Τουρκία στην κατηγορία των χωρών του «Καταλόγου Ειδικής Παρακολούθησης».
Σύμφωνα με την έκθεση, οι χώρες που συνιστάται να συμπεριληφθούν σε αυτόν τον κατάλογο περιγράφονται ως «χώρες όπου οι θρησκευτικές ελευθερίες παραβιάζονται σοβαρά από κυβερνήσεις ή στις χώρες που ανέχονται σοβαρές παραβιάσεις».
Σύμφωνα με την έκθεση, οι παραβιάσεις της θρησκευτικής ελευθερίας στις χώρες του «Καταλόγου Ειδικής Παρακολούθησης» περιγράφονται ως «συστηματικές, συνεχείς και εντυπωσιακές».
Η έκθεση της Επιτροπής για την Τουρκία διατύπωσε τις ακόλουθες συστάσεις προς το Υπουργείο Εξωτερικών των ΗΠΑ:
- Η Τουρκία συμπεριλαμβάνεται στις χώρες με τις σοβαρές παραβιάσεις του νόμου περί Διεθνούς Θρησκευτικής Ελευθερίας (IRFA), και επειδή ανέχεται αυτές τις παραβιάσεις, προτείνεται να συμπεριληφθεί στην κατηγορία των χωρών του «Καταλόγου Ειδικής Παρακολούθησης» του Υπουργείου Εξωτερικών των ΗΠΑ.
- Σε όλες τις συναντήσεις που θα γίνονται από το ΥΠΕΞ των ΗΠΑ με αξιωματούχους της τουρκικής κυβέρνησης, να τονίζεται η υποχρέωση της Τουρκίας να ανοίξει εκ νέου την Ελληνική Ορθόδοξη Θεολογική Σχολή και να ενεργήσει σύμφωνα με τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τις θρησκευτικές ελευθερίες.
- Η Αμερικανική Πρεσβεία στην Άγκυρα και Προξενεία των ΗΠΑ Στην Κωνσταντινούπολη και τα Αδάνα, να συνεργάζονται με την τουρκική κυβέρνηση για το άνοιγμα χώρων λατρείας, την ανάκτηση, την αποκατάσταση, την προστασία θρησκευτικών χώρων, και να παρακολουθούν άλλους θρησκευτικούς, πολιτιστικούς και ιστορικούς χώρους και για την προστασία αυτών των χώρων.
- Να επιβληθούν περιορισμοί εισαγωγών στις ΗΠΑ κειμηλίων θρησκευτικών και εθνοτικών μειονοτικών κοινοτήτων και να υποστηριχθεί η συνεργασία στα ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων, τα οποία πρέπει να ενταχθούν στις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας.
Στην έκθεση αναφέρεται ότι το Κογκρέσο των ΗΠΑ, εξετάζοντας τις σχέσεις ΗΠΑ-Τουρκίας, θα πρέπει να ασχοληθεί πιο ενεργά και να εξετάσει σε πιο ευρύ πεδίο το θέμα της συμπεριφοράς της Τουρκίας στις μειονότητες και των παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων…
Η μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί
Αναφέρθηκε επίσης στην έκθεση ότι η Αγία Σοφία άνοιξε ξανά για ισλαμική λατρεία. Σε αυτό το πλαίσιο, σύμφωνα με την έκθεση «οι συνθήκες θρησκευτικής ελευθερίας στην Τουρκία το 2020, ακολούθησαν μια ανησυχητική τροχιά. Τον Ιούλιο, με την κίνηση του προέδρου Ερντογάν που θεωρήθηκε διχαστική και εχθρική έναντι των μειονοτήτων, εκδόθηκε ένα διάταγμα που μετατρέπει τη διάσημη Αγία Σοφία, μια παλιά εκκλησία που χρησίμευε ως μουσείο, σε τζαμί».
Η έκθεση σημείωσε ότι παρόλο που οι κοινότητες θρησκευτικών μειονοτήτων έχουν επανειλημμένα διατυπώσει τα αιτήματά τους για διεξαγωγή εκλογών για μέλη μη μουσουλμανικών ιδρυμάτων, η κυβέρνηση δεν επέτρεψε αυτές τις εκλογές καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους. Ομοίως, αναφέρθηκε ότι η κυβέρνηση αγνόησε τις εκκλήσεις για επανέναρξη της λειτουργίας της Ελληνορθόδοξης Σχολής της Χάλκης και συνέχισε να απορρίπτει τη νομική προσωπικότητα όλων των θρησκευτικών κοινοτήτων.
Σημειώθηκε ότι τα μέλη του κυβερνώντος κόμματος και ο εταίρος του κυβερνητικού συνασπισμού απέρριψαν τις προσπάθειες αναγνώρισης των τζέμεβι (χώροι λατρείας των Αλεβιτών) ως τόπων λατρείας και δεν πραγματοποίησαν αλλαγές σχετικά με την υποχρεωτική θρησκευτική εκπαίδευση και παρόμοιες εκπαιδευτικές πολιτικές στις οποίες αντιτάχθηκαν οι Αλεβίτες και άλλες κοινότητες.
Στην έκθεση αναφέρεται επίσης ότι «αν και οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι συναντήθηκαν με μερικούς ηγέτες της θρησκευτικής μειονότητας, μετά από τις συναντήσεις αυτές η κυβέρνηση δεν έλαβε μέτρα για να αντιμετωπίσει τις ανησυχίες αυτών των κοινοτήτων. Τον Δεκέμβριο, το Κοινοβούλιο ψήφισε νόμο που προειδοποιεί θα αυξηθεί ο έλεγχος του κράτους στους συλλόγους ανθρωπίνων δικαιωμάτων και στην κοινωνία των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων των θρησκευτικών ομάδων».
Σύμφωνα με την έκθεση, πολλές θρησκευτικές μειονότητες συνέχισαν να αισθάνονται ότι απειλούνται σε σχέση με ενέργειες μη κρατικών φορέων ή λόγω της άμεσης πίεσης από το κράτος. Ενώ οι Αλεβίτες, οι Αρμένιοι και οι Προτεσταντικές κοινότητες ανέφεραν ότι έλαβαν απειλές θανάτου, οι Εβραίοι ανακοίνωσαν την αύξηση του αντισημιτισμού (αντισημιτισμός) που συνδέεται σε μεγάλο βαθμό με το ξέσπασμα του κορονοϊού (σ.τ.μ. που αποδίδεται στους Εβραίους).
Η έκθεση σημείωσε ότι οι Ασσύριοι ενοχλήθηκαν έντονα από την απαγωγή ενός ζευγαριού ηλικιωμένων Χαλδαίων που αργότερα βρέθηκαν νεκροί και από την κράτηση και καταδίκη του Ασσύριου Ορθόδοξου ιερέα Sefer Bileçen (γνωστού και ως Father Aho) για φερόμενη παροχή τροφής και νερού στα μέλη του PKK.
«Η τουρκική κυβέρνηση συνέχισε να εμποδίζει την είσοδο ξένων Προτεσταντών στη χώρα και να απελαύνει ορισμένους από αυτούς, με το αιτιολογικό ότι αποτελούσαν “απειλή εθνικής ασφάλειας”, ανέφερε η έκθεση…
…Οι θρησκευτικοί χώροι, συμπεριλαμβανομένων των τόπων λατρείας και τα νεκροταφεία, υπέστησαν βανδαλισμούς, ζημιές και καταστροφές, καθώς δεν παρεμποδίστηκαν τέτοιες ενέργειες και τιμωρήθηκαν οι δράστες από την κυβέρνηση.
»Χαρακτηριστικά αναφέρονται τα συνθήματα στους τοίχους του Pirsultan Cemevi (Αλεβίτες) στην Κωνσταντινούπολη, μια απόπειρα πυρκαγιάς σε μια αρμενική εκκλησία, το κάψιμο της πόρτας μιας άλλης Αρμενικής εκκλησίας, η καταστροφή ενός νεκροταφείου Yazidi στο Μάρντιν και ενός νεκροταφείο καθολικών στην Τραπεζούντα και η κατεδάφιση μιας Ελληνορθόδοξης Εκκλησίας στην Προύσα.
Το 99,8% των 82,5 εκατομμυρίων κατοίκων της Τουρκίας είναι μουσουλμάνοι, σύμφωνα με την έκθεση. Αναφέρθηκε ότι περίπου το 77,5 τοις εκατό από αυτούς πιστεύεται ότι συνδέονται με το Σουνιτικό Ισλάμ.
Στην έκθεση, η οποία ανέφερε ότι ο αριθμός των Αλεβιτών κυμαίνεται μεταξύ 10 εκατομμυρίων και 25 εκατομμυρίων, επισημάνθηκε ότι η κυβέρνηση αρνήθηκε να διαχωρίσει αυτούς τους ανθρώπους από την πλειοψηφία των Σουνιτών Μουσουλμάνων. Το υπόλοιπο 0,2% είναι άθεοι, Αρμένιοι Αποστολικοί, Μπαχάι, Βουλγαρορθόδοξοι, Χαλδαίοι Καθολικοί, Έλληνες Ορθόδοξοι, Μάρτυρες του Ιεχωβά, Εβραίοι, Προτεστάντες, Ρωμαιοκαθολικοί, Ρώσοι Ορθόδοξοι, Ασσύριοι Καθολικοί, Συρορθόδοξοι, Γεζιντί και άλλες θρησκευτικές ομάδες ή κοινότητες.»
Το Σύνταγμα της Τουρκικής Δημοκρατίας αναφέρει ότι η Τουρκία είναι μια κοσμική χώρα και ότι το κράτος εγγυάται την θρησκευτική ελευθερία και την ελευθερία της έκφρασης.
Ωστόσο, σημειώθηκε ότι η κυβέρνηση ασκεί πλήρη έλεγχο τόσο στις μουσουλμανικές όσο και στις μη μουσουλμανικές θρησκευτικές κοινότητες μέσω της Διεύθυνσης Θρησκευτικών Υποθέσεων (Diyanet) ή μέσω της Γενικής Διεύθυνσης Ιδρυμάτων.
Κυβερνητική ρητορική αντισημιτισμού και κατά των μειονοτήτων
Σημειώθηκε ότι η γλώσσα που χρησιμοποιεί η κυβέρνηση καθ’ όλη τη διάρκεια του έτους, στόχευε όλο και περισσότερο τις θρησκευτικές μειονότητες και τους μη θρησκευόμενους ανθρώπους, προωθώντας μια «νοοτροπία εκπόρθησης και άλωσης» που όχι μόνο αποκλείει αυτές τις κοινότητες, αλλά και κινδυνεύει να προωθήσει εγκλήματα μίσους εναντίον τους.
Για παράδειγμα, τον Νοέμβριο, σε μια τελετή εγκαινίων ενός τζαμιού, ο πρόεδρος της Υπηρεσίας Θρησκευτικών Υποθέσεων, Αλί Έρμπας, είπε μεταξύ άλλων ότι «Από ανθρώπους που δεν πιστεύουν στο Ισλάμ, περιμένει κανείς όλων των ειδών τα κακά», με αποτέλεσμα να τον μηνύσουν τα μέλη του Συλλόγου Αθέων Τουρκίας.
Η έκθεση αναφέρεται και στην κριτική του προέδρου Ερντογάν εναντίον των μουσουλμανικών χωρών που ομαλοποίησαν τις σχέσεις τους με το Ισραήλ, τον οποίο, μάλιστα, χαρακτηρίζει «ως έναν από τους πιο αντιεβραίους της χρονιάς».
Μετά την άρση από το δικαστήριο του καθεστώτος του μουσείου της ιστορικής εκκλησίας της Αγίας Σοφίας, αναφέρεται στην έκθεση ότι τον Ιούλιο ο πρόεδρος Ερντογάν υπέγραψε διάταγμα που μετέτρεπε σε τζαμί την Αγία Σοφία, του Προέδρου Ερντογάν, ενώ κατά την πρώτη προσευχή της Παρασκευής που πραγματοποιήθηκε σ’ αυτόν τον Ελληνορθόδοξο καθεδρικό ναό, ο Διευθυντής της Υπηρεσίας Θρησκευτικών Υποθέσεων Αλί Ερμπάς, ανέβηκε στο βήμα με ένα γιαταγάνι, που είναι «σύμβολο της κατάκτησης», ενέργεια που θεωρήθηκε από πολλούς ως ένα μήνυμα της Τουρκίας για περιθωριοποίηση των μειονοτήτων.