Στα βιβλία της Ιστορίας περιγράφεται ως «μαύρος θάνατος». Η πανώλη τον 18ο αιώνα συνεχίζει να θερίζει τους πληθυσμούς σε Ευρώπη και Ασία. Τον Αύγουστο του 1749, η επιδημία αρχίζει να εξαπλώνεται και στην Τραπεζούντα.
Ο λόγιος και ιερέας Ιωάννης Οικονόμου εκ Καθαρών, μαζί με την οικογένειά του, καταφεύγει στη Μονή της Παναγίας Θεοσκεπάστου προκειμένου να αποφύγει τις συνέπειες της πανώλης.
Εκεί, σύμφωνα με την Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού ελληνισμού, στις 22 Αυγούστου, «εν τω ηγουμενείω άνωθεν της στρωματοθήκης», γράφει ένα ποίημα-επίκληση στην Παναγία, το οποίο διασώθηκε σε ένα από τα βιβλία που του ανήκαν και βρίσκονταν στη βιβλιοθήκη του Φροντιστηρίου της Τραπεζούντας:
Φόβω πανώλους, πρόσφυγές σοι Παρθένε
ως Χριστιανών τε προστάτη τε και ρύστη
ο Οικονόμος συν τω του Καραπάνα
Γεωργίω, άμα τε αις πανοικίαις
φεύγομεν, συ δε τηρήσαις αλωβήτους
ταύτης τ’ εκ τ’ άλλης της αλλοτρίου βλάβης.
Ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα είναι η μαρτυρία του, που επίσης σώθηκε στο ίδιο βιβλίο, κατά τον ιστορικό Επαμεινώνδα Κυριακίδη. Σύμφωνα με αυτή, αιτία για την αιφνίδια παύση της πανώλης ήταν η πολύ μεγάλη πυρκαγιά.
«1749, Αυγούστου 9, ημέρα Δευτέρα, παρελθούσης μάλλον της προς την Δευτέραν Κυριακής, τη επερχομένη νυκτί, ώρα τετάρτη αυτής, συνέβη πυρκαϊά γενέσθαι εν τω φόρω της Τραπεζούντας και ουκ έμεινεν άλλο ειμή τα χάνια· όλα εβλάβησαν και ο καφφενές ο υψηλός και ο άνωθεν της βρύσεως και τα κάτωθεν αυτών εργαστήρια και ανήλθεν η φλοξ έως και εις του Περμπέρογλου και κατήλθεν έως αιγιαλού και κεμέρκαγια, έως του κουμερκίου, και εξήλειψε σχεδόν και αυτόν τον χουν τον μεταξύ κερχανάδων και αραστάδων έως του πιτ παζαρίου, μικρού και ολίγον του τζαρά τζαμίου, το δε πεζεστένιον έσωθεν και έξωθεν κατεδαπάνησεν το πυρ και διαυγαζούσης της Δευτέρας, ώραν δευτέραν, απεσβέσθη η φλοξ συν πολλή βοηθεία υδάτων τε και προσχαλασμάτων παρά των εκείσε ευρεθέντων. Ημείς δε ήμεν φευγάτοι τότε εις Θεοσκέπαστον».
Οι επιδημίες πανώλης και χολέρας δεν θεωρούνταν σπάνιο φαινόμενο στην πόλη που αποτελεί τον πρώτο τερματικό σταθμό-λιμάνι του ιστορικού Δρόμου του Μεταξιού.
Πολλοί συγγραφείς αναφέρουν ότι το καλοκαίρι οι κάτοικοι της Τραπεζούντας ανέβαιναν στις εξοχές λόγω του κλίματος και της υγρασίας της πόλης, η οποία σε συνδυασμό με τη ζέστη δημιουργούσε πολύ συχνά τέτοιες επιδημίες.