Τη Δευτέρα, ημέρα που ξεκινά και τυπικά ο φετινός χειμώνας στην Ελλάδα, και γενικότερα στο βόρειο ημισφαίριο, για περίπου δυόμισι ώρες οι δύο μεγαλύτεροι πλανήτες στο ηλιακό μας σύστημα, ο Δίας και ο Κρόνος, θα έρθουν πολύ κοντά, σε απόσταση όσο το πάχος ενός… νυχιού.
Θα μοιάζουν έτσι με ένα μεγάλο αστέρι, αυτό που για αιώνες –και όποτε επαναλαμβάνεται οι σύνοδος των πλανητών–, έχει απασχολήσει θεολόγους και αστρονόμους σχετικά με το αν θα μπορούσε να είναι το Άστρο της Βηθλεέμ.
«Ο Δίας και ο Κρόνος θα βρεθούν πάρα πολύ κοντά, σε μια απόσταση μόλις 6 πρώτων λεπτών, δηλαδή το 1/10 της μοίρας. Είναι το 1/10 του πάχους του δαχτύλου μας, όταν έχουμε τεντωμένο το χέρι. Στον ουρανό είναι μία μοίρα. Δηλαδή οι πλανήτες θα βρεθούν σε απόσταση όσο το πάχος του νυχιού μας, μόλις θα ξεχωρίζουν μεταξύ τους», δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο καθηγητής Παρατηρησιακής Αστρονομίας στο Παιδαγωγικό Τμήμα Δημοτικής Εκπαίδευσης του ΑΠΘ Σταύρος Αυγολούπης.
Όπως τονίζει, δεν είναι ένα σπάνιο φαινόμενο, όμως φέτος θα συμβεί κατά το χειμερινό ηλιοστάσιο, δηλαδή τη μικρότερη μέρα του χρόνου, και ταυτόχρονα πολύ κοντά θα βρίσκεται και ο Άρης.
Ποιες ώρες θα είναι ορατό το φαινόμενο
Το ουράνιο φαινόμενο θα είναι ορατό σε τον κόσμο, αρκεί να είναι νύχτα και να μην έχει σύννεφα. «Θα φαίνονται με γυμνό μάτι και οι τρεις πλανήτες. Θα πρέπει, όμως, να βιαστούμε για να δούμε τον Δία και τον Κρόνο, γιατί δύουν σε 2,5 ώρες μετά τη δύση του Ηλίου. Τον Άρη μπορούμε να τον κοιτάξουμε μέχρι τα μεσάνυχτα, γιατί την ώρα που δύει ο Ήλιος αυτός μεσουρανεί. Όλα αυτά κοιτάζοντας προς νότο», εξηγεί.
Οι θεωρίες
Γιατί όμως η σύνοδος του Δία με τον Κρόνο επικράτησε να λέγεται Αστέρι της Βηθλεέμ; Ήταν αυτό το αστέρι των Χριστουγέννων που οδήγησε τους μάγους να βρουν τον Χριστό; Ο Σταύρος Αυγολούπης μιλά για τις υποθέσεις που εξετάστηκαν τόσο από την πλευρά της Θεολογίας, όσο και από την πλευρά της Αστρονομίας.
Για το άστρο της Γέννησης του Χριστού υπάρχει μία μοναδική ολοκληρωμένη αναφορά στο κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο, μια περιγραφή για τους μάγους που το ακολούθησαν. Επίσης, υπάρχει μία αναφορά από τον Ιγνάτιο Θεοφόρο, ο οποίος ήταν μαθητής του Ευαγγελιστή Ιωάννη και επίσκοπος Αντιόχειας.
Τον 4ο μ.Χ. αιώνα σε βάθος μελέτη έκανε ο Ιωάννης Χρυσόστομος, ο οποίος εξετάζοντας όλες τις παραμέτρους κατέληξε πως «πρόκειται για υπερφυσικό, μοναδικό ανεπανάληπτο και παγκόσμιας σημασίας γεγονός που σηματοδοτεί την έναρξη μιας νέας εποχής».
Από την πλευρά της Αστρονομίας για να ασχοληθεί κάποιος με το φαινόμενο θα πρέπει πρώτα να προσδιορίσει τον ακριβή χρόνο γέννησης του Χριστού, που τοποθετείται στο 6-7 π.Χ. Δύο μεγάλοι αστρονόμοι ασχολήθηκαν με το φαινόμενο, ο Τύχο Μπράχε το 1572 και γύρω στο 1614 ο Γιοχάνες Κέπλερ.
Σήμερα η επιστήμη έχει αποκλείσει το ενδεχόμενο το φαινόμενο της συνόδου του Δία με τον Κρόνο να είναι το Άστρο της Βηθλεέμ.
«Είναι ένα γνωστό φαινόμενο, το οποίο θα ήταν γνωστό και στους μάγους, που ήταν οι αστρονόμοι της εποχής. Το φαινόμενο αυτό δεν κρατάει πολύ ώστε να τους οδήγησε από την Περσία στην Παλαιστίνη, καθώς η διαδρομή που έκαναν ήταν τουλάχιστον μερικοί μήνες. Ένα άλλο χαρακτηριστικό που έχουμε στο Ευαγγέλιο είναι ότι όταν έφτασαν οι μάγοι στα Ιεροσόλυμα το αστέρι χάθηκε, δεν φαινόταν, και μετά ξαναεμφανίστηκε, άρα δεν μπορεί να είναι σύνοδος πλανητών», σημειώνει ο Σταύρος Αυγολούπης.
Υπάρχουν ακόμα τρεις υποθέσεις για το τι ήταν το Αστέρι της Βηθλεέμ. Αυτή που απορρίφθηκε αμέσως, γιατί το φαινόμενο διαρκεί δευτερόλεπτα, είναι να πρόκειται για πεφταστέρι. Ο Ωριγένης εκτίμησε ότι μπορεί να ήταν κομήτης, επειδή δείχνει κατεύθυνση και κρατάει και μερικούς μήνες. «Είναι το ουράνιο σώμα που ικανοποιεί τις περισσότερες ιδιότητες. Όμως, και αυτή η θεωρία απορρίφθηκε γιατί πάντα η εμφάνιση ενός κομήτη από την αρχαιότητα ακόμη θεωρούνταν κακός οιωνός», εξηγεί.
Τέλος υπήρξε ακόμη μία πρόταση, ότι επρόκειτο για ένα πολύ σπάνιο φαινόμενο, τον εκρηκτικό θάνατο ενός μεγάλου άστρου, που δε φαίνεται πριν από την έκρηξη και ξαφνικά εμφανίζεται στον ουρανό, ακόμη και τη μέρα. «Κι αυτή η υπόθεση όμως απορρίφθηκε, γιατί ο σούπερ νόβα κρατάει το πολύ έναν μήνα και δεν δείχνει κατεύθυνση», καταλήγει ο καθηγητής Παρατηρησιακής Αστρονομίας.