Ο κατεξοχήν πολεμικός (πυρρίχιος) χορός των Ποντίων, που χορευόταν από τα πολύ παλιά χρόνια. Ο χορός ονομάζεται επίσης και «λάζικον». Η παλαιότητά του κατά πολλούς αποδεικνύεται αν συγκριθεί με την αρχαία πυρρίχη.
Ο Π. Μουζενίδης, σε άρθρο του στο περ. Ποντιακή Εστία (1956, τεύχος 4ον/76ον) χαρακτηρίζει τη σέρρα χορόδραμα και την αναλύει ως εξής:
Ο χορός κατά πρώτον αποτελείται από τρεις «στροφές». Στην 1η, οι χορευτές (ο λαός κατ’ αυτόν) πιασμένοι χέρι με χέρι και με υψωμένα τα χέρια χορεύουν ομαλά, με μια ευφρόσυνη διάθεση ζωγραφισμένη στα πρόσωπά τους. Σιγά-σιγά ο χορός πλησιάζει προς τη 2η στροφή και η διάθεση αλλάζει βαθμιαία. Η ευφροσύνη μεταβάλλεται σε ανησυχία, το σώμα καταλαμβάνεται από ένταση, τα χέρια των χορευτών με κινήσεις ρυθμικές προς τα μπρος και τα πίσω αποπειρώνται να κρατήσουν όρθιο το κορμί, να μην πέσει.
Κατά τον Μουζενίδη, στη φάση αυτή απεικονίζεται η προσπάθεια του πληγωμένου να κρατηθεί στη ζωή και να νικήσει. Κι ενώ το σώμα είναι σκυμμένο, μικρά ζωηρά και κοφτά βήματα αποδίδουν την προσπάθεια του λαβωμένου να κρατηθεί.
Στην 3η στροφή έρχεται η ώρα της λύτρωσης. Το σώμα, που λύγιζε και άγγιζε σχεδόν τη γη, παίρνει δύναμη, ο χορευτής αναπηδάει με τα σκέλη πλατιά ανοιγμένα και ορθώνεται στητός, με το κεφάλι περήφανο για να βλέπει ψηλά.
Σύμφωνα με τον Μουζενίδη, ο χορός παλιότερα δεν χορευόταν ή χορευόταν μόνο ως τρομαχτόν, επειδή απαγορευόταν στους Έλληνες να φέρουν όπλα. Όταν η οπλοφορία επιτράπηκε ξανά στους Έλληνες, την 3η και την 4η δεκαετία του 19ου αι., η σέρρα επανήλθε και πάλι στο προσκήνιο, χορευόμενη όπως παλιότερα.
Το δεύτερο όνομά της εξάλλου –λάζικον– το έλαβε από τους Λαζούς του Όφη, που βέβαια δεν ήταν Τούρκοι, αλλά αυτόχθονες Ελληνοπόντιοι. Το «λάζικον»πάντως χορευόταν αποκλειστικά στην περιοχή των Πλατάνων, της Τραπεζούντας, στη Ματσούκα, την Τόνγια και το Ρίζαιο, τον Όφη, την Κρώμνη, την Αργυρούπολη και τη Γαράσαρη. Ο χορός ορισμένες φορές παραλλάζει ελαφρά, ανάλογα με τον τόπο. Άλλα ονόματά του:
τ’ Οφίτικο, το Σαρακοστιανό, τ’ Αρδασινό κτλ.
Όταν αρχίζει η σέρρα, το σώμα έχει θέση προσοχής σχεδόν, με κλίση 60° προς τα δεξιά. Τα χέρια είναι πιασμένα από τον καρπό, τεντωμένα στους αγκώνες. Οι χορευτές είναι πολύ κοντά ο ένας με τον άλλον.
Τα τρία μέρη του χορού
Α΄ μέρος: Γίνεται ένα πολύ μικρό βήμα (1), με το δεξί πόδι. Ακολουθεί δεύτερο (2) με το αριστερό πόδι και φορά προς τα δεξιά· το αριστερό πόδι δεν περνάει το ύψος του δεξιού κι έρχεται πολύ κοντά σ’ αυτό. Τα βήματα αυτά επαναλαμβάνονται πολλές φορές, ώσπου ν’ αλλάξει ο τόνος της μουσικής.
Β΄ μέρος (Β΄,α): Αρχίζει πάλι με το δεξί πόδι (1), που κάνει ένα μικρό βήμα προς τα πίσω. Ακολουθεί ένα μικρό βήμα με το αριστερό πόδι (2), που έρχεται έτσι πίσω από το δεξί. Το τρίτο βήμα (3) είναι διπλό (το δεξί πόδι έρχεται σε διάσταση κι αμέσως το πλησιάζει το αριστερό). Με το τέταρτο βήμα (4) υψώνεται το δεξί πόδι και πατάει/επανέρχεται στη θέση που βρισκόταν.
Το 5ο και το 6ο βήμα αποτελούν επανάληψη του 4ου, με φορά προς τα αριστερά, αρχίζοντας με το αριστερό πόδι. Στο 6ο και το 7ο επαναλαμβάνονται οι ίδιες κινήσεις προς τα δεξιά. Το 9ο βήμα είναι διπλό· έρχεται το αριστερό πόδι μπροστά και ακολουθεί το δεξί, που το φέρνουμε κοντά και πίσω από το αριστερό. Με το 10ο βήμα, το αριστερό πόδι απομακρύνεται από το δεξί και έρχεται λίγο μπροστά.
Στη συνέχεια (Β΄,β), εκτελούμε πάλι τα βήματα 1ο-8ο, όπως προηγουμένως, και έπειτα φέρνουμε το αριστερό πόδι, σε διάσταση, προς τα αριστερά. Το πόδι χτυπάει δυνατά το έδαφος. Η κίνησή του συνοδεύεται με ταυτόχρονη κλίση του σώματος προς τα αριστερά. Την κλίση του κορμού βέβαια ακολουθεί και το κεφάλι.
Αμέσως μετά (2) υψώνουμε το δεξί πόδι, το φέρνουμε σε θέση διάστασης προς τα δεξιά τώρα, και το πατάμε με δύναμη κάτω. Κορμός και κεφάλι πάλι κλίνουν προς τα δεξιά. Ενώ είμαστε σε θέση διάστασης (3, 4), τα χέρια ανοίγουν προς τα πλάγια, ο κορμός εκτείνεται (με τα χέρια σε ελαφριά κάμψη στους αγκώνες). Ύστερα (5-6) σκύβουμε προς τα εμπρός, φέρνοντας ταυτόχρονα και τα χέρια μας προς τα μπροστά και κάτω. (Β΄,γ).
Το σώμα είναι σκυφτό προς τα εμπρός, όταν το αριστερό πόδι υψώνεται και έρχεται προς τα αριστερά (1). Τότε παίρνει κι αυτό φορά προς τ’ αριστερά. Ταυτόχρονα, με το όπλο ή τα χέρια, οι χορευτές χτυπούν προς τα μπροστά, κι αμέσως αναπηδούν πάνω στο αριστερό πόδι, ενώ τα χέρια πιασμένα από τους καρπούς έρχονται πίσω. Οι ίδιες κινήσεις επαναλαμβάνονται προς τα αριστερά (2), με το δεξί πόδι.
Ακολουθούν πάλι οι ίδιες κινήσεις (3) με αλλαγή του ποδιού (τώρα χρησιμοποιείται το αριστερό πόδι). Στη συνέχεια (4), υψώνουμε λίγο το σώμα και το στρέφουμε προς τη φορά του χορού, με το μέτωπο στα δεξιά. Φέρνουμε έπειτα το δεξί πόδι προς τη φορά του χορού, εκτελώντας ένα μικρό βήμα.
Η ίδια κίνηση ξαναγίνεται (5) με το αριστερό πόδι και επαναλαμβάνεται με το δεξί (6). Όλα αυτά τα βήματα (Β΄,γ) εκτελούνται τρεις φορές, πριν μπούμε στο Γ΄ μέρος.
Γ΄ μέρος: Αφού επαναλάβουμε το Β΄ μέρος 2-3 φορές, οι χορευτές έρχονται προς τα πίσω, με τα βήματα του Α΄ μέρους. Έπειτα χορεύουν επιτόπου ή σταματούν εντελώς.
Ο χορός συμπληρώνεται με το πιτσάκοϊν, που χορεύεται από δύο μόνο χορευτές.
https://www.youtube.com/watch?v=PeVB_VLd5Ig
Για τη σέρρα έγραψε σχετικά ο Κ. Παπαμιχαλόπουλος, στο έργο του Περιήγησις εις Πόντον (1904), όταν περιηγήθηκε την περιοχή και είδε το χορό αυτό να εκτελείται: «Χορός πολεμικός. Αι κατά πάσας τας διευθύνσεις του σώματος στροφαί, η στενή προς αλλήλους των χορευτών σύσφιξις, η βιαία προς το δάπεδον στροφή, των ποδών οι κτύποι και των όπλων οι γδούποι, αι συσπάσεις των μυών του σώματος, ο ενθουσιασμός ο καταλαμβάνων τους χορευτάς, των θεωμένων αι επευφημίαι, η απανταχού εν είδει σπινθήρος μεταδιδομένη συγκίνησις, πάντα ταύτα προδίδουσι τοιαύτην πρωτοτυπίαν και τοσαύτην αίγλην εις το χορευτικόν σύμπλεγμα, ώστε δικαίως θα ηδύνατό τις να κατατάξη τον Σέρραν-χορόν μεταξύ των διασημοτέρων χορών ολοκλήρου του κόσμου…».