Ο «Ακριτικός Κύκλος», ήτοι τα ακριτικά τραγούδια, αποτελούν κατηγορία δημοτικών αφηγηματικών τραγουδιών που εξυμνούν τους αγώνες των ακριτών, δηλαδή των συνοριακών φρουρών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας. Οι ακρίτες ζούσαν στρατιωτικά στα λεγόμενα «στρατιωτόπια», περιοχές που τους είχαν δοθεί και για καλλιέργεια.
Τα τραγούδια του Ακριτικού Κύκλου ίσως ξεπερνούν τα 1.700, αν και ο λαογράφος Νικόλας Πολίτης τα έχει υπολογίσει σε 1.350. Κατά πολλούς αναλυτές, τα τραγούδια αυτά αποτέλεσαν την πιο σημαντική πηγή του κορυφαίου έπους «Βασίλειος Διγενής Ακρίτας». Δεν είναι όμως αβάσιμη και η εκδοχή που θέλει τη διάδοση του έπους να τροφοδοτεί έναν κύκλο τραγουδιών κυρίως στην Κρήτη και την Κύπρο, όπου υπάρχουν πολλές παραδόσεις για τον Διγενή.
Επεισόδια της ζωής του Διγενή, όπως η πάλη του με τον Χάρο, δεν υπάρχουν στο έπος, απαντούν όμως σε πολλά δημοτικά ακριτικά τραγούδια. Για το θάνατο του Διγενή ο Ν. Πολίτης έχει συλλέξει 72 παραλλαγές. Ο Διγενής είναι κατά κύριο λόγο ο πρωταγωνιστής αλλά όχι μόνον αυτός. Ήρωες ακρίτες είναι ο Ανδρόνικος, ο Αλέξης, ο Δούκας, ο Πορφύριος, ο Βάρδας Φωκάς, ο Θεοφύλακτος, ο Κωνσταντής, ο Αρμούρης, ο Ξάντινον, ο Πετροτράχηλος…
Ο Διγενής κι ο Χάρος (Δ. Σκουρτέλης)
Έμμετρο αφηγηματικό έργο που τοποθετείται μεταξύ 11ου και 12ου αιώνα, ο «Διγενής Ακρίτας» ή «Το έπος του Διγενή Ακρίτα» συνιστά το παλαιότερο λογοτεχνικό γραπτό μνημείο της δημώδους ελληνικής μεσαιωνικής γλώσσας. Κατά τον Λίνο Πολίτη, μάλιστα, το Έπος, που εξιστορεί την καταγωγή του Διγενή, τα παιδικά του χρόνια, τα ηρωικά κατορθώματα και το θάνατό του, σηματοδοτεί την αρχή της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Η αξία του όμως, μετά μάλιστα και την ανακάλυψη πλείστων δημοτικών ακριτικών τραγουδιών, άπτεται και ενός μείζονος συμβολισμού. Ο Νικόλας Πολίτης θεωρούσε τον Διγενή σύμβολο της «μακραίωνος και αλήκτου πάλης του ελληνικού προς τον μουσουλμανικόν κόσμον». Ο Κωστής Παλαμάς και άλλοι ποιητές μας είδαν στο Διγενή το σύμβολο του ακατάβλητου Ελληνισμού, που καμιά δύναμη δεν μπορεί να αφανίσει.
“…Δεν πρέπει να ξεχνούμε πως ο άγνωστος ποιητής που ζούσε μακριά από το λόγιο περιβάλλον της βασιλεύουσας, κοντά στους ακρίτες και στην πολεμική ζωή τους, στον Πόντο ή στην Καππαδοκία, είναι ο πρώτος που χρησιμοποίησε τη λαϊκή γλώσσα για μια δημιουργία ποιητική. Του χρωστούμε το πρώτο κείμενο στη λαϊκή (δηλ. τη νεοελληνική) γλώσσα…”
Λίνος Πολίτης, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας
Το Έπος του Διγενή Ακρίτα, σε χειρόγραφη παραλλαγή 3.182 στίχων, δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά το 1875, από το περίφημο χειρόγραφο της Τραπεζούντας, το οποίο είχε ανακαλύψει επτά χρόνια νωρίτερα στη Μονή Παναγίας Σουμελά ο λόγιος, καθηγητής του Φροντιστηρίου της Τραπεζούντος, Σάββας Ιωαννίδης.
Το έργο σώζεται σε έξι χειρόγραφες παραλλαγές:
- Της Τραπεζούντας (από τη Μονή Σουμελά, 3.182 στίχοι)
- Του Εσκοριάλ (βρέθηκε στη βιβλιοθήκη Εσκοριάλ της Μαδρίτης, φέρεται να έχει δημιουργηθεί στην Κρήτη, 1.867 στίχοι)
- Χειρόγραφο Άνδρου-Αθηνών (Εθνική Βιβλιοθήκη, 1074, 4.778 στίχοι)
- Της Κρυπτοφέρρης (από την ελληνική μονή Grottaferrata της Ιταλίας, 3.709 στίχοι)
- Της Οξφόρδης (ομοιοκατάληκτη διασκευή του 1670 από τον ιερομόναχο Ιγνάτιο Πετρίτση)
- Της Άνδρου (πεζή διασκευή του 1632).