Ήταν μόλις 59 ετών όταν έφυγε από τη ζωή. Όμως ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης άφησε τόσο σπουδαίο έργο που το όνομά του θα μνημονεύεται ανά τους αιώνες.
Δημοσιογράφος, μεταφραστής και συγγραφέας, ο Παπαδιαμάντης έχει περίοπτη θέση στη νεοελληνική λογοτεχνία και φανατικούς μελετητές του έργου του σε όλο τον κόσμο.
Γεννημένος στις 4 Μαρτίου 1851 στη Σκιάθο, γρήγορα εξοικειώθηκε με τα εκκλησιαστικά πράγματα αφού πατέρας του ήταν ο ιερέας Αδαμάντιος Εμμανουήλ.
Τα πρώτα γράμματα τα έμαθε στο νησί του. Γράφτηκε στο σχολαρχείο (1860), την τρίτη τάξη του οποίου όμως αναγκάστηκε να παρακολουθήσει στη Σκόπελο (1865), καθώς στη Σκιάθο είχε καταργηθεί. Η πορεία των γυμνασιακών του σπουδών πραγματοποιήθηκε επίσης μετ’ εμποδίων, συνοδευόμενη από διαρκείς διακοπές εξαιτίας κυρίως της οικονομικής ανέχειας της οικογένειάς του.
Το 1872 επισκέφτηκε το Άγιον Όρος μαζί με τον φίλο του Νικόλαο Διανέλο, όπου παρέμεινε οκτώ μήνες ως δόκιμος μοναχός. Πιστεύοντας ότι δεν ήταν άξιος επέστρεψε στην Αθήνα το 1873 και γράφτηκε στην τέταρτη τάξη του Βαρβάκειου Γυμνασίου και έναν χρόνο αργότερα στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Αλλά ούτε και αυτές τις σπουδές ολοκλήρωσε. Το 1877 πήγε στον στρατό αλλά για λίγο γιατί πήρε αναβολή ως σπουδαστής. Στο στρατό παρουσιάστηκε εκ νέου το 1880-1881.
Κατά τη διάρκεια των σπουδών του άρχισε να εργάζεται ως δημοσιογράφος και να κάνει μεταφράσεις από τα γαλλικά και τα αγγλικά, δύο γλώσσες που είχε μάθει σε βάθος. Ωστόσο η οικονομική κατάστασή του δεν ήταν καλή.
Τα πράγματα βελτιώθηκαν όταν γνώρισε τον δημοσιογράφο και εκδότη Βλάση Γαβριηλίδη που ίδρυσε την εφημερίδα Ακρόπολη. Η αμοιβή που του έδινε ήταν υπέρογκη για την εποχή αλλά όντας σπάταλος και ανοργάνωτος δεν του έμενε φράγκο.
Εκτός από το νοίκι του, πλήρωνε για το φαγητό που έτρωγε επί 27 χρόνια στην ταβέρνα του Κεχριμάνη στου Ψυρρή, έστελνε χρήματα στις αδερφές του στη Σκιάθο και μοίραζε τα υπόλοιπα στους φτωχούς. Ούτε ρούχα δεν μπορούσε να αγοράσει και κυκλοφορούσε σε άθλια κατάσταση.
Οι κακουχίες τον οδήγησαν στο ποτό, το ξενύχτι και το τσιγάρο, συνήθειες που του στοίχισαν τη ζωή σύντομα.
Η κηδεία του τελέστηκε στη Σκιάθο και το πένθος του νησιού έγινε πανελλήνιο. Ποιητές έγραψαν εγκωμιαστικά έργα και τα φιλολογικά περιοδικά της εποχής τον τίμησαν ανάλογα.
Αρχίζει να εκδίδεται το έργο του
Ο εκδοτικός οίκος Φέξη, λίγο αργότερα, άρχισε την έκδοση των έργων του, που έφτασαν τους έντεκα τόμους. Στα 1924, ο Ελευθερουδάκης εξέδωσε τα Άπαντά του με αρκετά ανέκδοτα διηγήματα.
Το 1925 πραγματοποιήθηκαν τα αποκαλυπτήρια της προτομής του στη Σκιάθο, ενώ στις εφημερίδες Ελεύθερον Βήμα και Πολιτεία δημοσιεύτηκαν τα τελευταία άγνωστα διηγήματά του.
Το 1933 έγιναν ομιλίες μπροστά στην προτομή του για το έργο του, με την παρουσία και συμμετοχή 400 Γάλλων διανοούμενων που επισκέφθηκαν τη Σκιάθο, καθώς και 150 Ελλήνων λογοτεχνών και άλλων θαυμαστών του.
Διηγήματα του Παπαδιαμάντη άρχισαν να εκδίδονται στα γαλλικά και πολλοί Γάλλοι ελληνιστές ασχολήθηκαν πλατύτερα με το έργο του.
Το 1936 ο Γιώργος Κατσίμπαλης ετοίμασε την πρώτη βιβλιογραφία του, ενώ ξεκίνησε από τους Έλληνες λογοτέχνες η συστηματική κριτική του έργου του, άλλοτε θετική και άλλοτε αρνητική. Αν και η βιβλιογραφία γύρω από τη ζωή του είναι τεράστια, τόσο σε έκταση όσο και σε ποικιλία, σοβαρά κριτικά άρθρα, τα οποία να απορρέουν από μια αντικειμενική μελέτη του έργου του, δεν υπάρχουν ως το 1935.
Με αφορμή την επέτειο του θανάτου του ο εκδότης του Δόμου και των Απάντων του Παπαδιαμάντη, Δημήτρης Μαυρόπουλος διαβάζει απόσπασμα από το διήγημα Αγάπη στον κρεμνό.
Το διήγημα πρωτοδημοσιεύτηκε το 1913, δύο χρόνια μετά το θάνατό του. Το απόσπασμα της διήγησης του Γιαννιού δείχνει ότι ο Παπαδιαμάντης είχε το χάρισμα να καταργεί τα όρια ανάμεσα στον πεζό και τον ποιητικό λόγο.
Όπως θυμίζει ο Μαυρόπουλος, την ημέρα της κηδείας του μεγάλου λογοτέχνη χιόνιζε και το φέρετρο που μεταφερόταν ξεσκέπαστο από την εκκλησία των Τριών Ιεραρχών στα Μνημούρια, στρώθηκε με χιόνι, σαν σάβανο.