Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ: Στις 19 Ιανουαρίου 2021, αναφερόμενος στο Ιράν, προειδοποιεί για «κλιμάκωση σε πυρηνική κρίση» προσθέτοντας: «Θα θέλαμε να επικαιροποιήσουμε ορισμένες παραμέτρους και ορισμένα εμπόδια σχετικά με το [πυρηνικό] πρόγραμμά τους».
Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Ισραήλ: Στις 8 Απριλίου 2021, από κοινού με τον πρωθυπουργό, τους υπουργούς Άμυνας, Παιδείας και Ενέργειας, καθώς και το Γενικό Εισαγγελέα απευθύνονται προς το Διεθνές Ποινικό Δικαστήριο σημειώνοντας: «Δεν έχετε δικαιοδοσία να ασκείτε έρευνα σε εμάς».
Απεσταλμένος του προέδρου της Πολωνίας επί ζητημάτων Εθνικής Ασφαλείας: Στις 26 Μαρτίου 2021, αναφέρεται στα ζητήματα Δημοκρατίας στη γειτονική Λευκορωσία, στα ανθρώπινα δικαιώματα, στα δικαιώματα των πολιτών και «δίνει έμφαση στην πολωνική μειονότητα», η οποία αποτελεί «το αθώο θύμα των διώξεων στη Λευκορωσία».
Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας της Νοτίου Κορέας: Στις 3 Απριλίου 2021, επισημαίνει ότι «η Νότιος Κορέα, οι ΗΠΑ και η Ιαπωνία συγκλίνουν ως προς τον επείγοντα χαρακτήρα του ζητήματος των πυρηνικών της Βορείου Κορέας».
Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας της Ινδίας: Στις 25 Οκτωβρίου, απευθύνεται προς την Κίνα και τις εντάσεις στα ινδοσινικά σύνορα λέγοντας: «Είμαι βέβαιος ότι ο Ινδικός Στρατός δε θα επιτρέψει σε κανέναν να πάρει ούτε μία ίντσα από το έδαφος της χώρας. Η Ινδία θα πολεμήσει όταν προκύψει κάποια απειλή».
Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας της Γκάμπια: Στις 26 Οκτωβρίου 2020, ανακοινώνει το όραμά του για τη θεσμοποίηση του πλαισίου χάραξης στρατηγικής, την προσήλωσή του στην «αντιμετώπιση των προκλήσεων του κράτους» και στη «βελτιστοποίηση των δομών ασφαλείας έως το 2024».
Σύμβουλος του Προέδρου της Τουρκίας επί ζητημάτων Εθνικής Ασφαλείας: Ιμπραήμ Καλίν (δεν είναι αναγκαία η ανάσυρση χαρακτηριστικών δηλώσεων).
Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας της Ελλάδας: Σύμφωνα με δημοσιεύματα του Φεβρουαρίου του 2020, δήλωσε: «Ακόμη και η συνεκμετάλλευση θα μπορούσε να συζητηθεί, υπό την προϋπόθεση της πρότερης οριοθέτησης των θαλασσίων ζωνών μέσω προσφυγής σε διεθνές δικαιοδοτικό όργανο». Όσον αφορά το θέμα της Λιβύης, τον Ιούνιο του 2020, απάντησε σε σχετική ερώτηση ως εξής: «Ο Χάφταρ στον οποίον είχαμε κι εμείς επενδύσει κατά κάποιον τρόπο είχε το πάνω χέρι, αλλά τώρα φαίνεται ότι χάνει στο πεδίο των μαχών και ίσως οι πολιτικές του ημέρες να είναι μετρημένες». Ίσως έπρεπε να είχαμε επενδύσει στους Αδελφούς Μουσουλμάνους… Τελευταίο επεισόδιο όσα είδαν το φως της δημοσιότητας από τα WikiLeaks.
Η Ελλάδα είναι μια χώρα ευρισκόμενη ενώπιον επιτακτικών διλημμάτων ασφαλείας, εκπεφρασμένων από έναν αναθεωρητικό γείτονα άνισα ισχυροποιημένο κατά τις τελευταίες δεκαετίες.
Διαρκής μεγιστοποίηση ισχύος (εξοπλιστικά προγράμματα που φθάνουν έως την απόκτηση αεροπλανοφόρου και τις στοιχειοθετημένες αναφορές περί προγράμματος ανάπτυξης πυρηνικών όπλων), διακηρυγμένες προθέσεις (ο ίδιος ο Ερντογάν στην Αθήνα (!) αναφέρθηκε στην «παρωχημένη Συνθήκη της Λοζάνης που πρέπει να αλλάξει»), επαρκείς συντελεστές λανθάνουσας ισχύος (η οικονομία γνωρίζει τριγμούς, αλλά το καθεστώς καταφέρνει να διατηρεί αμείωτα τα κονδύλια για στρατιωτικές δαπάνες, ελέω και της ανθίζουσας αμυντικής βιομηχανίας) και γεωγραφικός κατακερματισμός του ελληνικού (ελλαδικού και κυπριακού) χώρου (προκλήσεις ασφαλείας συναρτώμενες με το δημογραφικό πρόβλημα και την αδυναμία/απροθυμία διατήρησης πολυκεντρικών δομών μέσω της ουσιαστικής απεμπόλησης και του Ενιαίου Αμυντικού Δόγματος) συνθέτουν και τεκμαίρουν την εκφραζόμενη απειλή από πλευράς της Τουρκίας. Αντί αυτή η απειλή να αναλύεται, κρύβεται κάτω από το χαλί. Αντί να εξισορροπείται, κατευνάζεται.
Η εν Ελλάδι εκτελεστική εξουσία έχει επιλέξει επί σειρά δεκαετιών να λειτουργεί ανεξέλεγκτα, δίχως θεσμικές δικλείδες ελέγχου του συστήματος λήψης αποφάσεων, οι οποίες εν τέλει να αποτελούν δικλείδες διασφάλισης του εθνικού συμφέροντος. Όταν τίθεται το ζήτημα της διενέργειας δημοψηφισμάτων, η απάντηση είναι ότι «τα θέματα είναι ευαίσθητα και ο κοσμάκης (sic) δε ξέρει», ενώ όταν εκφράστηκε επιτέλους το αίτημα της ίδρυσης ενός Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας, η απάντηση ήταν τουλάχιστον σπασμωδική μέσω του ορισμού ενός Συμβούλου χωρίς μια υποστηρικτική των καθηκόντων του δομή, που αν μη τι άλλο θα ελέγχει και τον ίδιο τον εκάστοτε Σύμβουλο. Πριν από αυτή την εξέλιξη, είχαν προηγηθεί «αλά γκρέκα» εισηγήσεις για τη συγκρότηση ενός Συμβουλίου με… πρώην υπουργούς και πρωθυπουργούς.
Εν έτει 2021 και υπό την αυξανόμενη πίεση της τουρκικής απειλής, θα έπρεπε να ήταν μάλλον αυτονόητο ότι οι αποφάσεις σε μια συντεταγμένη κρατική γραφειοκρατία λαμβάνονται με πρόταξη του ορθολογικού κριτηρίου και άρα, με προσμέτρηση κόστους και οφέλους επί τω σκοπώ εκπλήρωσης και προαγωγής των εθνικών συμφερόντων. Γι’ αυτό το λόγο, οι προκείμενες ανά τον κόσμο θέσεις καταλαμβάνονται από ανθρώπους με το ανάλογο υπόβαθρο κατανόησης των ως άνω δεδομένων, οι οποίοι συνιστούν κατ’ εξοχήν τους πλέον «ευαισθητοποιημένους» δημόσιους λειτουργούς επί ζητημάτων εθνικής ασφαλείας.
Στην Ελλάδα, συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Ας φανταστούμε απλά έναν υπουργό Παιδείας να υποτιμά τη σημασία της Παιδείας ή έναν υπουργό Ναυτιλίας να θεωρεί ότι πρέπει να εγκαταλειφθεί ο κλάδος των θαλάσσιων μεταφορών χάριν… του σιδηροδρόμου.
Προφανώς και δεν πρόκειται για μια ενδογραφειοκρατική σύγκρουση συμφερόντων και μακάρι να ζούσαμε σε μια χώρα με μηδενικά προβλήματα ασφαλείας (αν υπάρχει τέτοια σε κάποιον άλλον πλανήτη).
Όμως, επί της παρούσης οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι ο καθείς πρέπει να σέβεται το ρόλο του και ο εν λόγω ρόλος να είναι αρκούντως θεσμικός ώστε να εντάσσεται η λειτουργία του στην προσπάθεια υποστήριξης των δομών του κράτους, που ειρήσθω εν παρόδω διαθέτει προϋπολογισμό με έσοδα από τους φορολογούμενους, τα κοινά συμφέροντα των οποίων οφείλουν οι θεσμοί του να υπηρετούν.