Σήμερα είναι η παγκόσμια μέρα Παγκόσμιας Ημέρας Μητρικής Γλώσσας. Με αυτή την αφορμή, η καθηγήτρια Γλωσσολογίας του Τμήματος Φιλολογίας του ΑΠΘ Δέσποινα Παπαδοπούλου, μίλησε στο Αθηναϊκό/Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων και τη Σοφία Παπαδοπούλου.
Στόχος της παγκόσμιας μέρας είναι να προωθηθεί η γλωσσική και πολιτισμική πολυμορφία και η πολυγλωσσία.
«Έχουν υπάρξει πολλές έρευνες που δείχνουν ότι οι δίγλωσσοι και οι πολύγλωσσοι ομιλητές έχουν καλύτερες γνωστικές ικανότητες από τους μονόγλωσσους κυρίως σε ό,τι αφορά την εστίαση της προσοχής τους σε πολλά έργα και τη δυνατότητα που έχουν να μετατοπίζουν την προσοχή τους από τη μία δραστηριότητα στην άλλη» υποστηρίζει η καθηγήτρια.
Και συνεχίζει: «Ένα άλλο πλεονέκτημα που εμφανίζουν τα δίγλωσσα/πολύγλωσσα παιδιά είναι να αντιλαμβάνονται ευκολότερα ή και νωρίτερα την οπτική του άλλου σε σχέση με τα μονόγλωσσα παιδιά».
Στα πλεονεκτήματα της διγλωσσίας και της πολυγλωσσίας συγκαταλέγει και το γεγονός ότι είναι πιο εύκολο για τα δίγλωσσα άτομα να μάθουν περισσότερες γλώσσες.
Όσον αφορά άτομα μεγαλύτερης ηλικίας έχει φανεί ότι οι δίγλωσσοι και πολύγλωσσοι μπορεί να παρουσιάσουν συμπτώματα άνοιας αργότερα σε σχέση με τους μονόγλωσσους «γιατί ουσιαστικά, όταν είσαι δίγλωσσος, το μυαλό σου έχει μάθει να σκέφτεται μέσα από δύο γλωσσικά συστήματα, άρα χειρίζεσαι δύο γλώσσες και αυτή η εναλλαγή μεταξύ των δύο γλωσσών, μεταξύ δύο λεξιλογίων και δύο γραμματικών συστημάτων, βελτιώνει γενικότερα τις γνωστικές σου λειτουργίες», σημειώνει η Δέσποινα Παπαδοπούλου.
Ορισμένα ακόμη από τα γενικά πλεονεκτήματα της πολυγλωσσίας είναι ότι οδηγεί σε περισσότερες επαγγελματικές ευκαιρίες, βελτιώνει την πολιτισμική ευαισθητοποίηση, δίνει πρόσβαση σε περισσότερους πληθυσμούς, μπορεί να «σώσει» γλώσσες που απειλούνται με εξαφάνιση, ενώ μιλώντας περισσότερες γλώσσες τα ταξίδια γίνονται πιο άνετα.
«Όταν μαθαίνουμε μια διάλεκτο ή μια γλώσσα που είναι προς εξαφάνιση της δίνουμε τη δυνατότητα να επιβιώσει, να σωθεί κατά κάποιον τρόπο», τονίζει.
Μάθε παιδί μου γλώσσες
Μια ευρέως διαδεδομένη αντίληψη είναι ότι η διγλωσσία μπερδεύει τα παιδιά αλλά, όπως εξηγεί στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η καθηγήτρια γλωσσολογίας του ΑΠΘ, πρόκειται για έναν μύθο.
«Tα παιδιά είναι σε θέση να μάθουν και τις δύο γλώσσες ταυτόχρονα εφόσον βέβαια έχουν επαρκή έκθεση και στα δύο γλωσσικά συστήματα», προσθέτει.
«Στα πρώτα στάδια της γλωσσικής ανάπτυξης των δίγλωσσων παιδιών κάποιες φορές μπορεί να παρατηρείται μια μικρή γλωσσική καθυστέρηση ή ότι η μία γλώσσα παρεμβάλλεται στην άλλη. Αυτές όμως οι δυσκολίες διαρκούν για μικρό χρονικό διάστημα και πολύ γρήγορα τα παιδιά είναι σε θέση να διαχωρίσουν τα δύο γλωσσικά συστήματα και να τα μάθουν όπως θα τα μάθαινε κι ένας μονόγλωσσος ομιλητής», εξηγεί.
Σε ό,τι αφορά τη διδασκαλία σε δίγλωσσους μαθητές, και κυρίως στα παιδιά που έχουν μεταναστευτικό και προσφυγικό υπόβαθρο, το σημαντικό, όπως τονίζει η ίδια , «είναι πως πρέπει να διατηρείται η μητρική τους γλώσσα γιατί η έρευνα έχει δείξει πως όταν η δεύτερη γλώσσα –στη δική μας περίπτωση τα ελληνικά– χτίζεται πάνω στην προϋπάρχουσα γνώση της μητρικής, τότε μαθαίνεται και η δεύτερη γλώσσα καλύτερα».
«Είναι μύθος ότι τα παιδιά δεν πρέπει να ακούνε άλλη γλώσσα πέραν της ελληνικής για να μάθουν πολύ καλά τα ελληνικά», σημειώνει και εξηγεί πως όταν ενισχύεται και η μητρική τους παράλληλα με τη δεύτερη γλώσσα, η έρευνα έχει δείξει ότι έχουν περισσότερες πιθανότητες να μάθουν καλά και τη δεύτερη.