Αφιερωμένη στην εκδίωξη των πρωτόπλαστων από τον παράδεισο της τρυφής είναι η τέταρτη Κυριακή του Τριωδίου, ή της Τυρινής (ή Τυροφάγου). Πρόκειται για την ημέρα που είναι συνυφασμένη με το αποκριάτικο ξεφάντωμα, καθώς με την Καθαρά Δευτέρα που ακολουθεί ξεκινά η Μεγάλη Σαρακοστή.
Οι Πόντιοι στη συντριπτική τους πλειοψηφία συνήθιζαν να κρατούν αυστηρή νηστεία, γι’ αυτό και η Κυριακή της Τυρινής ήταν η… τελευταία τους ευκαιρία.
Εμπονέστια(η), ονομάζεται το αποκριάτικο έθιμο, που σήμαινε φαΐ μέχρι σκασμού και ξεφάντωμα. Όσοι έμεναν στα σπίτια στο καλοστρωμένο τραπέζι κατανάλωναν ό,τι εκλεκτότερο είχε το νοικοκυριό από γαλακτοκομικά και κρέατα.
Οι νεότεροι σε ηλικία έπαιρναν τρόφιμα και πήγαιναν στην ύπαιθρο όπου μαγείρευαν και γλεντούσαν.
Αυτά τα γλέντια κρατούσαν μέχρι το βράδυ, οπότε και οι παρέες ενώνονταν και συνέχιζαν τους χορούς και τα τραγούδια, μέχρι τα μεσάνυχτα. «Τ’ εμπονέστια την βραδύν, καλόν κέφ’ είχαμ’ οι δυ’» λέει ο στίχος στην ποντιακή διάλεκτο, δηλ. καλά περάσαμε οι δυο μας το βράδυ της Αποκριάς.
Μάλιστα, για να… εξαλειφθεί κάθε «αμαρτωλό» ίχνος, την Καθαρά Δευτέρα, γνωστή και ως Σαχταροδευτέρα, οι νοικοκυρές χρησιμοποιούσαν την κατενή, το ιονισμένο σταχτόνερο, για να καθαρίσουν σχολαστικά τα αρτυμένα (μαντσιριγμένα) σκεύη τους, ώστε να μπορούν να νηστέψουν.