Από τον Εύξεινο Πόντο ως τη Μεγάλη Ελλάδα και τη Σικελία, η Αθήνα κάνει αισθητή την παρουσία της στον πολιτικό, οικονομικό και πολιτιστικό τομέα. Συνάπτει συνθήκες με τις πόλεις της Κάτω Ιταλίας και της Σικελίας εξασφαλίζοντας την υποστήριξή τους, και σταθεροποιεί την επιρροή της στον Εύξεινο Πόντο με την αποστολή του Περικλή.
Στόχος αυτής της αποστολής ήταν να προωθήσει η Αθήνα τις εμπορικές της συναλλαγές με τις εκεί πόλεις, γεγονός που θα της εξασφάλιζε την προμήθεια άφθονων πρώτων υλών και τροφίμων.
Ταυτοχρόνως, αν σημείωνε επιτυχία, αυτή η προσπάθεια θα είχε ευνοϊκό αντίκτυπο και στις σύμμαχες πόλεις, που κι εκείνες θα απολάμβαναν σπουδαία ωφελήματα.
Για την εξασφάλιση της εμπορικής επικοινωνίας με τον Εύξεινο Πόντο ήταν απαραίτητο να ελέγχουν οι Αθηναίοι τα στενά του Βοσπόρου. Η αποστασία του Βυζαντίου είχε αποδείξει πόσο μεγάλος κίνδυνος ήταν δυνατόν να προκύψει –με συνέπειες τρομερές, μάλιστα– από τη χαλάρωση των συμμαχικών δεσμών με τις πόλεις της περιοχής.
Ο Εύξεινος Πόντος ως εκείνη την εποχή εξασφάλιζε στην Αθήνα, με το σιτάρι και το κριθάρι που προμηθευόταν από τα λιμάνια του, ένα μεγάλο μέρος της διατροφής του πληθυσμού της που διαρκώς αυξανόταν. Γινόταν από εκεί ακόμη εισαγωγή παστών ψαριών και πολλών άλλων αγαθών (δερμάτων, ξυλείας κ.ά.). Οι εμπορικές συναλλαγές με την πλουτοφόρα εκείνη περιοχή, άλλωστε, είχαν ήδη τότε ιστορία σχεδόν ενός αιώνα – όπως αποδεικνύεται και από τα αρχαιολογικά ευρήματα.
Οι μεγάλες εμπορικές ανταλλαγές είχαν περιοριστεί πολύ κατά τη διάρκεια των Περσικών Πολέμων, οπότε η πρωτοβουλία στην εμπορική κίνηση του Ευξείνου πέρασε σε πόλεις της περιοχής όπως η Ηράκλεια η Ποντική (Ποντοηράκλεια) κ.ά. Μετά τη λήξη των πολέμων η Αθήνα δεν ενδιαφέρθηκε ιδιαίτερα να αναπτύξει τις εισαγωγές της από τις πόλεις του Ευξείνου, εφόσον υπήρχε η Αίγυπτος για την προμήθεια σιταριού και για άλλες εμπορικές της συναλλαγές. Η ήττα του 454 π.Χ., όμως, όταν η Αθήνα και οι σύμμαχοί της έχασαν τον πόλεμο με τους Πέρσες στην Αίγυπτο, άλλαξε τα δεδομένα και το ενδιαφέρον της Αθήνας για την πλουτοφόρα περιοχή του Εύξεινου Πόντου ανανεώθηκε.
Ο Περικλής θέλησε να τονώσει τις απευθείας επαφές και να αυξήσει τις εμπορικές ανταλλαγές. Σκέφτηκε γι’ αυτό, ως πρώτο βήμα, να κάνει επίδειξη ισχύος με την εμφάνιση του αθηναϊκού στόλου στον Εύξεινο Πόντο, χωρίς όμως επιθετικούς σκοπούς. Έτσι, το 437 π.Χ. έπλευσε με πολλά πλοία στην Προποντίδα και στον Εύξεινο. Πρώτη του ενέργεια ήταν η ανανέωση των εμπορικών συμφωνιών με τις ελληνικές πόλεις της περιοχής.
Ο αθηναϊκός στόλος κατέπλευσε στη νότια ακτή του Εύξεινου Πόντου και ειδικά στη Σινώπη για την οποία ο Περικλής είχε και άλλα σχέδια.
Άφησε στρατό και δεκατρία πλοία υπό τον Λάμαχο, για να βοηθήσει τους δημοκρατικούς της πόλης να εκδιώξουν τον τύραννο Τιμησίλαο που είχε ως τότε την εξουσία. Αργότερα, με ψήφισμα που πρότεινε ο Περικλής στην Εκκλησία του Δήμου, αποφασίστηκε να εγκατασταθούν εκεί εξακόσιοι Αθηναίοι «εθελονταί».
Μεταξύ Σινώπης και Τραπεζούντας βρίσκεται η Αμισός, παλαιά αποικία των Μιλησίων. Η πόλη ονομάστηκε από τότε «Πειραιεύς» και εγκαταστάθηκαν και εκεί Αθηναίοι άποικοι. Παρόλο που η εγκατάσταση των Αθηναίων στην Αμισό και στη Σινώπη παραβίαζε ως ένα σημείο την περσική επικυριαρχία, ο βασιλεύς Αρταξέρξης δεν αντέδρασε.
Με τη ναυτική επίδειξη που οργάνωσε ο Περικλής η Αθήνα ανέκτησε το κύρος της ως ηγέτιδα της Συμμαχίας, ενώ εξασφάλισε και για την ίδια και για τους συμμάχους της ελεύθερη κίνηση στον Εύξεινο Πόντο και σπουδαία εμπορικά ωφελήματα.