Όταν είδαμε τον Στόλτενμπεργκ και τον Ερντογάν, παραμονές της Συνόδου Κορυφής, να κάνουν τις γνωστές δηλώσεις, την Ιταλία να υπογράφει αμυντική συμφωνία με το πρωτοπαλίκαρο της Τουρκίας στη Λιβύη και μετά να δηλώνει πόσο σημαντική χώρα είναι η Τουρκία, αλλά και λίγα 24ωρα πριν το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τον Ούγγρο υπουργό Εξωτερικών να επισκέπτεται την Άγκυρα, τότε κατέστη φανερό ότι οι κυρώσεις που επεδίωκαν Λευκωσία και Αθήνα σε βάρος της γειτονικής χώρας, ήταν δύσκολο να επιτευχθούν.
Μάλιστα, αρκετά 24ωρα πριν από τη Σύνοδο Κορυφής υπήρχαν διπλωματικές διαρροές κυρίως από γερμανικής πλευράς, ότι εν αναμονή της αλλαγής διοίκησης στις ΗΠΑ, το θέμα της εξέτασης περαιτέρω κυρώσεων σε βάρος της Τουρκίας θα παραπεμφθεί για τον Μάρτιο, όπερ και εγένετο.
Πάντως, ο Ερντογάν την επομένη της Συνόδου Κορυφής ευχαρίστησε τις χώρες που συμπαραστάθηκαν στην Τουρκία, που, σύμφωνα με διπλωματικές πληροφορίες, αυτές ήταν οι Πολωνία, Γερμανία, Ισπανία, Ιταλία και Ουγγαρία. Μάλιστα η ισχυρή στήριξη της Πολωνίας, θεωρήθηκε ότι οφείλεται στη σχετική «γραμμή» που έλαβε από το NATO.
Στο πλευρό της Ελλάδας και της Κύπρου ήταν οι σταθερά φίλες χώρες Γαλλία, Αυστρία, Λουξεμβούργο , ενώ προστέθηκαν και οι Βαλτικές χώρες, μαζί με την Ιρλανδία τη Σλοβενία και τη Σλοβακία. Οι άλλες χώρες τήρησαν σχετική ουδετερότητα.
Όσον αφορά τα κέρδη και τις ζημιές, τα αποτελέσματα για την Ελλάδα ήταν κατώτερα των προσδοκιών και δεν μπορούμε να πούμε ότι ικανοποιεί τις προσδοκίες και τους στόχους που είχε θέσει η ελληνική διπλωματία. Ούτε κυρώσεις επιβλήθηκαν στην Άγκυρα, ούτε βρήκε ευήκοα ώτα το αίτημα της Αθήνας για εμπάργκο όπλων σε βάρος της Τουρκίας. Μάλιστα η Γερμανίδα καγκελάριος παρέπεμψε το θέμα στη σύνοδο του NATO. Στο σημείο αυτό φάνηκαν και οι οργανωτικές αδυναμίες της ΕΕ, αφού η δομή της δεν της επιτρέπει να εφαρμόζει εμπάργκο όπλων, εκτός κι αν υπάρχει σχετική απόφαση του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.
Όσον αφορά τις παραβιάσεις στην ελληνική υφαλοκρηπίδα, εκεί η Ελλάδα έχει πολύ περιορισμένες δυνατότητες να ασκήσει πιέσεις στην ΕΕ, αφού η τραγική καθυστέρηση στην επέκταση των χωρικών υδάτων στα 12 ν.μ. και η αποφυγή οριοθέτησης ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας με την Κύπρο, καθιστά για τους Ευρωπαίους τις περιοχές που σουλατσάριζε το Ορούτς Ρέις ως «μη οριοθετημένες αμφισβητούμενες περιοχές». Αυτό, δεν δίνει τη δυνατότητα στην Ελλάδα να καταγγείλει την Τουρκία για παραβίαση της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας της, γι’ αυτό και οι Ευρωπαίοι μιλούν για «μονομερείς ενέργειες σε αμφισβητούμενες θαλάσσιες περιοχές» και όχι για παράνομες έρευνες και γεωτρήσεις, όπως δέχονται ότι γίνονται στην Κύπρο από την Τουρκία.
Υπό την άποψη αυτή, μπορούμε να πούμε ότι το αποτέλεσμα του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου κρίνεται ικανοποιητικό για την Κύπρο.
Ενώ η Τουρκία καταβάλλει τεράστιες προσπάθειες να παρουσιάσει την Κυπριακή Δημοκρατία ως «εκλιπούσα», στα συμπεράσματα γίνεται αναφορά στην Κυπριακή Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη.
Επίσης, η ΕΕ δέχεται στο Κείμενο Συμπερασμάτων ότι η Τουρκία διαπράττει παραβιάσεις στην ΑΟΖ της Κυπριακής Δημοκρατίας και δείχνει έμπρακτα την αλληλεγγύη της με προσθήκη νέων ονομάτων στον κατάλογο των περιοριστικών μέτρων που καταρτίστηκε το 2019, ενώ διευρύνεται η ισχύς της συγκεκριμένης απόφασης.
Στο σημείο αυτό να τονίσουμε ότι οι συγκεκριμένες κυρώσεις δεν έχουν τόσο οικονομική σημασία όσο πολιτική. Το γεγονός ότι η ΕΕ αναγνωρίζει ρητά τα κυριαρχικά δικαιώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας στην οριοθετημένη αποκλειστική οικονομική ζώνη, είναι τεράστιας πολιτικής σημασίας, δεδομένου ότι η Τουρκία την αμφισβητεί και εξ αυτού την παραβιάζει βάναυσα.
Όσον αφορά το Κυπριακό, η κυπριακή διπλωματία κατάφερε να θέσει το πλαίσιο που ήθελε στα συμπεράσματα, για την επανέναρξη των συνομιλιών, ούτως ώστε να επιδιωχθεί μια λύση στο πλαίσιο των Ηνωμένων Εθνών, που θα είναι ευθυγραμμισμένη με τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας και τις αρχές της Ευρωπαϊκής Ένωσης καλώντας και την Τουρκία να πράξει το ίδιο. Επίσης η ΕΕ παραμένει παρούσα στη διαδικασία των συνομιλιών με την παρουσία δικού της εκπροσώπου.
Σημαντική επιτυχία θα πρέπει να θεωρηθεί επίσης η καταδίκη των μονομερών ενεργειών που έκανε και επιχειρεί να κάνει η Τουρκία στην κλειστή πόλη της Αμμοχώστου.
Στο θέμα αυτό η ΕΕ ζητά από την Τουρκία να δείξει πλήρη σεβασμό στα ψηφίσματα 550 και 789 του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.
Τέλος, σε ένα θέμα που αφορά και την Κύπρο και την Ελλάδα, την πολυμερή διάσκεψη για την Ανατολική Μεσόγειο, η ηγέτες της ΕΕ καλούν τον κ. Μπορέλ να συνεχίσει τις προετοιμασίες για το θέμα αυτό, για το οποίο εκφράζουν σοβαρές ενστάσεις πολιτικοί αναλυτές και διπλωμάτες και σε Λευκωσία και σε Αθήνα. Σημειώνεται ότι η σύγκληση πολυμερούς διάσκεψης για την Ανατολική Μεσόγειο αποτελεί διακαή πόθο της Άγκυρας, η οποία αποσκοπεί στη διεθνοποίηση των παράλογων απαιτήσεών της στην περιοχή, μέσω της διάσκεψης αυτής.
Τέλος, στα θετικά του Κειμένου Συμπερασμάτων θα πρέπει να προσμετρηθεί η προϋπόθεση που τίθεται για να παραμείνει στο τραπέζι η θετική ατζέντα που προσφέρθηκε στην Τουρκία ως «καρότο» στα συμπεράσματα Οκτωβρίου, να αποσυρθεί η Τουρκία από προκλητικές ενέργειες και να λύσει τις διαφωνίες της με τα κράτη μέλη της ΕΕ.
Γενικό συμπέρασμα είναι ότι η ΕΕ ως οργανισμός δεν μπορεί να πάρει δραστικά μέτρα εναντίον της Τουρκίας, αφ’ ενός μεν επειδή τα συμφέροντα των εθνικών κρατών καθιστούν αδύνατη τη λήψη τέτοιων αποφάσεων και αφ’ ετέρου επειδή σε θέματα γεωπολιτικής η ΕΕ είναι σχεδόν υποχείριο του NATO, δηλαδή των ΗΠΑ.
Αυτό σημαίνει ότι Κύπρος και Ελλάδα δεν πρέπει να έχουν υπερβολικές προσδοκίες από την ΕΕ και ότι πρέπει να αναζητήσουν άλλους τρόπους για να αντιμετωπίσουν τη σοβαρότατη απειλή που θα θέσει σε κίνδυνο και την ίδια τους την ύπαρξη.