Σε κανονική επιχείρηση διαφύλαξης του Καπιτωλίου από εισβολή μετατράπηκε αυτό που αρχικά ξεκίνησε ως συγκέντρωση υποστηρικτών του Ντόναλντ Τραμπ, οι οποίοι τελικά κατάφεραν να διακόψουν τη συνεδρίαση του Κογκρέσου για την επικύρωση της εκλογής του Τζο Μπάιντεν.
Οι διαδηλωτές προκάλεσαν σοκ σε ολόκληρο τον κόσμο, ιδίως αφότου πέρασαν τα οδοφράγματα και να μπήκαν στο κτήριο.
Η αστυνομία του Καπιτωλίου τέθηκε άμεσα σε επιφυλακή: μέσα στην αίθουσα που βρίσκονταν οι βουλευτές και οι γερουσιαστές οι πόρτες «σφραγίστηκαν» με έπιπλα και από πίσω ταμπουρώθηκαν άνδρες με όπλα στα χέρια. Λόγω της εκτεταμένης χρήσης χημικών στη Ροτόντα τα μέλη του Κογκρέσου φόρεσαν αντιασφυξιογόνες μάσκες.
Οι υποστηρικτές του Ντόναλντ Τραμπ, πολλοί από τους οποίους ανήκουν σε ακροδεξιές ομάδες, βανδάλισαν αίθουσες του Καπιτωλίου. Κατά τα επεισόδια μία γυναίκα τραυματίστηκε θανάσιμα στο στήθος από πυροβολισμό, ενώ υπάρχουν και αρκετοί τραυματισμένοι αστυνομικοί.
Η δήμαρχος της Ουάσινγκτον επέβαλε απαγόρευση κυκλοφορίας στην πόλη μέχρι τις 6 το πρωί (τοπική ώρα), ενώ παράλληλα αναπτύχθηκαν 200 στρατιώτες της Εθνοφρουράς.
Ο Ντόναλντ Τραμπ, που νωρίτερα κατά τη διάρκεια ομιλίας ενώπιον των υποστηρικτών του δήλωσε ότι δεν πρόκειται να αναγνωρίσει την ήττα του, με μήνυμά του στο Twitter ζήτησε από τον κόσμο να αποφύγει τη βία, ενώ αργότερα με βιντεοσκοπημένο μήνυμά του τους κάλεσε να αποχωρήσουν. «Μας έκλεψαν τις εκλογές και το ξέρουν όλοι. Σας αγαπάμε, πηγαίνετε σπίτια σας ειρηνικά. Ξέρω πώς αισθάνεστε», ανέφερε.
Μηνύματα καταδίκης της πρωτοφανούς βίας υπήρξαν απ’ όλο τον κόσμο, με τους ηγέτες να δηλώνουν ότι παρακολουθούν με μεγάλη ανησυχία τις εξελίξεις. Ο Τζο Μπάιντεν –που πρόκειται να ορκιστεί στις 20 Ιανουαρίου– κατά τη διάρκεια έκτακτου διαγγέλματος τόνισε ότι η αμερικανική δημοκρατία δέχεται μια άνευ προηγουμένου επίθεση, την ώρα που βουλευτές και γερουσιαστές έκαναν ανοιχτά λόγο για απόπειρα πραξικοπήματος.
Την ίδια ώρα, το Twitter ανακοίνωσε ότι δεν θα επιτρέπονται οι αναδημοσιεύσεις, τα like και οι απαντήσεις στο tweet του Ντόναλτ Τραμπ με το οποίο επαινούνται οι υποστηρικτές του, λόγω του «κινδύνου βίας».