Καταφύγιο και ορμητήριο ήταν η Μάνη σε όλη την περίοδο της Τουρκοκρατίας, απόρθητη για τους Οθωμανούς και από το 1776, μετά τα Ορλωφικά, μια ημιανεξάρτητη φόρου και υποτελή ηγεμονία. Παρά τις διαμάχες των οικογενειών, στις 17 Μαρτίου 1821 στην Τσίμοβα (τη σημερινή Αρεόπολη), την πρωτεύουσα των Μαυρομιχαλαίων, οι οπλαρχηγοί ύψωσαν τη σημαία της επανάστασης.
Λόγω της σχετικής αυτοτέλειας, στη Μάνη υπήρχαν οι μοναδικοί έμπειροι πολεμιστές στην Πελοπόννησο. Η φήμη τους σε συνδυασμό με το ανάγλυφο της περιοχής είχαν από νωρίς «δείξει» ότι από εκεί θα μπορούσε να ξεκινήσει ο μεγάλος αγώνας.
Τον Οκτώβριο του 1819 οι οπλαρχηγοί συγκεντρώθηκαν στο σπίτι του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη, του τελευταίου μπέη, και υπέγραψαν συμφωνία για συνεννόηση και κοινή προετοιμασία. Οι περισσότεροι ήταν μυημένοι στη Φιλική Εταιρεία, και αν δεν υπήρχε κίνδυνος για τον Αλέξανδρο Υψηλάντη, το αρχικό σχέδιο ήταν να κηρύξει από τη Μάνη την επανάσταση. Τελικά όμως επέλεξε τη Μολδοβλαχία.
Από τις αρχές του 1821 επικρατούσε πολεμικός αναβρασμός στην περιοχή, όπως και στην υπόλοιπη Πελοπόννησο. Παπαφλέσσας, Αναγνωσταράς και Κολοκοτρώνης στρατολογούσαν τους κατοίκους με εντολή της Φιλικής Εταιρείας, απροκάλυπτα στην Ανατολική Μάνη και υπό μυστικότητα στη Δυτική, όπου ήταν η έδρα του μπέη.
Καταλυτικός θεωρείται ο ρόλος του Πετρόμπεη, που για να καθησυχάσει τον Τούρκο διοικητή της Πελοποννήσου έστειλε τον γιο του στη σύσκεψη που έγινε στα τέλη Φεβρουαρίου, προφασιζόμενος ασθένεια. Η Επανάσταση είχε ήδη κηρυχθεί και ο διοικητής της Μάνης κατάλαβε ότι στόχος ήταν να εγκλωβιστούν όλοι οι αρχιερείς και οι πρόκριτοι στην Τρίπολη προκειμένου να αποδυναμωθεί το κίνημα.
Οι πολεμικές προετοιμασίες, όμως, σε συνδυασμό με τις υπάρχουσες διαμάχες μεταξύ των ισχυρών οικογενειών της Μάνης, είχαν σοβαρά ανησυχήσει τον Πετρόμπεη, ο οποίος φοβόταν ότι μια πρόωρη εξέγερση θα μπορούσε να οδηγήσει σε εσωτερικές συγκρούσεις αλλά και στην αντίδραση των Τούρκων με τη λήψη σκληρών μέτρων. Μέχρι σήμερα έχουν διασωθεί κρυπτογραφημένες επιστολές με θέμα την οργάνωση ενός κοινού τρόπου δράσης.
Σύμφωνα με την τοπική παράδοση, η σημαία που υψώθηκε στις 17 Μαρτίου στην Αρεόπολη ήταν φτιαγμένη πρόχειρα, από λευκό ύφασμα με γαλάζιο σταυρό στο κέντρο. Στην επάνω πλευρά έγραφε «Νίκη ή Θάνατος» (και όχι «ελευθερία», γιατί η Μάνη θεωρούνταν ελεύθερη), και στην κάτω «Ταν ή επί Τας».
Την απόφαση για επανάσταση ανέλαβε να διαβιβάσει στους οπλαρχηγούς της Μεσσηνίας, της Αρκαδίας και της Αχαΐας ο Θεόδωρος Κολοκοτρώνης που ήταν παρών.
Η πρώτη «εξόρμηση» των Μανιατών ήταν στις 19 Μαρτίου προς τη Μονεμβασιά και τον Μυστρά από δυνάμεις υπό τους Γρηγοράκηδες της Ανατολικής Μάνης, ενώ οι αρχηγοί της Δυτικής Μάνης υπό τον Πετρόμπεη κινήθηκαν προς την Καλαμάτα. Στις 23 Μαρτίου κατέλαβαν αναίμακτα την πόλη και παρακολούθησαν την πρώτη επίσημη δοξολογία.
Στη συνέχεια συνέταξαν την προκήρυξη που υπέγραφε ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης ως «Αρχιστράτηγος των σπαρτιατικών δυνάμεων», με την οποία γινόταν γνωστή στην Ευρώπη η απόφαση του ελληνικού έθνους να αποτινάξει τον τουρκικό ζυγό.