Η Οθωμανική κυριαρχία
Το 1453 οι Οθωμανοί κατέλαβαν την Κωνσταντινούπολη, θέτοντας συμβολικά τέλος στον ελληνικό χριστιανικό κόσμο. Το 1458 κατελήφθη η Αθήνα, το 1460 υποτάχθηκε ο Μυστράς, το 1461 καταλύθηκε το τελευταίο ελληνικό κράτος, η αυτοκρατορία της Τραπεζούντας, και το 1475 κυριεύτηκε το τελευταίο ελεύθερο ελληνικό έδαφος στην ανατολική Κριμαία. Αργότερα εντάχθηκαν στον νέο οθωμανικό κόσμο οι ελληνικές περιοχές που βρίσκονταν υπό ενετική κυριαρχία, όπως η Κρήτη. Η κατάληψη της Τραπεζούντας δεν σήμαινε αυτόματη κατάληψη του Πόντου από τους Οθωμανούς. Η ύπαιθρος διατηρούσε κάποιες ελευθερίες, ενώ παρέμεναν ελευθέρα και αρκετά κάστρα στο εσωτερικό της χώρας.
Οι επικράτηση των μουσουλμάνων στον χώρο διαμόρφωσε ριζικά νέες συνθήκες. Οι χριστιανοί υπήκοοι του σουλτάνου υποβιβάστηκαν σε ραγίαδες και όσοι από αυτούς κατοικούσαν στην ύπαιθρο άνηκαν σε φεουδαρχικές οικογένειες. Πλήθος περιορισμών υπήρχαν για τους ραγίαδες. Δεν μπορούσαν να εγκαταλείψουν το χωράφι τους, ενώ στην περίπτωση που μετέβαιναν για εγκατάσταση σε πόλη, έπρεπε να καταβάλουν επαχθέστατους φόρους ως αποζημίωση για την απουσία τους από την ύπαιθρο.
Για τους χριστιανικούς πληθυσμούς υπήρχαν δύο ειδικοί φόροι, ο κεφαλικός φόρος (τζιζγιέ) που έμεινε γνωστός ως χαράτσι, και το χαράτσι μουβαζάφ. Ο τζιζγιέ επιβάρυνε κάθε μη σουλτάνο που είχε συμπληρώσει το 14ο έτος της ηλικίας του. Ο φόρος αυτός αποτελούσε μια από τις κυρίες πηγές εσόδων του οθωμανικού κράτους. Ο δεύτερος φόρος υπολογίζονταν σε χρηματικές μονάδες επί του εδάφους και των προϊόντων του και καταβάλλονταν από όλους αδιακρίτως τους ενήλικες, έγγαμους ή άγαμους, ανεξάρτητα από το αν κατείχαν χωράφια ή όχι. Επειδή αυτή η φορολογία αφορούσε αποκλειστικά τους χριστιανούς, έπαυε αυτόματα η καταβολή της εάν ο υπόχρεος γίνονταν μουσουλμάνος.
Ο ελληνικός πληθυσμός οργανώθηκε σε κοινότητες οι οποίες ελέγχονταν από τους δημογέροντες. Η κοινοτική οργάνωση υπήρχε εργαλείο της οθωμανικής πολιτικής στις περιοχές οπού ήταν δύσκολη η είσπραξη της φορολογίας. Η διατήρηση του Οικουμενικού Πατριαρχείου από τον Μωάμεθ Β’ αποσκοπούσε στον πολιτικό έλεγχο των υποταγμένων Ρωμιών. Η αποδοχή αυτή όμως, επέτρεψε στους Έλληνες να διατηρήσουν πρωτεύοντα ρόλο μεταξύ των υπολοίπων ορθόδοξων ενωτικών ομάδων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Από τα τέλη του 17ου αιώνα ξεκίνησε η εκπαιδευτική κίνηση στον Πόντο, όπως και στον υπόλοιπο ελληνικό κόσμο. Η Τραπεζούντα εξελίχθηκε σε κέντρο των ελληνικών γραμμάτων. Το πρώτο σχολείο ήταν το Φροντιστήριον Τραπεζούντος, το οποίο ιδρύθηκε το 1682. Στη Σινώπη υπήρχε ελληνικό σχολείο από το 1675. Στην Αργυρούπολη ιδρύθηκε το 1733, ενώ στα τέλη του 18ου αιώνα ιδρύθηκαν σχολεία στ Σαμψούντα και την Κερασούντα. Τον 19ο αιώνα ιδρύθηκαν στον Πόντο εκατοντάδες ελληνικά και αλληλοδιδακτικά σχολεία.
Ο εξισλαμισμός των Ελλήνων
Οι εξισλαμισμοί των ελληνικών πληθυσμών δεν έγιναν μόνο με την πείθω και τον προσηλυτισμό. Η βία υπήρξε μια από τις μεθόδους που χρησιμοποιήθηκαν. Είναι γνωστή η τακτική του παιδομαζώματος που εφαρμόστηκε κατά τις πρώτες φάσεις τουρκικής επέκτασης, καθώς και η υποχρεωτική αλλαγή θρησκείας ορισμένων ομάδων του πληθυσμού στις κατακτημένες περιοχές. Γνωρίζουμε ότι μετά την άλωση της Τραπεζούντας υποχρεώθηκαν να εξισλαμισθούν οι επιφανείς οικογένειες και πλήθος νέων.
Ο εξισλαμισμός είχε πάρει τέτοια έκταση, ώστε σύμφωνα με τους Τούρκους ερευνητές, κατά τα μέσα του 16ου αιώνα το 40% των «ανθρώπων του σεραγιού» ήταν εξισλαμισμένοι πρώτης γενιάς. Λαμβάνοντας υπόψη τους απόγονους των πληθυσμών που είχαν εξισλαμιστεί κατά το παρελθόν, συνάγεται το συμπέρασμα ότι το περιβάλλον των ανακτόρων στην συντριπτική του πλειονότητα δεν ήταν τούρκικο.
Το φαινόμενο παρατηρήθηκε σε όλη την έκταση του κατακτημένου ελληνικού κόσμου. Στην Κύπρο, για παράδειγμα, ο κτυπτοχριστιανισμός διατηρήθηκε μέχρι τον 19ο αιώνα. Αρκετοί από αυτούς είχαν συνείδηση της ελληνικής τους καταγωγής και μερικοί επανήλθαν στην πιστή των πατέρων τους μετά την πολιτειακή αλλαγή του 1878 και την αντικατάσταση των Τούρκων κατακτητών από τους Βρετανούς. Μετά την ανοχή των Άγγλων, οι οποίοι επιδίωκαν την εξασθένιση του ελληνικού στοιχείου, ακολούθησαν την πολιτική εκτουρκισμού. Ιδρύθηκαν τουρκικά σχολεία και τζαμιά και δόθηκαν υποτροφίες σε νέους, οι οποίοι μετά την επάνοδο στα χωρία τους έγιναν κήρυκες του ισλαμισμού.
Οι εξισλαμισμοί στον Πόντο
Η Ελληνική κοινωνία του μικρασιατικού Πόντου σημαδεύτηκε- όπως και κάθε άλλο μέρος του ελληνικού κόσμου-από τον εξισλαμισμό και την εμφάνιση του κρυπτοχριστιανικού φαινομένου. Το πρώτο κύμα εξισλαμισμών εμφανίστηκε μετά την παράδοση της Τραπεζούντας στους Οθωμανούς. Οι χριστιανοί εκδιώχθηκαν και περιθωριοποιήθηκαν και οι εκκλησίες μετατράπηκαν σε τεμένη. Στην Τραπεζούντα και στην περιφέρεια της οι εξισλαμισμοί έλαβαν μεγάλη έκταση. Οκτώ χιλιάδες χριστιανοί από την πάλαι ποτέ πρωτεύουσα των Κομνηνών ίδρυσαν ορεινούς οικισμούς στην περιοχή της Θοανίας, που έγινε γνωστή ως Τόνγια. Οι πληθυσμοί αυτοί εξισλαμίστηκαν στα επόμενα χρόνια, κυρίως στα τέλη του 17 ου αιώνα. Οι εξισλαμισμοί στον Πόντο πραγματοποιήθηκαν την περίοδο 1648-1687 εξαιτίας των πιέσεων των φεουδαρχών.
Όσοι Έλληνες εξισλαμίστηκαν, ενσωματώθηκαν στο κοινωνικό μόρφωμα που στην εποχή του εθνικισμού ονομάστηκε τούρκικο έθνος, αποκτώντας μια πλάστη τουρκική εθνική ταυτότητα, όπως και οι πολυάριθμες υπόλοιπες μη τουρκικές μουσουλμανικές εθνότητες. Οι ιστορικές συνθήκες δεν επέτρεψαν στο κομμάτι αυτό των Ελλήνων- το οποίο υπήρχε σε κάθε μέρος του ελληνικού κόσμου- να εκφραστεί πολιτικά. Το μέγεθος του ωστόσο δεν ήταν ευκαταφρόνητο. Αρκεί να αναφερθεί ότι η πλειονότητα των Ελλήνων του μικρασιατικού υψιπέδου είχε εξισλαμιστεί, στην Κρήτη το πρώτο τέταρτο του 19 ου αιώνα οι χριστιανοί ήταν ελαφρώς περισσότεροι από τους μουσουλμάμους, ενώ στον Πόντο πριν από τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο με βάση τους υπολογισμούς του Πατριαρχείου μουσουλμάνοι και οι κρυπτοχριστιανοί Έλληνες ενέρχονταν στο ένα τρίτο του αριθμού των χριστιανών.
Οι Κρυπτοχριστιανοί
Μετά την άλωση της Τραπεζούντας παρουσιάσθηκε το φαινόμενο του Κρυπτοχριστιανισμού. Όπως γράφει ο Μητροπολίτης Τραπεζούντος και μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρύσανθος, οι εξισλαμισμοί στον Πόντο πραγματοποιήθηκαν την περίοδο 1648- 1687 από τις πιέσεις των φεουδαρχών. Στη συνέχεια το φαινόμενο του κρυπτοχριστιανισμού εντάθηκε αφού η καταπίεση από τους Οθωμανούς ήταν μεγαλύτερη, με αποτέλεσμα να σημειώνονται ολοένα και περισσότερες προσχωρήσεις προς το Ισλάμ.
Μετά την αναγκαστική προσφυγιά των Ποντίων από τις εστίες τους το 1922, σήμερα στην Τουρκία υπάρχουν ακόμη άτομα που είναι κρυπτοχριστιανοί, ενώ μιλούν ή καταλαβαίνουν την ποντιακή διάλεκτο. Τα μέλη αυτής της πληθυσμιακής ομάδας βρίσκονται σε διάφορα μέρη της Τουρκίας καθώς και στο εξωτερικό ως μετανάστες (κυρίως Γερμανία). Οι ποντιόφωνοι -κρυπτοχιστιανοί που ζουν στην Τουρκία αντιμετωπίζουν προβλήματα αφού δεν επιτρέπεται να ομιλείται η γλώσσα τους, να μεταφέρονται τα έθιμά τους, ενώ οι κρατικές υπηρεσίες ασκούν πιέσεις γεγονός που προκάλεσε την παρέμβαση μη κυβερνητικών οργανώσεων που ζήτησαν την ελευθερία δράσης και σκέψης.