Ξεχωριστή φωνή, μοναδική προσωπικότητα και με μια ζωή γεμάτη. Γεμάτη και από αντιφάσεις, αλλά έτσι δεν είναι η αληθινή ζωή; Και ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης πήρε μια ζωή που μπορεί να είχε όλες τις προδιαγραφές να γίνει άπονη, αλλά με τη φωνή του την γέμισε.
Ένας σερ κρύβεται στο πηγάδι
Γεννήθηκε στις 11 Δεκεμβρίου του 1922 στο Περιστέρι. Το σκηνικό ίδιο με τις περισσότερες οικογένειες τότε. Πολλά παιδιά, πολλή φτώχεια. Αλλά και η αισιοδοξία, ότι κάποια στιγμή, ο ουρανός θα γίνει πιο γαλανός. Το τελευταίο παιδί μιας οκταμελούς οικογένειας. «Από το σπίτι βέβαια θέλαν να με μορφώσουν… τ’ αδέρφια μου, ο πατέρας μου, η μάνα μου… επειδή εγώ ήμουν ο τελευταίος», είχε δηλώσει σε συνέντευξή του. «Από τ’ αδέρφια μου κανένας δεν πέρασε στα γράμματα, πήγαν όλοι σε τέχνες, και θέλαν εμένα να με κάνουν να μάθω γράμματα, να πάω παραπέρα απ’ το δημοτικό. Εγώ εν τω μεταξύ από μικρός, από εφτά-οχτώ χρονών, παίζω κιθάρα κι έχω μέσα μου κάτι», είχε προσθέσει.
Κάποια μέρα ο αδερφός του, που του είχε απαγορεύσει να την αγγίζει, θα τον ακούσει. Θα συγκινηθεί από το παίξιμο του Γρηγόρη και θα του τη χαρίσει την ίδια στιγμή.
Το 1937 κι ενώ ήδη τραγουδούσε μοντέρνα τραγούδια σε ένα μικρό κέντρο, πήγε ν’ ακούσει τρεις μουσικούς που έπαιζαν με τα μπουζούκια τους σ’ ένα κουτούκι. Ήταν ο Μάρκος Βαμβακάρης, ο Μανώλης Χιώτης και ο Στράτος Παγιουμτζής. Ενθουσιάστηκε τόσο πολύ με τους ήχους και τις ρεμπέτικες μελωδίες, που έκτοτε δεν ασχολήθηκε ξανά με την ευρωπαϊκή μουσική.
Η κιθάρα γίνεται το μέσο για το όνειρο, αλλά και για το μέλλον του όπως θα αποδειχθεί. Παράλληλα δουλεύει υδραυλικός και μάλιστα είναι και πολύ καλός όπως παραδεχόταν. Όμως μιλάμε για την δεκαετία του ’40. Ο πόλεμος μπαίνει στην χώρα και τα αδέλφια του πάνε στο αλβανικό μέτωπο. Το Δεκέμβριο του 1944 όταν έγιναν τα Δεκεμβριανά, ο ίδιος κρυβόταν στο πηγάδι του σπιτιού.
Χωρίς ποτέ να δηλώσει αριστερός, εξορίστηκε στη Μακρόνησο. «Δεν ήμουνα σε πολλά, αλλά εν πάση περιπτώσει Κατοχή ήτανε, μια κιθαρίτσα έπαιζα, κάποιος έβαφε στο ντουβάρι, κάπου με είχανε γράψει… Δεν είχα κάνει και πολλά» θα εκμυστηρευτεί.
Ο στρατός και το κεφάλαιο Θεοδωράκης
Έρχεται η ώρα για τη στρατιωτική του θητεία. Στη Μακρόνησο. Εκεί συμμετείχε στην ορχήστρα με σκοπό την ψυχαγωγία των αξιωματικών. Ως συνοδός στρατιώτης κρατουμένων, σε μεταγωγή αριστερών το 1948 γνώρισε τον Μίκη Θεοδωράκη. Πολύ αργότερα θα συνεργαστούν σε δουλειές που άλλαξαν το ελληνικό τραγούδι. Όπως όταν ο Θεοδωράκης μελοποίησε Ρίτσο.
https://www.youtube.com/watch?v=S43rVMydQ_Q
«Επειδή δεν μπορούσα να μπω και στο νόημα απολύτως, έπιασα το Μίκη, που ήξερε πιο πολλά γράμματα, για να του κάνω συζήτηση και να μπω καλύτερα στο θέμα. Γιατί άμα δεν μπεις μες στο θέμα τι να πεις απ’ αυτά τα τραγούδια; Δε μιλάμε για ένα τραγούδι όπως αυτά που λέμε σήμερα. Αυτά είναι το κάτι άλλο, τέτοιου είδους τραγούδια κινούνται γύρω από το Σύμπαν και –αν μη τι άλλο– θα μείνουν στους αιώνες», θα αποκαλύψει ο ίδιος μετά.
Επειδή όμως δεν προκύπτουν κάθε μέρα δουλειές όπως ο Επιτάφιος ή το Άξιον εστί και επειδή στην δεκαετίασσ του ’60 ανήκει στην πρώτη γραμμή τραγουδιστών, δεν θα κλείσει τα αυτιά του στις σειρήνες των παραλιακών κέντρων. Άλλωστε και ο ίδιος δεν μεταλλάχτηκε σε κάτι άλλο. Παρέμεινε το αγνό παιδί που γεννήθηκε και μεγάλωσε στο Περιστέρι, παρόλη την λαοφιλία του, κάτι που βοήθησε φυσικά και ο ελληνικός κινηματογράφος.
https://www.youtube.com/watch?v=1eo0PXBsyck
Τρεις μόλις μήνες μετά την επικράτηση της δικτατορίας του 1967, στις 13 Ιουλίου, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης μαζί με τη Βίκυ Μοσχολιού, τραγούδησαν στο νυκτερινό κέντρο «Δειλινά», σε πρώτη δημόσια εκτέλεση, τον ύμνο της 21ης Απριλίου, Μέσα στ΄ Απρίλη τη γιορτή, σε εκδήλωση του τότε Ρ/Σ της ΥΕΝΕΔ. Τη συμμετοχή του Μπιθικώτση προσπάθησε ν αποτρέψει ο Μίκης Θεοδωράκης με προσωπική του επιστολή. Ο τραγουδιστής δεν τον άκουσε. Η δικαιολογία του προς τον συνθέτη ήταν ότι δεν μπορούσε να αντέξει μια εξορία τη στιγμή που η ζωή του είχε στρώσει. Οι δυο τους τα ξαναβρήκαν οριστικά τον Μάρτιο του 2002 στη μεγάλη συναυλία προς τιμήν του Μπιθικώτση στο ΣΕΦ, παρόλο που συνεργάστηκαν σε κάποιες συναυλίες.
Ο αφρός του ελληνικού τραγουδιού
Το 1949 μπήκε στη δισκογραφία ως συνθέτης. Τίτλος του πρώτου του τραγουδιού «Το Καντήλι τρεμοσβήνει», σε στίχους Χαράλαμπου Βασιλειάδη. Στο τραγούδι, ο ίδιος ο Μπιθικώτσης, μαζί με τον Μάρκο Βαμβακάρη.
Ξεκινάει η καριέρα του και σιγά-σιγά εδραιώνεται. Μάλιστα ο χαρακτηρισμός «σερ» που τον συνόδεψε σε ολόκληρη την πορεία του προήλθε από τον Δημήτρη Ψαθά όταν σε ένα χρονογράφημα στη στήλη του στην εφημερίδα Τα Νέα, με αφορμή το στίχο τραγουδιού «μια βαθιά υπόκλιση, ένα χειροφίλημα», χαρακτήρισε με αυτό τον τρόπο τον Γρηγόρη Μπιθικώτση.
Εκτός από τον Μίκη Θεοδωράκη σημαντική στιγμή στη σπουδαία καριέρα του ήταν και η συνεργασία του με τον Μάνο Χατζιδάκι («Είμ’ αϊτός χωρίς φτερά», «Πάει ο καιρός»,
https://www.youtube.com/watch?v=6caGakJxIto
«Στο Λαύριο γίνεται χορός», «Μίλησέ μου» κ.ά.) και με συνθέτες, όπως οι Σταύρος Ξαρχάκος («Άπονη Ζωή»,
Άσπρη Μέρα και για μας), Απόστολο Καλδάρα, Μάρκο Βαμβακάρη, Βασίλη Τσιτσάνη, Γιώργο Μητσάκη, Δήμο Μούτση, Άκη Πάνου.
Ο άλλος Μπιθικώτσης
Παράλληλα έχει δημιουργήσει και οικογένεια. Η πρώτη του γυναίκα θα του χαρίσει δυο κόρες: Την Άννα και την Αναστασία.
«Είχαμε την τύχη στο ξεκίνημά του να έρθουν στο κατώφλι μας όλες αυτές οι μεγάλες μορφές της νεότερης μουσικής πολιτιστικής μας κληρονομιάς, Θεοδωράκης, Ρίτσος, Ελύτης, Βαμβακάρης, Μοσχολιού, Καζαντζίδης, Τσιτσάνης, Ζαμπέτας, ποιόν να πρωτοθυμηθώ, «οι πάντες» με μία λέξη. Και αντί για παραμύθια μεγαλώναμε εγώ και η αδελφή μου με αυτά τα τραγούδια», είχε δηλώσει η Άννα Μπιθικώτση σε συνέντευξή της. Μάλιστα μεταξύ άλλων θα εξομολογηθεί και ένα φοβερό περιστατικό με τον… Πασχάλη.
«Κάποια μέρα περπατάγαμε μαζί με τον πατέρα μου στην Πανεπιστημίου και βλέπω από τον απέναντι δρόμο να περπατάει ο Πασχάλης. Πιάνω τον μπαμπά μου από το μπράτσο και του λέω “Μπαμπά κράτα με, θα λιποθυμήσω”. “Τι έπαθες παιδί μου, δεν νιώθεις καλά;” “Μπαμπά, κοίτα ποιος έρχεται απέναντί μας”, “Ποιος παιδί μου;”, μου λέει, “Μπαμπά, ο Πασχάλης!”, του λέω, “Πάψε παιδί μου”, μου λέει, “Εδώ έχεις δίπλα σου τον Ιησού Χριστό κι εσύ μου δείχνεις τον Άγιο Φανούριο;”».
Ο δεύτερος γάμος του ήταν με την Μεταξία –που «έφυγε» από τη ζωή τον Σεπτέμβριο του 2019– και θα γεννηθεί ο γιος με το ίδιο όνομα, ο Γρηγόρης. Όταν κάποτε ρωτήθηκε γιατί επέλεξε να δώσει στον γιο του το ίδιο όνομα μ’ εκείνον, απάντησε «Γιατί όταν μια μέρα πεθάνω, θα ήθελα να επιστρέψει μετά την κηδεία στο σπίτι ένας Γρηγόρης Μπιθικώτσης».
Μετά τα μεγάλα έργα
Φυσικά κάθε μέρα δεν γράφονται μεγάλα έργα. Υπήρχαν και όμως και σπουδαία λαϊκά τραγούδια, που μάλιστα πολλά έγραψε ο ίδιος που πέρασαν στην αιωνιότητα. «Επίσημη Αγαπημένη»,
https://www.youtube.com/watch?v=CSdREFW2Jss
«Το μεσημέρι καίει το μέτωπό μου»,
«Μια γυναίκα φεύγει», «Αμφιβολίες», «Στου Μπελαμή το ουζερί», «Ένα αμάξι με δυο άλογα», «Του Βοτανικού ο μάγκας».
Με αυτή την δωρική φωνή, που πέρασε τους στίχους των σπουδαίων ποιητών, στο κάθε σπίτι, είπε και σπουδαία τραγούδια, που άντεξαν στο χρόνο και χωρίς περγαμηνές. Ποιος άλλωστε νοιάζεται για αυτό, όταν το τραγούδι μιλάει πρωτίστως στην ψυχή.
Αντί επίλογου
Ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης έφυγε σαν σήμερα το 2005:
https://www.youtube.com/watch?v=GcirXmCys-Q