Τα πρώτα χρόνια που ακολούθησαν την πτώση της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας και την οθωμανική κατάκτηση ήταν πολύ σκληρά για τους υπόδουλους χριστιανούς. Οι διώξεις και οι πιέσεις για εξισλαμισμό τούς οδήγησαν στην ορεινή ενδοχώρα του Πόντου, ώστε να μπορέσουν να διαφυλάξουν την εθνική τους ταυτότητα και τη θρησκεία τους.
Ένας από τους βασικότερους παράγοντες χάρη στους οποίους θεμελιώθηκε κι εξασφαλίστηκε η ελληνική παρουσία στην περιοχή της Χαλδίας, ήταν τα πλούσια κοιτάσματα αργύρου, χαλκού, θείου, στυπτηρίας, ορισμένα χρυσού, καθώς και η συνακόλουθη ώθηση που αυτά πρόσφεραν.
Όπως παραδίδεται, τα μεταλλευτικά κοιτάσματα του αργύρου έγιναν γνωστά το 1580 από μοναχούς που είχαν τη σκήτη τους στην Αργυρούπολη και τα υπέδειξαν σ’ έναν κάτοικο της γειτονικής Τζάγχης. Από τότε ξεκίνησε η απρόσκοπτη και κερδοφόρα εκμετάλλευση των κοιτασμάτων και στάθηκε η αφορμή να συρρεύσουν στην περιοχή της Αργυρούπολης Πόντιοι και από άλλες περιοχές του Πόντου, για να ξεφύγουν από την καταπίεση και τις δύσκολες συνθήκες ζωής.
Στα μεταλλεία δεν εργάζονταν Τούρκοι, αφενός γιατί περιφρονούσαν το επάγγελμα του μεταλλωρύχου ως ταπεινωτικό και κατάλληλο μόνο για τους υπόδουλους, αφετέρου γιατί οι συνθήκες εργασίας ήταν εξαιρετικά αντίξοες και ανθυγιεινές. Οι εργαζόμενοι σ’ αυτά, λόγω της σκληρής κι εξαντλητικής δουλειάς, είχαν ασθενική κράση και συχνά πέθαιναν νέοι. Αποκτούσαν συχνά κίτρινη όψη και γίνονταν φθισικοί. Δεν ήταν σπάνια και τα εργατικά ατυχήματα, όταν κατά την εκπυρσοκρότηση της πυρίτιδας κατέρρεαν ολόκληρα σπήλαια, όπως συνέβη στο επονομαζόμενο από τότε «Μεταλλείον των τεσσαράκοντα Παύλων».
Στο μεταλλείο αυτό καταπλακώθηκαν 800 εργάτες, 40 από τους οποίους είχαν το όνομα «Παύλος», απ’ όπου η χαρακτηριστική φράση «καθαείς τον Παύλον ατ’ κλαίει».
Παρ’ όλα αυτά, οι χριστιανοί υπήκοοι επιδίωκαν να εργαστούν στα μεταλλεία, για να απαλλαγούν εξ ολοκλήρου από τη φορολογία και για να αποφύγουν οι γιοι τους τη στράτευση στα τάγματα των γενίτσαρων.
Η διαστρωμάτωση του προσωπικού των μεταλλείων κατά άρχουσα σειρά ήταν η εξής:
- Ο ματέν-εμίνης, ο οποίος ήταν ο επόπτης του μεταλλείου και ήταν πάντοτε Τούρκος.
- Ο ουστάμπασης ή ματεντσή-πασής ουμουμή, ανώτατος διευθυντής των μεταλλείων, πάντοτε Έλληνας.
- Οι ουσταμπασήδες ή εμπρολάται στο ιδίωμα της Χαλδίας, οι αρχιμεταλλουργοί των μεταλλείων.
- Οι ματεντζήδες, απλοί εργάτες των μεταλλείων.
- Οι τσαγουλτζήδες, που έσπαγαν τους μεταλλευτικούς όγκους.
- Οι γαλτζήδες, οι οποίοι έπλεναν τη σκόνη που υπήρχε πάνω στους μεταλλευτικούς όγκους.
- Οι παραστάται (ή φούρναροι), επιστάτες των μεταλλουργικών κλιβάνων. Ως παραστάτες διακρίθηκαν οι Ιμεραίοι και οι Σανταίοι.
- Οι μπαλτατζήδες (αξινοφόροι), των οποίων ασχολία ήταν σε καιρό ειρήνης να κόβουν ξύλα για τους κλίβανους και να στερεώνουν τα μεταλλεία, ενώ σε καιρό πολέμου συνόδευαν το στρατό κόβοντας ξύλα για τις ανάγκες του, καταστρέφοντας δάση ή ανοίγοντας περάσματα.
Τα μεταλλεία σε όλη την επικράτεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας έφτασαν στην ακμή τους το 1722. Η οικονομική αυτή άνθηση που συντελέστηκε στην περιοχή της Χαλδίας είχε ως αποτέλεσμα τη γενικότερη πρόοδο και προάσπιση του ελληνισμού σ’ εκείνη την περιοχή. Οι μεταλλουργοί διέθεσαν γενναία ποσά για τις εκκλησιαστικές κι εκπαιδευτικές ανάγκες του Γένους, και χρηματοδοτούσαν αθρόα την κατασκευή εκκλησιών, μοναστηριών και σχολείων. Μάλιστα, στην Αργυρούπολη παραχωρήθηκε το δικαίωμα να κόψει το δικό της αργυρό νόμισμα το 1730.
Κορυφαία στιγμή της ανιδιοτελούς αυτής αγάπης για το έθνος και την πατρίδα είναι η γενναία δωρεά του αρχιμεταλλουργού Ιάκωβου Γρηγοράντη στον έρανο που διενεργήθηκε με εντολή του μητροπολίτη Χαλδίας Σίλβεστρου Β΄ Λαζαρίδη για τις ανάγκες της Φιλικής Εταιρείας.
Από τα 12.000 γρόσια που είχαν συγκεντρωθεί, τα περισσότερα ήταν δικά του.
Ωστόσο στις αρχές του 19ου αιώνα άρχισε να επέρχεται η παρακμή και ο οικονομικός μαρασμός για την περιοχή της Αργυρούπολης. Αυτό οφειλόταν στην εξάντληση των κοιτασμάτων, που είχε ως αποτέλεσμα να μεταναστεύουν πολλοί μεταλλωρύχοι σε άλλες περιοχές με μεταλλεύματα και να ιδρύουν αποικίες σε όλη τη Μικρά Ασία (Ακ Νταγ Ματέν, Κεσκίν Ματέν, Μπουγά Ματέν) αλλά και στην εισαγωγή μετάλλων από άλλες χώρες σε πιο συμφέρουσες τιμές. Ο πληθυσμός της Αργυρούπολης άρχισε να ελαττώνεται σταδιακά, με χρονική αφετηρία κυρίως τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1828-29, και στη συνέχεια με τον ρωσοτουρκικό πόλεμο του 1878.
Αρχοντούλα Κωνσταντινίδου
Φιλόλογος