Αγιθοδώρισσα στον Πόντο έλεγαν τη νεαρή κοπέλα (συνήθως αρραβωνιασμένη), που αεθοδώριζ’, δηλαδή που κατέφευγε σε πολυήμερη σκληρή νηστεία και προσευχή για να υποτάξει τις επιθυμίες του σώματος.
Συναφής είναι και η αντίληψη που επικρατούσε, σύμφωνα με την οποία αυτός που δεν κυριαρχεί στην πείνα, χάνει τον έλεγχο του σώματός του και σε ό,τι αφορά το σεξουαλικό ένστικτο.
Έτσι, το αεθοδώρισμαν των νεαρών κοριτσιών, ιδίως των αρραβωνιασμένων, είχε την έννοια της προετοιμασίας για το μυστήριο του γάμου. Εξάλλου, επειδή υπήρχε πάντοτε το ενδεχόμενο ο σύζυγος να ξενιτευτεί, η αρραβωνιασμένη έπρεπε να συνηθίσει τη μοναχική ζωή που ενδεχομένως της επιφυλασσόταν, αν ο άντρας της έφευγε στα ξένα (Ρωσία, Πόλη κτλ.).
Πηγή: Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού ελληνισμού, εκδ. Μαλλιάρης Παιδεία, Θεσσαλονίκη.