Η ερμηνεία του Μικρασιατικού Ζητήματος ήταν στο επίκεντρο της πρώτης εκδήλωσης του Κέντρου Ποντιακών Ερευνών του ΑΠΘ, η οποία πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά λόγω της πανδημίας.
Έναν αιώνα μετά, διακεκριμένοι καθηγητές Ιστορίας προσπάθησαν να δώσουν μία νέα διάσταση και ανέπτυξαν τους προβληματισμούς τους σχετικά με το πώς προσεγγίζεται σήμερα το συγκεκριμένο θέμα, που παραμένει συναισθηματικά φορτισμένο.
Μεταξύ άλλων, αναφέρθηκαν στην ιδεολογική κατάσταση της εποχής, στη Μεγάλη Ιδέα, στο πώς αντιμετώπισαν τότε τον πόλεμο οι Έλληνες της Μικράς Ασίας, στις δυνατότητες που δίνει σήμερα η μελέτη του αρχειακού υλικού και των πηγών και στις δυνατότητες αντικειμενικής επιστημονικής προσέγγισης.
«Την εκστρατεία πυροδότησαν οι ανέλπιστες και δυσανάλογες με τις προσδοκίες επιτυχίες των Βαλκανικών Πολέμων. Η Ελλάδα μέσα σε ένα έτος διπλασίασε έκταση και πληθυσμό, κάτι που ήταν πρωτόγνωρο. Σε ό,τι αφορά τη γενεσιουργό αιτία της Μικρασιατικής Καταστροφής, δεν ήταν οι εκλογές του Νοεμβρίου του 1920. Οι νικητές των εκλογών βρήκαν μία κατάσταση που δεν μπορούσε να εξελιχθεί. Το πρόβλημα συνίσταται στην εμπλοκή της Ελλάδας στο ζήτημα ήδη από το 1919», λέει στο ethnos.gr o καθηγητής Σύγχρονης Ιστορίας Γιάννης Μουρέλος, αντιπρόεδρος του ΔΣ του Κέντρου Ποντιακών Ερευνών.
Τους εισηγητές απασχόλησε και το πώς αντιμετώπισε τη μικρασιατική εκστρατεία ο ελληνισμός της Μικράς Ασίας πριν από τον ξεριζωμό. «Οι Έλληνες της Σμύρνης και των περιοχών που εξελίσσονταν οι πολεμικές επιχειρήσεις βίωναν σε όλο του το μέγεθος το ζήτημα. Ωστόσο, στα βάθη της Ανατολίας ήταν μικρός ο απόηχος. Σαν κεραυνός εν αιθρία έπεσε σε αυτούς τους ανθρώπους όταν τους ζήτησαν να πάρουν τα υπάρχοντά τους και μέσα σε 15 μέρες να φύγουν για την Ελλάδα», σημειώνει ο Γιάννης Μουρέλος.
Ο καθηγητής του ΑΠΘ δηλώνει βέβαιος ότι μπορεί να επιτευχθεί η αντικειμενικότητα, ακόμα και στο Μικρασιατικό Ζήτημα. Ακόμα, τονίζει τη σημασία των πηγών και το πόσο προσβάσιμο είναι το αρχειακό υλικό. «Στη συζήτησή μας έγινε αναφορά στις πηγές, ποιες μελετήθηκαν και ποιες όχι μέχρι στιγμές, αν και θα άξιζε. Για παράδειγμα, οι ρωσικές και οι τουρκικές πηγές. Θα πρέπει να δει κανείς το θέμα και από την οπτική του αντιπάλου, ωστόσο, υπάρχει σήμερα μία δυσκολία μελέτης των τουρκικών πηγών», εξηγεί.
Εκτός από τον Γιάννη Μουρέλο, στη συζήτηση συμμετείχαν ο καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ιστορίας Ιάκωβος Μιχαηλίδης, και ο επίκουρος καθηγητής Νεότερης και Σύγχρονης Ευρωπαϊκής και Βαλκανικής Ιστορίας Στράτος Δορδανάς. Την εκδήλωση συντόνισε η ομότιμη καθηγήτρια Νεότερης Ιστορίας και πρόεδρος του Κέντρου Ποντιακών Ερευνών Άρτεμις-Νίκη Ξανθοπούλου-Κυριακού.