Με το πρώτο, αχνό φως της ημέρας, στο τέλος του Αυγούστου του 1972, κόσμος αρχίζει να συγκεντρώνεται έξω από τα εργοστάσια του Λαναρά, στο Συνοικισμό, στη Νάουσα. Με τις ψυχές τους γεμάτες ενθουσιασμό και ευσέβεια, Πόντιοι της πόλης περιμένουν τα λεωφορεία που έχει νοικιάσει η Εύξεινος Λέσχη Ποντίων Νάουσας, προκειμένου να ανεβούν στα υψώματα της Καστανιάς και να τιμήσουν τα Εννιάμερα από την Κοίμηση της Υπεραγίας Θεοτόκου, στην Παναγία Σουμελά.
Ανάμεσά τους βρίσκεται κι ένα παιδί, ο Αλέξανδρος Αποστολίδης που, πριν κλείσει τα εννιά του χρόνια, θα κάνει το παρθενικό του ταξίδι προς το εν Ελλάδι ιερότερο μέρος του ποντιακού ελληνισμού.
Ο μικρός «ρουφάει» όλες τις πρωτόγνωρες γι’ αυτόν εικόνες, τόσο κατά τη διαδρομή όσο και κατά την παραμονή του στο χώρο της Παναγίας Σουμελά. Ζωσμένος με ένα σπαθί, φωτογραφίζεται γεμάτος περηφάνια κάτω από το καμπαναριό στην προτομή του Φίλωνα Κτενίδη.
Εκείνη τη στιγμή κανένας δε θα μπορούσε να φανταστεί ότι ο μικρός, σε δύο δεκαετίες από τότε, θα γινόταν ηγούμενος της Ιεράς Μονής Παναγίας Σουμελά στο Βέρμιο.
Στον ιερό αυτόν τόπο όπου, με τη βοήθεια του Θεού, για 13 χρόνια θα προσφέρει όλη του την ψυχή για να τον ενισχύσει, να τον αναδείξει περαιτέρω, αλλά και να διακονήσει όσους πιστούς αναζήτησαν στήριξη και παρηγοριά.
Με την ίδια θέρμη, τον ίδιο ζήλο, αλλά και την ίδια αφοσίωση υπηρετεί από το 2005 το ποίμνιό του ως μητροπολίτης Δράμας. Πάντοτε έτοιμος να κοινωνήσει λόγια αγάπης, αλλά και να επιτελέσει το ποιμαντορικό του έργο, χωρίς να αφήσει να «γλιστρήσει» ούτε στάλα από το σεβασμό που «φωλιάζει» στην ψυχή του για την ιστορία και την παράδοση του τόπου που γεννήθηκαν οι πρόγονοί του. Τον Πόντο.
Από μικρός κλίση προς τα εκκλησιαστικά
Στην κλινική του Σόλωνα, στη Βέροια, αντίκρισε για πρώτη φορά τη ζωή, στις 21 Οκτωβρίου 1963, ο μητροπολίτης Δράμας Παύλος, αλλά λίγα 24ωρα αργότερα μεταφέρθηκε στη Νάουσα, στην περιοχή της ενορίας του Αγίου Δημητρίου, όπου κατοικούσε η οικογένειά του. Η καταγωγή του μητροπολίτη είναι κατά 100% ποντιακή, από την Αργυρούπολη και την Τραπεζούντα. Μετά τον ξεριζωμό και την έλευση των προσφύγων στην Ελλάδα η οικογένεια του πατέρα του εγκαταστάθηκε στη Ραχιά Βέροιας και αυτή της μητέρας του στη Νάουσα.
Όπως αναφέρει στο pontosnews.gr από τότε που θυμάται τον εαυτό του, είχε μία έντονη κλίση προς τα εκκλησιαστικά πράγματα, η οποία καλλιεργήθηκε από τη σχέση της οικογένειάς του με την Εκκλησία.
«Η προγιαγιά μου, Ελένη Κωφίδου-Σιαμανίδου, από την ενορία Σιαμανάντων της Κρώμνης και ανιψιά του εθνομάρτυρα Ματθαίου Κωφίδη, την οποία πρόλαβα εν ζωή, μού είχε διδάξει την ορθόδοξη ευσέβεια της Ρωμιοσύνης. Με το χεράκι της με οδήγησε στην ενορία του Αγίου Δημητρίου Νάουσας, όπου κατοικούσαμε», λέει ο μητροπολίτης Παύλος.
Με τη φοίτησή του από την Γ’ Γυμνασίου στο Εκκλησιαστικό Σχολείο της Λαμίας μπήκαν οι βάσεις που τον οδήγησαν στην ιεροσύνη.
«Εκεί συνδέθηκα με δύο ξεχωριστές μορφές κληρικών. Τον αρχιμανδρίτη και ηγούμενο της Ιεράς Μονής Αγάθωνος, Γερμανό Δημάκο, τον περίφημο παπά-Ανυπόμονο, ιερέα των Μαυροσκούφηδων του Άρη Βελουχιώτη και τον αγιασμένο γέροντα Βησσαρίωνα Κορκολιάκο, επίσης της μονής Αγάθωνος και του οποίου το σκήνωμα κατά την ανακομιδή ευρέθη άφθαρτο. Σημαντικό ρόλο για την πνευματική μου κατάρτιση διαδραμάτισε επίσης η από τη Β’ Γυμνασίου σχέση μου με τα ιερά σκηνώματα του Αγίου Όρους και ιδιαίτερα με τις Ιερές Μονές Διονυσίου και Αγίου Παύλου και με τη σκήτη της Αγίας Άννας. Είχα συνδεθεί και με τον πρώτο ηγούμενο της ιεράς μονής Μεγίστης Λαύρας, γέροντα Αθανάσιο, με τον οποίο ως μαθητής είχα αλληλογραφία και με στήριζε πολύ», σημειώνει ο μητροπολίτης Παύλος.
Διακόνος χειροτονήθηκε λίγο πριν κλείσει τα είκοσί του χρόνια στη συνέχεια πρεσβύτερος στο Μητροπολιτικό Ναό των Αγίων Αποστόλων Βεροίας, από τον τότε μητροπολίτη Βεροίας και Ναούσης Παύλο, ο οποίος του έδωσε και το όνομά του.
Μέσα από αφηγήσεις σφυρηλατήθηκε η αγάπη για τον Πόντο
Η αγάπη του για την ιστορία και την παράδοση του ελληνισμού του Ευξείνου Πόντου και η σχέση του με αυτές σφυρηλατήθηκαν φυσιολογικά, όπως λέει ο ίδιος, από τις αφηγήσεις των γιαγιάδων του, αλλά ιδιαίτερα της προγιαγιάς του, την οποία ακολουθούσε στα σπίτια συμπατριωτών του, όπου στα παρακάθια άκουγε διηγήσεις για την πατρίδα και για τα τραγικά γεγονότα της ιστορίας των Ποντίων και για την έξοδο από τις πατρογονικές τους εστίες.
Ύστερα ήρθαν οι επισκέψεις στην Παναγία Σουμελά μέσα από την Εύξεινο Λέσχη Ποντίων Νάουσας, κυρίως στα Εννιάμερα της Παναγίας, ενώ από παιδί τον συνήρπαζε και ο ήχος του κεμεντζέ. Ωστόσο, ο υπερβάλλων ζήλος του για την Εκκλησία δεν του επέτρεψε να επιδοθεί στην εκμάθησή της. Κάποια στιγμή, σε μικρή ηλικία, απέκτησε μία λύρα, αλλά πλέον δε θυμάται την κατάληξή της.
Σε ό,τι αφορά την ποντιακή διάλεκτο και κουζίνα, αποτελούσαν κομμάτια της καθημερινότητας της οικογένειάς του.
«Έμπαινα στο πάπλωμα της γιαγιάς μου και ακούγαμε τη ραδιοφωνική εκπομπή Ποντιακοί Αντίλαλοι του Στάθη Ευσταθιάδη. Ήταν ένα μάθημα για εμένα. Επίσης, η γιαγιά μου ήταν συνδρομητής της Ποντιακής Εστίας του Φίλωνα Κτενίδη και στο υπόγειο του σπιτιού μας είχαμε πολλά τεύχη της. Διάβαζα πολύ τα ευθυμογραφήματα του Βέβαια και της Στοφορίνας. Τα διάβαζα εκφώνως κι έτσι απέκτησα επαφές με την ποντιακή διάλεκτο, την οποία καλλιέργησα ενσυνείδητα. Κάποια στιγμή, θυμάμαι, βρέθηκα με μία από τις γιαγιάδες μου στην Παναγία Σουμελά. Εγώ μιλούσα ποντιακά, αλλά με μία παιδική προφορά, η οποία είναι πιο σκληρή. Η γιαγιά μου μού έλεγε να μη μιλάω, για να μη φαίνομαι διαφορετικός από τους υπόλοιπους. Με όλα αυτά σιγά-σιγά καλλιέργησα την ποντιακή λαλιά και μέσα από τις διηγήσεις μυήθηκα στην ιστορία του Πόντου», θυμάται και διηγείται στο pontonews o μητροπολίτης Παύλος.
Με τη βοήθεια της άλλης γιαγιάς του, από τη Ραχιά, ο μητροπολίτης Παύλος μυήθηκε στην αγροτική ποντιακή ζωή. Όταν επισκεπτόταν την περιοχή, τριγυρνούσε στα χωράφια, έβλεπε τις αγελάδες και μάθαινε για το δουρβάν’ και το ξυλάγγ’. Και εκεί άκουγε ιστορίες, μεταξύ άλλων, για την εξορία που υπέστησαν οι οικογένειες της περιοχής Αλούτσαρας στην Τοκάτη καθώς και για τη σφαγή των Αρμενίων, το 1915.
Η ηγουμενία στην Παναγία Σουμελά
Καθοριστικός παράγοντας περαιτέρω ενασχόλησης του μητροπολίτη Δράμας Παύλου με τα ποντιακά πράγματα, ήταν η διορισμός του ως ηγουμένου της ιεράς μονής Παναγίας Σουμελά Βερμίου, κάτι που έγινε το 1992. Όπως υπογραμμίζει στο pontosnews.gr, πρόκειται για έναν ιδιόμορφο για κληρικό τόπο διακονίας, διότι στη διοίκηση κυριαρχεί το λαϊκό στοιχείο.
«Χρειάζεται πολύ αγάπη για να συμβιώσει κανείς με ένα τέτοιο διοικητικό σύστημα. Ωστόσο, αυτά τα στοιχεία τα είχαμε, διότι όλοι ξέραμε ότι πρόκειται για τον ιερό τόπο του ποντιακού ελληνισμού και ότι σε αυτόν βρίσκεται η καρδιά του Πόντου. Επιδοθήκαμε στη διακονία των προσκυνητών με αγάπη και διάκριση. Άλλωστε, η Παναγία είναι υπερεθνική και υπερφυλετική και στην Παναγία Σουμελά ερχόταν άνθρωποι από ολόκληρη την Ελλάδα για να προσκυνήσουν, άνθρωποι που ήθελαν λόγια παρηγοριάς και ενίσχυση. Το διακόνημα αυτό το κάναμε με αίσθημα ευθύνης, στο βαθμό που μπορούσαμε και αισθάνομαι ότι η συνείδησή μας δεν έχει κάτι να μας καταμαρτυρήσει».
Είναι πλούσιο και πολύπλευρο το έργο του νυν μητροπολίτη Δράμας ως ηγουμένου για 13 χρόνια στην Παναγία Σουμελά. Μεταξύ άλλων, επιμελήθηκε στη μονή πολύ σημαντικά και μεγάλης συναισθηματικής αξίας αντικείμενα από τον Πόντο, τα οποία τοποθέτησε με τα ίδια του τα χέρια και με μεγάλο σεβασμό στο κειμηλιοφυλάκειο.
«Για παράδειγμα, υπήρχαν κλειδιά από κάποιο σπίτι του Πόντου. Η ιδιοκτήτριά του κλείδωσε το σπίτι κι έφυγε, ούσα απολύτως σίγουρη ότι θα επιστρέψει σε αυτό σύντομα. Επίσης, στο κειμηλιοφυλάκειο υπάρχει σταυρός από το τέμπλο του ιερού ναού του Αγίου Ιωάννη Δαφνούντος, στο λιμάνι της Τραπεζούντας, τον οποίο χρησιμοποίησαν οι Τούρκοι ως τόπο συγκέντρωσης των προσφύγων, πριν φύγουν για την Ελλάδα.
»Ένας χωροφύλακας έριξε με το όπλο του και βρήκε η σφαίρα τον Χριστό στο στήθος. Από το ταρακούνημα έπεσε ο σταυρός στην αγκαλιά μιας γυναίκας, η οποία τον έφερε στην Ελλάδα. Το κάθε αντικείμενο έχει τη δική του ιστορία. Αποτελεί ένα μάθημα ιστορίας για τον επισκέπτη και το κάθε αντικείμενο μπορεί να μου έδινε αφορμή να μιλάω για ώρες», τονίζει ο μητροπολίτης Δράμας Παύλος.
Πριν το διορισμό του ως ηγούμενος στην Παναγία Σουμελά, διετέλεσε Α’ αντιπρόεδρος – εκπρόσωπος της Μητροπόλεως Βεροίας στο Διοικητικό Συμβούλιο του ιδρύματος. Σε εκείνο το διάστημα πρότεινε στη διοίκηση και μετέφερε στη μονή τα λείψανα του Μητροπολίτου Τραπεζούντος Χρυσάνθου, του μετέπειτα Αρχιεπισκόπου Αθηνών, από το Α’ Νεκροταφείο της πρωτεύουσας.
«Εγώ πήγα στην Αθήνα και έκανα την ανακομιδή, με τη βοήθεια του Ισαάκ Λαυρεντίδη. Ενός θερμού Ποντίου, βουλευτή Σερρών της Νέας Δημοκρατίας και αντιπροέδρου της Βουλής. Με έγκριση, φυσικά, της Ιεράς Συνόδου, επί μακαριστού Αρχιεπισκόπου Σεραφείμ, στις 8 Οκτωβρίου 1991».
Επίσης, μετά από πρότασή του, την οποία υιοθέτησε το Διοικητικό Συμβούλιο, αναδείχθηκε ο αγιολογικός πλούτος του Πόντου. Από το Μουσείο Μπενάκη μεταφέρθηκαν στην Παναγία Σουμελά ο Τίμιος Σταυρός του Μανουήλ του Γ΄ του Μεγαλοκομνηνού και το Ευαγγέλιο του Οσίου Χριστοφόρου, τρίτου κτήτορος της Ιεράς Μονής της Παναγίας Σουμελά στον Πόντο, στις 15 Αυγούστου 1993, από τον τότε πρωθυπουργό Κωνσταντίνο Μητσοτάκη. Τα επόμενα χρόνια μεταφέρθηκε τεμάχιο λειψάνων του Αγίου Νεομάρτυρος Ιωάννη του Τραπεζούντιου, ο οποίος είναι πολιούχος της πόλης Σουτσεάβα της βόρειας Ρουμανίας. Όπως σημειώνει ο μητροπολίτης, ελάχιστοι Πόντιοι γνωρίζουν σήμερα ότι ο συγκεκριμένος άγιος τιμάται τόσο πολύ από τους Ρουμάνους, το δε άγιο λείψανό του διατηρείται άφθαρτο.
Παράλληλα, μετά από ενέργειές του βρέθηκαν και μεταφέρθηκαν στο μοναστήρι του Βερμίου τεμάχια λειψάνων των κτητόρων της Παναγίας Σουμελά του Πόντου, Οσίων Βαρνάβα και Σωφρονίου, καθώς και απότμημα λειψάνων του Αγίου Ευγενίου πολιούχου Τραπεζούντος.
«Με δικές μου ενέργειες μεταφέραμε και τα λείψανα του οπλαρχηγού Καπετάν Ευκλείδη της Επτάκωμης Σάντας. Αυτό έγινε με μια μεγαλοπρεπή τελετή, παρουσία του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Χριστόδουλου και 15 μητροπολιτών. Θυμάμαι εκείνη την ημέρα ο Χριστόδουλος μίλησε εμπνευσμένα. Θεωρώ ότι όλες αυτές οι δράσεις, καθώς και πολλές άλλες ακόμα, αναδεικνύουν ακόμα περισσότερο την Παναγία Σουμελά.
»Για παράδειγμα, η μεταφορά του Τιμίου Σταυρού του Μανουήλ του Μεγαλοκομνηνού σε άλλες μητροπόλεις για προσκύνημα είναι πράξη που αναδεικνύει την Παναγία Σουμελά, διότι γίνεται με αγάπη, προς όφελος των πιστών και χωρίς κανένα οικονομικό όφελος. Όλα αυτά έγιναν σε συνεργασία με τον πρόεδρο και το Διοικητικό Συμβούλιο του Ιδρύματος Παναγία Σουμελά, με σύμπνοια, αγάπη και υπομονή», υπογραμμίζει ο μητροπολίτης Δράμας Παύλος.
Η γνωριμία με τον Ζώρα Μελισσανίδη
Στην ιερά μονή του Βερμίου έμεινε μέχρι το 2005, όταν και εξελέγη δεσπότης Δράμας.
«Στην Παναγία Σουμελά είχα τη χαρά να γνωρίσω πρόσφυγες πρώτης και δεύτερης γενιάς, που χαρακτηρίζονταν από ειλικρινή και ανιδιοτελή αγάπη για τον Πόντο. Μεταξύ αυτών συνδέθηκα φιλικά με τον αείμνηστο Ζώρα Μελισσανίδη και την κόρη του Όλια. Ο Ζώρας ερχόταν στην Παναγία Σουμελά το Πάσχα και έμενε μέχρι τον Οκτώβριο. Ζούσαμε όμορφα. Μάλιστα, ενταφιάστηκε στο προσκύνημα, τέλεσα εγώ τη νεκρώσιμη ακολουθία κι έτσι τον είχαμε μονίμως πλέον στην Παναγία Σουμελά, μαζί με άλλους επιφανείς Ποντίους στο κοιμητήριο».
Πλούσιο συγγραφικό και εκδοτικό έργο
Στον ποντιακό ελληνισμό είναι αφιερωμένο πολύ μεγάλο μέρος του συγγραφικού και εκδοτικού έργου του μητροπολίτη Παύλου. Με κάθε έργο του έβαλε ένα ακόμα λιθαράκι, ώστε να αναδειχθούν περαιτέρω και να γίνουν περισσότερο γνωστές άγνωστες σε πολλούς πτυχές της ιστορίας, της παράδοσης, αλλά και της θρησκευτικής κληρονομιάς του Πόντου.
Ειδικότερα, από τα χρόνια της ηγουμενίας του ακόμα στην Παναγία Σουμελά ο μητροπολίτης Δράμας Παύλος έγραψε τη μεταπτυχιακή του εργασία για τη Θεολογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, η οποία είχε τίτλο Ο Μητροπολίτης Τραπεζούντος Χρύσανθος Φιλιππίδης. Η Αρχιερατεία του στην Τραπεζούντα. Το 2002 κατέθεσε τη διδακτορική του διατριβή, με θέμα Η Μητρόπολη Ροδοπόλεως – Το Ζήτημα των Εξαρχειών του Πόντου, η οποία εγκρίθηκε παμψηφεί με άριστα.
«Επίσης, έγραψα μονογραφία για τη Σίμικλη Χαλδίας και την ιστορία για την Ιερά Μονή Αγίου Γεωργίου Χαλιναρά της Χάρσερας Χαλδίας. Η εικόνα του Αγίου ήρθε στα χέρια μου. Με δική μας επιμέλεια εκδόθηκε ανέκδοτη μέχρι τις μέρες μας εργασία του διδασκάλου και ιδρυτή του Φροντιστηρίου της Τραπεζούντος Σεβαστού Κυμινήτη για το Μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, ενώ αυτήν την περίοδο επεξεργαζόμαστε μία άλλη εργασία του που γράφτηκε μετά από παράκληση καλογραιών της Ιεράς Μονής Θεοσκεπάστου Τραπεζούντος, Περί Μοναχικής Πολιτείας.
Επίσης, εκδώσαμε την ακολουθία και το μαρτύριο του τελευταίου Αυτοκράτορα Τραπεζούντας, Αγίου Δαυίδ Μεγαλοκομνηνού και ανασύραμε από την αφάνεια τον Αρχιεπίσκοπο Τραπεζούντος Άγιο Αθανάσιο τον Δαιμονοκαταλύτη, με την έκδοση του βίου και της ακολουθίας του. Σε συνεργασία με τον εκδοτικό οίκο της Δέσποινας Κυριακίδη στη Θεσσαλονίκη εκδώσαμε την ιστορία της Ιεράς Μονής του Αγίου Γεωργίου Χουτουρά της Χαλδίας, που συνέγραψε ο αείμνηστος Γεώργιος Κανδηλάπτης-Κάνις.
Αυτή την περίοδο ο σεβασμιώτατος επεξεργάζεται τα κείμενα και προγραμματίζεται μία κατάθεση ψυχής του μητροπολίτη Παύλου.
Πρόκειται για ένα CD με παραδοσιακά τραγούδια της Κρώμνης, ο τίτλος του οποίου θα είναι «Κρωμέτ’κα τραγωδίας». «Η λύρα που θα παίζει σε αυτό το CD, είναι του αείμνηστου Σταύρη Πετρίδη, του πατέρα του Γώγου, η οποία ήρθε από την πατρίδα. Το ένθετο που θα συνοδεύει το CD, θα είναι γραμμένο και στην τουρκική γλώσσα, ώστε να το διακινήσουμε και σε φίλους που έχουμε στον Πόντο», υπογραμμίζει ο μητροπολίτης Δράμας.
Η πρώτη επίσημη και οι… αντάρτικες Θείες Λειτουργίες στα ιερά προσκυνήματα του Πόντου
Ο δεσπότης Δράμας, με την τόσο άρρηκτα συνδεδεμένη σχέση του με τον Πόντο και τον ποντιακό ελληνισμό, δε θα μπορούσε να ήταν απών από την πρώτη επίσημη πατριαρχική Θεία Λειτουργία, η οποία τελέστηκε με λαμπρότητα και μεγαλοπρέπεια το 2010 στο ιερότερο μνημείο των απανταχού Ποντίων, στην Παναγία Σουμελά του Πόντου. Μάλιστα, μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας προσφώνησε τον Παναγιώτατο Οικουμενικό Πατριάρχη και τραγούδησε με τη συνοδεία λύρας.
«Επρόκειτο για συναισθήματα μοναδικά και ανεπανάληπτα, τα οποία θα μείνουν ανεξίτηλα χαραγμένα στη μνήμη και στην καρδιά μου. Όλοι οι προσκυνητές που ανεβαίναμε στο μοναστήρι, αισθανόμασταν ότι κουβαλούσαμε μαζί μας τις ψυχές των προγόνων μας, οι οποίοι έκλεισαν τα μάτια τους με νοσταλγία για την πατρίδα, που ανήθικοι διπλωμάτες τους τη στέρησαν», λέει με συγκίνηση ο μητροπολίτης Δράμας.
Ωστόσο, 17 χρόνια νωρίτερα, το 1993, ο ίδιος, εμφορούμενος από βαθιά πίστη και σεβασμό για τα ιερά και τα όσια του Πόντου, πρωτοστάτησε, ώστε να ακουστούν μετά από πολλές δεκαετίες το Ευαγγέλιο και η ορθόδοξη ψαλμωδία στο μοναστήρι.
Με τη βοήθεια φίλου αγά της Τραπεζούντας, αλλά χωρίς επίσημη άδεια από το τουρκικό κράτος, ο μητροπολίτης Παύλος εκπλήρωσε το μεγάλο του όνειρο. Να λειτουργήσει στην «καρδιά» του όρους Μελά του Πόντου, στο μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά.
Το ίδιο επανέλαβε δύο χρόνια αργότερα, το 1995, στα ερείπια της ιεράς μονής του Αγίου Γεωργίου Περιστερεώτα, ενώ το 1997 επιχείρησε να τελέσει Θεία Λειτουργία και στα ερείπια του μοναστηριού του Αγίου Ιωάννη Βαζελώνος. Ωστόσο, ο σχεδιασμός έγινε γνωστός στις τουρκικές Αρχές, με αποτέλεσμα να εμφανιστούν στρατοχωροφύλακες και να τους εκδιώξουν. «Εκείνη την ημέρα στην Ιερά Μονή Αγίου Ιωάννη Βαζελώνος βίωσα την εμπειρία της απαγόρευσης, το τι σημαίνει να απαγορεύεται σε κάποιον να ασκήσει τα λατρευτικά του καθήκοντα. Έκλαψα πολύ. Δεν μπορώ να καταλογίσω ευθύνη 100% στην τουρκική πλευρά, διότι όλα αυτά έγιναν χωρίς άδεια».
Ο μητροπολίτης Παύλος αναφέρει ακόμα ότι έζησε πολλές ανεπανάληπτες εμπειρίες στις πολλές επισκέψεις του στο πέρασμα των χρόνων στον Πόντο, ξεχωρίζοντας ως μία από αυτές τη συνάντηση και γνωριμία του με τον Θεόδωρο Τεμέλ Καρίπ στη Στάμα της Ματσούκας. Τον είχε ανακαλύψει ένας φίλος, ο αείμνηστος Γιώργος Ανδρεάδης και επρόκειτο για έναν Πόντιο, ο οποίος κατά την Ανταλλαγή των πληθυσμών έμενε με την κατάκοιτη γιαγιά του. Ήταν ορφανός από μητέρα και ο πατέρας του βρισκόταν τότε στη Ρωσία.
Εκκλησία και Πολιτεία για την αναγνώριση Γενοκτονίας
«Η διοίκηση της Εκκλησίας της Ελλάδος ούτε κάνει, ούτε έχει διάθεση να κάνει κάτι για τη διεθνή αναγνώριση της Γενοκτονίας του ποντιακού ελληνισμού. Πέρα από κάποιες κινήσεις εντυπωσιασμού ή ανάγκης δεν κάνει τίποτα». Είναι η ξεκάθαρη και χωρίς αποστροφές άποψη του μητροπολίτη Δράμας Παύλου, για το αν η Εκκλησία μπορεί να βοηθήσει προς την ικανοποίηση αυτού του δίκαιου αιτήματος του ποντιακού ελληνισμού.
«Όλοι θα πρέπει να πέσουν πάνω στις ελληνικές κυβερνήσεις για το θέμα αυτό, διότι κοροϊδεύουμε εαυτούς και αλλήλους. Αν θέλετε περισσότερες διευκρινίσεις γι’ αυτό που λέω, μπορείτε να μελετήσετε τι κάνει το Ισραήλ για τα δικά του θέματα και τι κάνει το ελληνικό κράτος. Δυστυχώς, το ελληνικό κράτος σαμποτάρει την υπόθεση αυτή ή τη χρησιμοποιεί κατά το δοκούν, όταν οι περιστάσεις ευνοούν. Από την άλλη πλευρά και εμείς οι Πόντιοι είμαστε εύκαιροι και αφελείς. Θεωρούμε ότι με το να γεμίσουμε την Ελλάδα με μάρμαρα, επιτελέσαμε το χρέος μας. Όμως, έτσι ουσιαστικά ικανοποιούμε την προσωπική στοχοθεσία κάθε τοπάρχη», συμπληρώνει με νόημα.
«Με θλίβει η έλλειψη ενότητας στον ποντιακό χώρο»
Τη θλίψη του για το γεγονός ότι δεν υπάρχει ενότητα στον οργανωμένο ποντιακό χώρο εκφράζει μέσω του pontosnews.gr ο μητροπολίτης Δράμας Παύλος. «Με θλίβει η κατάσταση που επικρατεί, που δεν υπάρχει ενότητα. Με θλίβει, διότι υποτίθεται ότι όλοι αγωνιζόμαστε για έναν ιερό σκοπό, ο οποίος, όμως, φαλκιδεύεται στις προσωπικές επιδιώξεις, την αρχομανία και την ιδιοτέλεια. Για να επιτευχθεί η ενότητα, χρειάζονται ανιδιοτελείς εργάτες της ποντιακής παράδοσης. Δεν είναι μόνο το θέμα της Γενοκτονίας, στο οποίο πρέπει να επικεντρωθούμε. Είναι πολλές οι πτυχές, τις οποίες πρέπει να εκδιπλώσουμε, να εργαστούμε και να ρίξουμε γέφυρες επικοινωνίας με την ιστορία του Πόντου στην απέναντι όχθη», τονίζει ο δεσπότης.
Ως χαρακτηριστικό παράδειγμα για περαιτέρω ανάδειξη της ιστορίας του Πόντου και μάλιστα σε επιστημονικό επίπεδο, ο μητροπολίτης Παύλος αναφέρει την προσπάθεια του ομότιμου καθηγητή Ιστορίας του Πανεπιστημίου Δυτικής Μακεδονίας, Κωνσταντίνου Φωτιάδη, ο οποίος προσφέρει ολόκληρο το αρχείο του, όλα τα σχετικά με την ιστορία και την παράδοση του Πόντου αντικείμενα που συγκέντρωσε σε περίπου 45 χρόνια αναζήτησης και ερευνών.
«Συνδράμω την προσπάθεια του καθηγητή Φωτιάδη, να αφήσει παρακαταθήκη στον ποντιακό ελληνισμό όλα τα αντικείμενα που συγκέντρωσε με αίμα και πόνο. Είναι υποχρέωση της ελληνικής Πολιτείας να του συμπαρασταθεί», υπογραμμίζει ο μητροπολίτης Δράμας Παύλος.
Κορονοϊός και εορτασμός του Πάσχα
Μιλώντας ως εκπρόσωπός του ποιμνίου του, αλλά εκφράζοντας και τα αισθήματα όλων των Ελλήνων, ο δεσπότης Δράμας, αναφερόμενος στην πανδημία του κορονοϊού, τονίζει ότι όλη η κοινωνία έχει πλέον κουραστεί.
Παράλληλα, επισημαίνει ότι «αυτό που μας κουράζει περισσότερο είναι η διγλωσσία των γιατρών και της Πολιτείας πάνω στο συγκεκριμένο ζήτημα».
Τέλος, σε ό,τι αφορά τη δυνατότητα που θα έχουν οι πιστοί να εορτάσουν το φετινό Πάσχα, σημειώνει ότι «το θέμα αντιμετώπισης του εκκλησιασμού κατά το Πάσχα βαραίνει κυρίως εμάς, την ιεραρχία και κυρίως το διοικητικό μας κέντρο που βρίσκεται στην Αθήνα. Διότι εκεί λαμβάνονται οι αποφάσεις».
Κείμενο: Ρωμανός Κοντογιαννίδης
Φωτογραφίες: Φίλιππος Φασούλας
Επιμέλεια κειμένου-φωτογραφιών: Γεωργία Βορύλλα, Πόπη Παπαγεωργίου.