Θα μπορούσε να γίνει σενάριο για ταινία και δη πετυχημένη. Άλλωστε έχει όλα τα συστατικά. Ελληνίδα, εβραϊκής καταγωγής που η οικογένειά της χωρίζεται λόγω πολέμου και καταστρέφεται. Αργότερα εκείνη φεύγει για την Αμερική, γνωρίζει τον έρωτα με παράδοξο –για την εποχή– τρόπο και ευτυχισμένη πλέον, επιστρέφει στη χώρα της. Θα μπορούσε να ήταν σενάριο ταινίας ή σειράς. Είναι όμως αληθινή ιστορία, που αξίζει όμως να την διαβάσουμε.
Η ηρωίδα ονομάζεται Σάρα Χαΐμ και γεννήθηκε το 1928, στην Καβάλα. Πατέρα της ήταν ο εβραίος επιχειρηματίας, Ελιέζερ Χαΐμ. Μέχρι το 1940 η μικρή Σάρα μαζί με τους γονείς της και τις δυο μεγαλύτερες αδελφές της ζούσαν μια σχεδόν παραμυθένια ζωή με οικονομικές ανέσεις.
Το φθινόπωρο του 1940, όταν ο ιταλικός στρατός εισέβαλε στην Ελλάδα από την Αλβανία, ο πατέρας της ηρωίδας φρόντισε ώστε η σύζυγός του Ενριέττα, οι τρεις κόρες του και μια οικιακή βοηθός, επίσης Εβραία, να πάνε στην Αθήνα καθώς πίστευε πως εκεί θα ήταν περισσότερο ασφαλείς. Για την συγκεκριμένη απόφαση του συνηγόρησε το γεγονός ότι πολύ σύντομα ο γερμανικός και ο βουλγαρικός στρατός άρχισαν να επιδίδονται σε απίστευτες βιαιοπραγίες σε ολόκληρη τη βόρεια Ελλάδα, συμπεριλαμβανομένης και της πόλης της Καβάλας. Η Αθήνα, αντίθετα, παρέμενε υπό ιταλική κατοχή με μια πολύ πιο μετριοπαθή πολιτική απέναντι στους Εβραίους μέχρι την παράδοση της Ρώμης το 1943. Όταν η τύχη της Αθήνας πέρασε στα χέρια των Γερμανών, άρχισαν τα αυστηρά αντιεβραϊκά μέτρα, στα τέλη του 1943. Τότε η οικογένεια Χαΐμ προμηθεύτηκε πλαστές ταυτότητες και κρύφτηκε. Ωστόσο, η Αλέγρα η μεγαλύτερη κόρη των Χαΐμ, συνελήφθη στα 18 της χρόνια, απελάθηκε στο Άουσβιτς το 1944 και δεν επέστρεψε ποτέ. Και δεν ήταν το μόνο χτύπημα που βίωσε η οικογένεια της Σάρας.
Ο θάνατος, η καταστροφή και η απελευθέρωση
Παρόλο που η οικογένεια διέθετε αρκετούς οικονομικούς πόρους ώστε να επιβιώσει στο λιμό της περιόδου 1941-1943, ο Ελιέζερ Χαΐμ αρρώστησε, κατά πάσα πιθανότητα από φυματίωση. Οι λυσσαλέες διώξεις κατά των Εβραίων και οι συνεχιζόμενες απελάσεις δεν επέτρεψαν στην οικογένειά του να του εξασφαλίσει τη σωστή υγειονομική περίθαλψη και τελικά πέθανε, τον Σεπτέμβριο του 1944. Η αντίστροφη μέτρηση για την οικογένεια Χαΐμ είχε ξεκινήσει. Από την μέχρι πρότινος πενταμελή οικογένεια, είχαν μείνει μόνο η μητέρα , η Σάρα και η μεσαία αδελφή Λάουρα. Οικονομικά κατεστραμμένες, οι τρεις γυναίκες παλεύουν να επιβιώσουν υπό άθλιες συνθήκες ως το τέλος του πολέμου.
Η μεγάλη απόφαση και το υπερατλαντικό ταξίδι
Ήταν στις αρχές της δεκαετίας του ’50 όταν, με τη βοήθεια της οργάνωσης HIAS, μιας αμερικανοεβραϊκής οργάνωσης που προσέφερε βοήθεια σε πρόσφυγες, οι 3 γυναίκες αποφάσισαν να μετακομίσουν στις ΗΠΑ. Ξεκινώντας από τον Πειραιά με ακριβώς δέκα αποσκευές έφτασαν στη Νέα Υόρκη, στα τέλη Οκτωβρίου του 1955. Λίγες μέρες μετά την άφιξή τους επιβιβάστηκαν σ’ ένα τρένο για το Λος Άντζελες μαζί με χιλιάδες Αμερικανούς Εβραίους που άρχισαν να καταφτάνουν Κάθε μέρα, η Σάρα και η αδελφή της ξεκινούσαν από το διαμέρισμά τους, για να πάνε στο εργοστάσιο καλλυντικών της Max Factor προκειμένου να εξασφαλίσουν τα προς το ζην, ενώ ταυτόχρονα παρακολουθούσαν μαθήματα στο Los Angeles City College για να μάθουν αγγλικά και να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους.
Ραντεβού στα τυφλά το 1958;
Βρισκόμαστε στο 1958. Οι τρεις γυναίκες συνεχίζουν την νέα τους ζωή, μέχρι που η Σάρα βγαίνει… ραντεβού στα τυφλά. Είναι πλέον 30 χρονών και όσο και αν δεν έχουν σβήσει οι πληγές και οι αναμνήσεις απ’ όσα βίωσε, συνεχίζει την ζωή της. Στο εν λόγω ραντεβού θα γνωρίσει τον Ευγένιο Ζιν που προερχόταν από γερμανόφωνη οικογένεια Ασκεναζί Εβραίων από την Τσεχοσλοβακία. Τον Μάρτιο του 1942 απελάθηκε στο Άουσβιτς-Μπίρκενου, όπου κατάφερε να γλιτώσει από τρεις θαλάμους αερίων. Ήταν, μάλιστα, ο μόνος από την οικογένειά του που επέζησε. Οι δυο νέοι ήρθαν πιο κοντά και προέκυψε γάμος. Δυο χρόνια μετά και οι δυο τους έγιναν Αμερικανοί πολίτες. Απέκτησαν δύο παιδιά, τον Χάρι και την Ελένη και εγκαταστάθηκαν σ’ ένα μικρό σπίτι στο προάστιο West Hills της κοιλάδας San Fernando, όπου ζούσαν μαζί με τη μητέρα της Σάρας. Και μπορεί να ζούσαν πλέον μακριά από την φρίκη του παρελθόντος, όμως όχι μόνο δεν ξέχασαν τις ρίζες τους, αλλά φρόντιζαν να της περάσουν και στα δυο παιδιά τους.
Η μεγάλη επιστροφή στην Ελλάδα
Το 1984, ο Χάρι, ο γιος του ζευγαριού, αποφοίτησε από τη Νομική Σχολή και η Σάρα με τον σύζυγό της αποφάσισαν πως είχε έρθει η ώρα να δείξουν στα παιδιά τους τον τόπο γέννησής τους, επιστρέφοντας, ύστερα από δεκαετίες στην Ευρώπη. Φυσικά η Σάρα έδειξε στα παιδιά της το σπίτι της οικογένειάς της στην Καβάλα, το σχολείο της, το σημείο όπου βρισκόταν η οικογενειακή επιχείρηση και το γραφικό νησί της Θάσου, όπου είχε περάσει πολλά ειδυλλιακά καλοκαίρια. Ήταν μια γλυκόπικρη επίσκεψη καθώς οι μνήμες όλων αυτών που χάθηκαν ξεπρόβαλαν από κάθε γωνιά. Τότε η Σάρα έμαθε για την τραγική τύχη της αδελφής της Αλέγρας. Η τελευταία είχε πεθάνει στις 3 Φεβρουαρίου 1945, λίγες μόνο ημέρες μετά την απελευθέρωση του στρατοπέδου και θάφτηκε σ’ έναν παρακείμενο ομαδικό τάφο.
Όταν η ιστορία περνάει στις επόμενες γενιές
Ο Χάρι συνέχισε να επιστρέφει στην Καβάλα μετά τον θάνατο των γονιών του. Το 2016 επισκέφθηκε ξανά την Καβάλα, αυτή την φορά και με τις τρεις κόρες τους. Όλοι μαζί απέτιναν φόρο τιμής στην προγονική τους εστία. Για να τιμήσουν τη μνήμη των γονιών τους, ο Χάρι και η Ελένη Ζιν πήραν την πρωτοβουλία για μια υποτροφία, στην οποία έδωσαν το όνομα των γονιών τους και δίνεται σε μελετητές του Ολοκαυτώματος και της Κοινωνικής Δικαιοσύνης στο Κέντρο Εβραϊκών Σπουδών του UCLA Alan D. Leve.
Την παραπάνω ιστορία την μοιράστηκε ο γιος της Σάρα, Χάρι, με την Τσέχα ιστορικό Κατερίνα Κράλοβα. Η γνωριμία τους έγινε όταν και οι δυο παρακολουθούσαν μια εκδήλωση δωρητών του Μουσείου Μνήμης Ολοκαυτώματος στην Ουάσιγκτον των Ηνωμένων Πολιτειών, πολλοί εκ των οποίων ήταν απόγονοι επιζησάντων του Ολοκαυτώματος.
- Με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ και την Σοφία Παπαδοπούλου. Οι φωτογραφίες είναι από την ιστοσελίδα sephardiclosangeles.org.