Κοντάκιο του Αγίου Ρωμανού του Μελωδού αφιερωμένο στην τριήμερη Ανάσταση του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Ελεύθερη απόδοση στη σύγχρονη μορφή της γλώσσας μας. Διαβάστε εδώ το Μέρος Α’.
ς’. Μα τέτοια αυτοί σκεφτόντουσαν και λέγαν μεταξύ τους: «Δικός του λόγος είναι αυτός, στους
[φίλους του έτσι είπε:
«μέχρι εγώ ν’ αναστηθώ τρεις μέρες ‘σεις μετρήστε,
ότι αν με βρει ο θάνατος εγώ θα τον πατήσω».
Όχι ότι φοβόμαστε πως κάτι τέτοιο ισχύει…
Mην κλέψουνε το σώμα του, αυτό είναι που μας νοιάζει.
Το ότι δεν θ’ αναστηθεί καλά το ξέρουμ΄ όλοι, άλλωστε το διαβάζουμε και στις γραφές που
[γράφουν:
«αν βγει απ’ το σώμα η ψυχή, πίσω πια δεν γυρνάει»
αν δεν το θέλει ο Θεός∙ κι αν είν’ του λόγου του Θεός, τότε το ξαναβλέπουμε και λέμε κι εμείς
[τότε:
«Ο Κύριος Αναστήθηκε!».
ζ’. Τα λόγια αυτά ακούγοντας τους είπε Πιλάτος:
«Άκουσα τις κουβέντες σας κι είναι όλες για γέλια.
Ποιος πάει να κλέψει έναν νεκρό; Τι έχει να κερδίσει;
Και φίλο να ‘χεις π’ αγαπάς και τύχει –αλί!– να θάψεις, εκεί μπροστά στο μνήμα του η αγάπη
[σου τελεύει.
Μάταια η αγάπη σου∙ και τι στοργή να δείξεις μετά από την ταφή γι’ αυτόν που ‘ναι στο
[χώμα.
Αν κάποιος κείτεται νεκρός κι είναι κοκαλωμένος σαν τι βοήθεια, τι καλό μπορείς να του
[προσφέρεις;
Τον θάψατε, τελείωσε! Για δεν τον παρατάτε;
Δεν τον κουνά από ‘κεί κανείς, κανένας δεν τον κλέβει∙ κι αφού δεν ανασταίνεται κανείς
[δεν θα φωνάξει:
Ο Κύριος Αναστήθηκε!».
η’. Σκληρά εγώ τον μαστίγωσα κι ατοί σας τον σταυρώσατε,
και τ’ άψυχο κορμί του το πήρε κείνος ο Ιωσήφ, το έβαλε στον τάφο.
Σαν πόσο λέτε πιο νεκρός, νεκρός κάποιος να είναι; Θνητός ήταν ο άνθρωπος… Δεν είν’
[αμφιβολία.
Αλλ’ όπως στα αλήθεια πέθανε μπροστά στα μάτια όλων,
αν γίνει κι απ’ το μνήμα του βγει έξω αναστημένος, μήπως κι αυτό δεν θα συμβεί μπροστά
[σ’ όλων τα μάτια;
Τι πράγματ’ αλλοπρόσαλλα κάθεστε και μου λέτε; Θα κλέψουν, λέει, το σώμα του κι ύστερα
[θα μας λένε πως ζωντανός μάς γύρισε από τον άλλο κόσμο…
Μήπως μπορούν τα λόγια τους τα μάτια να μας κλείσουν και να μη βλέπουμε αυτά που
[εμπρός μας θε να γίνουν;
Αλλ’ αν όντως μέσα στη ζωή ισχύει αυτό που λέμε: «το είδα με τα μάτια μου, γι’ αυτό και το
[πιστεύω» και δούμε αυτόν που θάφτηκε ξαν’ ζωντανό μπροστά μας… Ε… τότε ας
[φωνάξουμε κι εμείς μαζί με όλους:
«Ο Κύριος Αναστήθηκε!».
θ’. Όποιος λέει τέτοια πράγματα, παραμυθάς μου μοιάζει.
Άκου, λέει, θα κλέψουνε το σώμα από τον τάφο… Ή τ’ άλλο, λέει, θα σηκωθεί ο που ‘ν’
[αποθαμένος!
Το ένα ψέμα ακούγεται και τ’ άλλο άρες-μάρες…
Άλλ’ αν έτσι ησυχάσετε από την αγωνία που φαίνεται πως τώρα δα πολύ σας κατατρώγει,
τους φύλακες τους έχετε, στείλτε τους να φυλάξουν∙ το μνήμα που τον βάλανε ας το
[περιφρουρήσουν.
Μόνο κοιτάξτε οι φρουροί μην πλανηθούν και πάλι και –όπως πριν– αρχίσουνε τρελά πάλι να
[λένε:
«Στ’ αλήθεια Αυτός Υιός Θεού αποδείχτηκε πως είναι».
Σαν τότε λέω στο Σταυρό, θυμάστε τι φωνάζαν; Για δείτε μήπως και αυτοί που θα σταλούν
[στο μνήμα αρχίσουν να φωνάζουνε κι αλλόφρονες να λένε:
«Ο Κύριος Αναστήθηκε!».
ι’. Και μ’ όλα αυτά ο Πιλάτος, στο τέλος τ’ αποφάσισε και τέτοια διάτα δίνει:
«Στη διάθεσή σας έχετε φρουρά∙ πηγαίντε τώρα
και κάντε ό,τι νομίζετε και ό,τι σας συμφέρει».
Αχ… βρε Πιλάτε έρημε! Χέρια δεν είναι τα μυαλά να πας και να τα πλύνεις…
Άλλ’ όπως χέρια ένιψες –ξέρεις για πότε λέμε– το νου σ’ τώρα καθάρισε και πες
[«αθώος είμαι».
Ή σάμπως τότε το ‘κανες γιατί σε κλόνισε λιγάκι, το όνειρο που είχε δει η γυναίκα σου το βράδυ.
Κι αν τότε λίγο σάστισες, τι θε να πάθεις τώρα όταν θ’ ακούσεις τις φωνές όσων πανηγυρίζουν; Tα ουράνια
και τα γήινα αντάμα θα υμνούνε μετά από την Ανάσταση κι όλοι
[μαζί θα ψέλνουν:
«Ο Κύριος Αναστήθηκε!».