«Προτιμώ να με ρωτάνε: “Μα, γιατί δεν παίζετε πια”, παρά να με βλέπουν και να λένε: “Μα, γιατί παίζει ακόμα”».
Η Άννα Καλουτά έφυγε σαν σήμερα 11 χρόνια πριν, στα 91 της. Η κυρία επιθεώρηση, η «Σμυρνιά» που άφησε εποχή, το «ευζωνάκι γοργό», η «γυναίκα-πουλί» όπως την είχε χαρακτηρίσει η Μελίνα, η αρχόντισσα της σκηνής, η…, η… Όσους χαρακτηρισμούς και να γράψει κάποιος γι’ αυτή την γυναίκα, είναι απλά λίγοι.
Εν αρχή ην τα Καλουτάκια
Φυσικά υπήρχε ταλέντο, άλλωστε δεν θα κρατούσαν τόσο. Αλλά ο λόγος που βγήκαν στη σκηνή του θεάτρου τα ανήλικα κορίτσια του Σωκράτη και της Κατερίνας Καλουτά ήταν η ανάγκη. Η οικονομική ανάγκη.
Το ζευγάρι χώρισε εξαιτίας των… αταξιών του πατρός και η μάνα ξεκίνησε έναν αγώνα για να θρέψει τις δύο κόρες της. Δούλευε ως μοδίστρα, αλλά δεινοπαθούσε. Ήταν πολύ φίλη με τις αδελφές της Μαρίκας Κοτοπούλη, τη Φωτεινή Λούη και τη Χρυσούλα Μυράτ, που μια μέρα της είπαν ότι η Μαρίκα χρειαζόταν δύο παιδάκια για το έργο που θα ανέβαζε, τη Στοργή του Μπατάιγ.
Η μάνα δέχτηκε και έτσι ξεκίνησε η λαμπρή καριέρα των δύο παιδιών. «Πουλάκι μου, τα λογάκια σου δυνατά να τα λες», συμβούλεψε την εκκολαπτόμενη ηθοποιό Άννα η μεγάλη Κοτοπούλη. Και το βράδυ, στη σκηνή, εκείνη έβαλε τις φωνές: «Μαμάαααα, μπαμπάααα, ήρθαμεεεεε…».
Το θέατρο έπεσε από τα γέλια και η Κοτοπούλη τραβούσε κωμικά τα μαλλιά της: «Μωρή κωλοθεατρίνα, θα το καταστρέψεις το θέατρο», φέρεται να είπε σύμφωνα με το vlahopoulou.blogspot.com.
Η συνέχεια ήταν ανοδική, όπως και το κασέ τους. Τότε η μητέρα τους τις έκλεισε εσωτερικές στην Ιόνιο Σχολή· κάθε βράδυ τις έπαιρνε ένα αυτοκίνητο και τις μετέφερε στο θέατρο. Κάποια στιγμή, όμως, οι Αρχές (υποκινούμενες από ανταγωνιστές, ίσως) απαγόρευσαν στα Καλουτάκια να εμφανίζονται στη σκηνή επειδή είναι ανεπίτρεπτο τα ανήλικα παιδιά να δουλεύουν αργά το βράδυ.
Με τη μεσολάβηση ανθρώπων του θεάτρου, ο υπουργός Χαριτάκης πείστηκε να επιτρέψει να εμφανίζονται μέχρι τις 23:00 στη σκηνή. Και έτσι η καριέρα τους συνεχίστηκε με επιτυχία. Μουσικό θέατρο και βαριετέ, χειμώνα-καλοκαίρι.
Και σπάζοντας την κατάρα που κυνηγάει τα «παιδιά-θαύματα», όχι μόνο δεν έχασαν την αθωότητα και το ταλέντο τους στην εφηβεία, αλλά μεταλλάχθηκαν σε νεαρές ηθοποιούς, και δη πρώτης γραμμής.
Η Άννα βέβαια είχε το προβάδισμα και έλαμπε. Η Μαρία ήταν πιο του σχολείου, πιο ευαίσθητη. Η Άννα Καλουτά ζούσε και ανέπνεε για το θέατρο.
Τα χρόνια της Κατοχής
Και φτάσαμε στο 1940. Λίγες μέρες πριν από την κήρυξη του πολέμου οι αδελφές Καλουτά επιχείρησαν να κάνουν την πρώτη τους επίσημη θιασαρχική εμφάνιση στη Θεσσαλονίκη, στο θέατρο «Παλλάς». Μαζί τους και μια νεαρή τραγουδίστρια που λίγους μήνες πριν είχε ξεκινήσει την καριέρα της στην πρωτεύουσα: η Ρένα Βλαχοπούλου.
Ο πόλεμος ανάγκασε το θίασο να διακόψει τις παραστάσεις του και να επιστρέψει άρον-άρον στην Αθήνα, παρατώντας σκηνικά και βεστιάριο. Λίγες μέρες μετά οι Καλουτά, ο Τραΐφόρος και η Βλαχοπούλου εντάχθηκαν στο δυναμικό του θεάτρου «Μοντιάλ», όπου μαζί με τον Μάνο Φιλιππίδη, τον Μίμη Κοκκίνη, την Ηρώ Χαντά και βέβαια τη Σοφία Βέμπο έγραψαν ιστορία με τις πολεμικές επιθεωρήσεις που παρουσίαζαν με εξαιρετική επιτυχία.
Η Άννα Καλουτά ντύθηκε ευζωνάκι και κάνει το κοινό να παραληρούσε: «Εν δυο, εν δυο, φουστανέλα, τσαρούχι, φουνταφές».
Ταυτίστηκε τόσο πολύ με το ρόλο αυτό που δεν τον εγκατέλειψε στη μετέπειτα καριέρα της. Κάθε τόσο παρουσιαζόταν μια αφορμή για να ντυθεί και πάλι τσολιάς…
https://www.youtube.com/watch?v=W2oEBGat-Cw
Μαζί με όλες τις πρωταγωνίστριες και τις τραγουδίστριες της εποχής, οι αδελφές Καλουτά έτρεχαν στα νοσοκομεία για την ψυχαγωγία των τραυματιών και τα βράδια από τη σκηνή του «Μοντιάλ» η Άννα ενθουσίαζε το κοινό ως τσολιάς, αλητάκι ή Αρβανίτισσα, ενώ η Μαρία το συγκινούσε ως η πιστή αρραβωνιαστικιά που περιμένει τον φαντάρο να γυρίσει από το μέτωπο.
Οι νίκες του αλβανικού μετώπου, όμως, έγιναν σύντομα παρελθόν και οι αδελφές Καλουτά προσπαθούσαν να επιβιώσουν στην κατοχική θεατρική Αθήνα. Τα δύο κορίτσια, όπως και οι περισσότεροι άνθρωποι του θεάτρου, εμφανίζονταν όπου έβρισκαν, ενώ η μητέρα τους αναγκάστηκε να ξεπουλήσει όλη τους την περιουσία για να ζήσουν.
Ο πόλεμος τελείωσε, ήρθε όμως ο εμφύλιος. Τα πολιτικά πάθη στο κόκκινο. Αν και ενταγμένη στο ΕΑΜ, η Άννα Καλουτά συνάντησε μία φορά τον αρχηγό του ΕΔΕΣ Ν. Ζέρβα και αυτό τη στιγμάτισε: Οι κομμουνιστές την κυνήγησαν και τελικά την έσωσε η Μελίνα Μερκούρη που την έκρυψε στο σπίτι της στο Κολωνάκι.
Πολλά χρόνια αργότερα, στις αρχές του 1970, η Μελίνα στην αυτοβιογραφία της Γεννήθηκα Ρωμιά έπλεξε για άλλη μία φορά το εγκώμιο, αναφερόμενη στο ταλέντο της Άννας Καλουτά.
Η μεγάλη δόξα και το εξωτερικό
Η Άννα Καλουτά στα τέλη του 1940 ήταν η μεγάλη κυρία της ελληνικής επιθεώρησης. Αυτή την περίοδο μαζί με την αδερφή της ξεκίνησαν τις περιοδείες τους σ’ όλον τον κόσμο. Ήταν απαραίτητο, για να αποκτήσουν τα σπίτια τους. Δηλαδή, το κανονικό δικό τους σπίτι και μετά το θεατρικό.
Όπου Έλληνας ανά τον πλανήτη, εκεί και αυτές : Κωνσταντινούπολη, Αίγυπτο, Αφρική, Αυστραλία, Ευρώπη. Και και κάθε τόσο γύριζαν για να δουν τη μητέρα τους και για να ανανεώσουν την επαφή τους με το κοινό της Ελλάδας.
Οι μεγάλοι έρωτες
Το 1949 συμπρωταγωνίστησε με τον Λάμπρο Κωνσταντάρα στο Μ’ αγαπά, δεν μ’ αγαπά. Και ναι, την αγαπά και τον αγαπά και προέκυψε έρωτας. Θυελλώδης, που κράτησε τρία χρόνια.
Μετά το θάνατο της έγινε γνωστή και μία άλλη σχέση της, αυτή με τον Δημήτρη Χορν. Μάλιστα υπάρχει και ένα αστείο στιγμιότυπο. Η Άννα, λοιπόν, τον είχε καλέσει στο σπίτι για δείπνο, μαζί με την αδελφή και τη μητέρα της. Έλα, όμως, που το Καλουτεϊκο ήταν πολύ… χύμα σε σχέση με τον ευγενή Χορν. Οπότε η Άννα έκανε μαθήματα στις άλλες δύο πώς να φερθούν ευγενικά.
Και έφτασε η ώρα του τραπεζιού. Γύρισε η Άννα στη μητέρα της και της λέει πολύ ευγενικά: «Μητέρα, μου περνάτε το αλάτι;». Εκείνη δεν άκουσε. Δεύτερη φορά η Άννα: «Μητέρα, μου περνάτε το αλάτι;». Τίποτα η κυρία Κατερίνα. Νευρίασε, λοιπόν, η Άννα και τηςείπε θυμωμένη: «Ρε μάνα, το αλάτι γαμώτο, τόση ώρα ζητάω»
Αλλά και η Μαρία έζησε έναν μεγάλο έρωτα. Μόνο που εδώ προέκυψε γάμος και φινάλε για τα Καλουτάκια, το 1967. Πιο πριν, όμως, ένα όνειρό τους έγινε πραγματικότητα, με ολέθρια αποτελέσματα.
«Θέατρο Καλουτά», Πατησίων 240
Υπάρχει κάτι σαν νόμος στο ελληνικό θέατρο, που λέει πως όταν οι ηθοποιοί γίνονται επιχειρηματίες το αποτέλεσμα είναι συνήθως η οικονομική καταστροφή.
Τρανό παράδειγμα το θέατρο «Καλουτά». Τα εγκαίνια έγιναν με μεγάλη λαμπρότητα το φθινόπωρο του 1961.
Το πρώτο έργο που ανέβηκε ήταν η Οδύσσεια από το λαϊκό θέατρο του Μάνου Κατράκη. Εμπορική αποτυχία. Και δεν ήταν η μόνη.
Το θέατρο «Καλουτά» είχε τη φήμη του καταραμένου, καθώς απειροελάχιστες ήταν οι επιτυχίες που έγιναν εκεί.
Να έφταιγε η τοποθεσία; Ότι δεν είχε μια συγκεκριμένη κατεύθυνση και ρεπερτόριο; Πάντως ήταν προβληματική η συντήρησή του. Οι δύο αδελφές έκαναν τα πάντα για να το διατηρήσουν ζωντανό. Κάποια στιγμή ήταν τόσα τα οικονομικά προβλήματα, που το έδωσαν για να λειτουργήσει ως κινηματογράφος.
Από την άλλη η συμφωνία που είχαν συνάψει τους επέτρεπε να το εκμεταλλεύονται για μια εικοσαετία, μέχρι το 1981. Όχι ότι μετά γνώρισε επιτυχίες. Αυτό το θέατρο ήταν το βατερλό των δύο γυναικών και παρόλο που τελικά γκρεμίστηκε το 2003 (22 χρόνια αφότου είχαν λήξει τα δικαιώματά τους), τις πόνεσε πολύ αυτή η απώλεια.
Η μάγισσα της σκηνής
Το είδος που υπηρέτησε η Άννα Καλουτά, η επιθεώρηση, από την δεκαετία του 1970 είχε μπει σε άλλα μονοπάτια. Αυτό δεν μεταφράζεται ότι εκείνη ήταν μια τέως, το αντίθετο.
Ήταν από τις ελάχιστες της παλιάς φουρνιάς που η αντίστοιχη νέα σεβάστηκε και αξιοποίησε.
Όπως στην παράσταση Αναδομήστε μας κι αφήστε μας, κατά την οποία συνεργάστηκε με την ομάδα «Κακό συναπάντημα» (Βάσια Τριφύλλη, Άννα Βαγενά, Κατιάνα Μπαλανίκα, Πάνος Σκουρολιάκος, Γιάννης Μποσταντζόγλου).
Στις αρχές του 1980 εμφανίστηκε στον κινηματογραφικό Ελευθέριο Βενιζέλο του Παντελή Βούλγαρη, όπου σχεδόν υποδύθηκε τον εαυτό της. Δηλαδή, μια αρτίστα της σκηνής που με τραγούδι, χορό αλλά και άκρως σατιρικό τρόπο σχολιάζει τα δρώμενα της εποχής του Κρητικού ηγέτη.
Την επόμενη χρονιά εμφανίστηκε στο μιούζικαλ Γιατί δεν ξανατραγουδάς. Ήταν πάνω στη σκηνή όταν έμαθε ότι πέθανε η μητέρα της. Σκούπισε τα δάκρυα, έκανε την κηδεία και το βράδυ πήγε ξανά στο θέατρο για να διασκεδάσει το κοινό. Γέλα παλιάτσο.
Το 1988 σε ένα μικρό θέατρο στην Γ’ Σεπτεμβρίου ανέβασε μαζί με τη Μάρω Κοντού το Η πρώτη νιότη του Κριστιάν Τζιουντιτσέλ. Δεν είναι κάποιο σπουδαίο έργο. Το έκαναν σπουδαία παράσταση οι δυο τους.
Η πληθωρική Άννα Καλουτά από τις μεγάλες σκηνές της επιθεώρησης μπήκε αμέσως στην ψυχολογία του μικρού θεάτρου, λες και γεννήθηκε εκεί. Και οι δύο μαζί έδωσαν, εκτός από ρεσιτάλ ερμηνείας, μαθήματα ήθους και επαγγελματισμού, λειτουργώντας σαν ντουέτο και όχι σαν μονάδα.
Το καλοκαίρι του 1989 κατέβηκε στην Επίδαυρο. Σε μια επεισοδιακή Λυσσιστράτη, όχι εξαιτίας της παράστασης, αλλά ενός ατυχήματος που είχε στην Κόρινθο, κατά το οποίο έχασε το ένα της δάχτυλο.
Τη σεζόν 1991-92 η Άννα Καλουτά ήταν μαζί με την Κάτια Δανδουλάκη και τον Γρηγόρη Βαλτινό στο έργο Άμπρα κατάμπρα.
Και δύο χρόνια μετά αποφάσισε να πει το οριστικό «αντίο» στο θέατρο! Στο έργο Και μαζί και μόνος που ανέβαζε ο Βασίλης Τσιβιλίκας στο… «Καλουτά».
Το καλοκαίρι στο «Μετροπόλιαν» της λεωφόρου Αλεξάνδρας η Άννα Καλουτά αποχαιρέτισε μια καριέρα 70 χρόνων.
https://www.youtube.com/watch?v=B6btqkXsNZs
«Καληνύχτα μην φοβάσαι, δεν σε ξέχασε κανείς. Πάντα εσύ στο τέλος θα ‘σαι η μεγάλη της σκηνής»
Η Άννα Καλουτά είναι από τις πιο χαρακτηριστικές περιπτώσεις που λατρεύτηκε και τιμήθηκε εν ζωή. Και ας μην είχε κάνει πολλές ταινίες, για να περάσει στην αιωνιότητα.
Δεν τον αγάπησε τον κινηματογράφο, είναι η αλήθεια.
Βραβεύσεις, καλέσματα σε εκπομπές, η Άννα Καλουτά δεν ησύχασε ούτε λεπτό. Αρκούσε μια βόλτα στη Φωκίωνος Νέγρη όπου έμενε για να παραλύσει ο κόσμος από την αγάπη και την λατρεία. Πάντα κομψή, πάντα ξεχωριστή.
Το 2006 τα Καλουτάκια χώρισαν για δεύτερη και τελευταία φορά. Η Μαρία πέθανε και η Άννα έμεινε μόνη. Το καλοκαίρι του 2008 εμφανίστηκε στο Ηρώδειο στην παράσταση Αυτές που κάψανε το σανίδι. Πάνω στην σκηνή.
«Σας αγαπώ πολύ. Δεν ξέρω, μπορεί να είναι η τελευταία μου εμφάνιση, μόνο ο Θεούλης το ξέρει», ειπε. Και οκόσμος άρχισε να φωνάζει «Όχι», με δάκρυα στα μάτια.
Και όχι, δεν την ξεχάσαμε ως «Σμυρνιά»: