Ο Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης γεννήθηκε στην Τραπεζούντα. Πατέρας του ήταν ο περίφημος καπετάν Γεώργης πασάς, ισόβιος δήμαρχος της Κερασούντας, και η μητέρα του ήταν Τραπεζούντια, από τη γνωστή οικογένεια του Χατζηκακούλογλου. Τα παιδικά του χρόνια τα πέρασε στην Κερασούντα. Έφηβος έφυγε από εκεί για την Αθήνα, να συνεχίσει τις σπουδές του. Παρέμεινε στην πρωτεύουσα της Ελλάδας ως το 1878.
Στα 22 του χρόνια έφυγε για τη Μασσαλία, όπου ζούσε ο θείος του, Διονύσιος Κωνσταντινίδης, που ασχολούνταν με το εμπόριο.
Κοντά του παρέμεινε επί τέσσερα χρόνια. Στη συνέχεια, το 1883, ίδρυσε δικό του εμπορικό οίκο και επιδόθηκε στο εμπόριο με εκπληκτική επιτυχία. Μέσα σε λίγα χρόνια κατάφερε να γίνει ο μεγαλύτερος εισαγωγέας φουντουκιών της Μασσαλίας και ολόκληρης της δυτικής Ευρώπης, κάνοντας τα φουντούκια γνωστά σε όλα τα ευρωπαϊκά εμπορικά λιμάνια. Παράλληλα έδωσε μεγάλη ώθηση στην εισαγωγή και εξαγωγή σε όλα τα είδη ξηρών καρπών.
Ο πόλεμος του 1914-18 βρήκε τον εμπορικό οίκο Κωνσταντινίδη στον κολοφώνα της ακμής του. Τότε ο Κωνσταντινίδης αναπτύσσει μεγάλη πατριωτική δραστηριότητα: Σ’ αυτόν βρίσκουν τον μοναδικό προστάτη τους όλοι οι Πόντιοι σπουδαστές που είχαν αποκλειστεί, εξαιτίας του πολέμου, σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης. Χάρη στην οικονομική του υποστήριξη κατόρθωσαν να τελειώσουν τις σπουδές τους, σε μια εποχή κατά την οποία οι γονείς τους εξορίζονταν ή δολοφονούνταν από τους Τούρκους.
Από το 1918 κι έπειτα ο Κωνσταντινίδης μπαίνει επικεφαλής της κίνησης για την ανεξαρτησία του Πόντου και προσφέρει σημαντικά ποσά, αλλά και τον προσωπικό του μόχθο, για τη διεξαγωγή του αγώνα.
Τον Οκτώβριο του 1917, με την επανάσταση των Μπολσεβίκων στη Ρωσία και την αποχώρηση των Ρώσων από τον Πόντο, ο Κωνσταντίνος Κωνσταντινίδης έστειλε επιστολές («εγκύκλια γράμματα») από τη Μασσαλία παντού όπου ζούσαν Πόντιοι και τους ζητούσε να οργανωθούν και να αγωνιστούν για τον κοινό σκοπό. Ταυτόχρονα απηύθυνε έκκληση στις μεγάλες δυνάμεις της Εγκάρδιας Συνεννόησης (Αντάντ) για τη δημιουργία ανεξάρτητου κράτους του Πόντου, με πολίτευμα δημοκρατικό.
Μεταξύ άλλων έστειλε και ταχυδρομικά δελτάρια με το χάρτη του Πόντου, στην ελληνική και τη γαλλική γλώσσα, με το «σάλπισμα»: «Πολίται του Πόντου εγερθείτε, υπομνήσατε εις τα φιλελεύθερα έθνη τα ύψιστα δικαιώματά σας εις την ζωήν και την ανεξαρτησίαν».
Στις 13 Νοεμβρίου του ίδιου χρόνου (1917) ο Κωνσταντινίδης έγραψε στο Σύνδεσμο «Πόντος», στην Αθήνα: «Προ ημερών ήμουν εις την Νίκαιαν προς συνάντησιν του μεγάλου μας Πρωθυπουργού κ. Βενιζέλου, παρά τω οποίω έσχον ημίωρον συνέντευξιν. Ο σεβαστός Πρόεδρος της Κυβερνήσεως επιδοκιμάζει καθ’ όλα τον αγώνα μας και με ενεθάρρυνε πολύ δια την επιτυχίαν του, η δε υποστήριξίς του μας είναι από τούδε εξησφαλισμένη». Από την πρώτη στιγμή ο Κωνσταντινίδης ενημέρωνε την ελληνική κυβέρνηση, που όμως, όπως αποδείχτηκε στη συνέχεια, αδράνησε.
Την ίδια εποχή ο φλογερός αυτός πατριώτης έδωσε συνεντεύξεις στην παρισινή εφημερίδα Le Journal des Hellènes και δημοσίευσε χάρτη του Πόντου.
Από τη Βοστόνη, ο καπνέμπορος στη Νέα Υόρκη Α. Γ. Ψωμιάδης έστειλε τηλεγράφημα στον Κωνσταντινίδη στη Μασσαλία, με το οποίο του έκανε γνωστό ότι τηλεγράφησε στις 6 Δεκεμβρίου του 1918 το παρακάτω ψήφισμα στον πρόεδρο Ουίλσον, στους πρωθυπουργούς της Αντάντ και τον Βενιζέλο: «Μέγας αριθμός πολιτών Ελλήνων, παροίκων κρατών Νέας Αγγλίας, καταγομένων εξ Ευξείνου Πόντου επί Μαύρης Θαλάσσης, συνελθόντες ενταύθα (στη Ν. Υόρκη) σήμερον πρώτην Δεκεμβρίου 1918, πονούσιν έκκλησιν Προέδρω και Λαώ Ηνωμένων Πολιτειών Αμερικής και μετά σεβασμού υποβάλλουσι δικαίας και αδιαφιλονικήτους αξιώσεις αυτών, να απελευθερωθώσι διά παντός των γαμψών ονύχων του τουρκικού ζυγού και τοις επιτραπή, συμφώνως προς τας αρχάς διακηρυχθείσας υπό μεγάλου και αγαπητού μας Προέδρου, να αποφασίσωσι περί της εαυτών τύχης και αυτοκυβερνηθώσι συμφώνως προς τας αρχάς και ιδέας Αμερικανικής Δημοκρατίας».
Το Α΄ Παμποντιακό Συνέδριο, που έγινε στη Μασσαλία στις 22 Ιανουαρίου του 1918, και για το οποίο μόνο μερικές επαρχιακές γαλλικές εφημερίδες έγραψαν, έστειλε στον επίτροπο Εξωτερικών της Σοβιετικής Ένωσης Λέον Τρότσκι το ακόλουθο τηλεγράφημα, το οποίο υπέγραφε ο Κωνσταντινίδης: «Συνέδριον, συγκληθέν εν Μασσαλία, πολιτών καταγομένων εκ Πόντου, αποτελούμενον εξ αντιπροσώπων πολιτών διαμενόντων εις Ηνωμένας Πολιτείας, εις την Ελβετίαν, εις την Αγγλίαν, εις την Ελλάδα, Αίγυπτον και εις όλας τας χώρας της Ευρώπης και της Αμερικής, σας παρακαλεί να συμφωνήσετε αυτή η χώρα να αναλάβει τας τύχας της, ώστε μετά την αποχώρησιν των ρωσικών στρατευμάτων να μην ξαναπέσει εις την τουρκικήν κυριαρχίαν. Επιθυμία μας είναι να δημιουργήσωμεν ανεξάρτητον Δημοκρατίαν, από τα ρωσικά σύνορα έως πέρα στην Σινώπην, και παρακαλούμε να επεμβήτε δυναμικά εις αυτό το θέμα. Ελπίζοντες εις την αποτελεσματικήν σας υποστήριξιν, σας ευχαριστούμε εκ των προτέρων. Διά το συνέδριον, ο Πρόεδρος Κωνσταντίνος Γ. Κωνσταντινίδης».
Ο Κωνσταντινίδης βρισκόταν σε άμεση επαφή με την ελληνική επιτροπή που έπαιρνε μέρος στη Συνδιάσκεψη Ειρήνης του Παρισιού.
Είχε, επίσης, επαφή με τον Λεωνίδα Ιασονίδη για το θέμα της επιστροφής από τη Ρωσία των νεαρών Ποντίων, για τη δημιουργία στρατού που θα αγωνιζόταν υπέρ της Δημοκρατίας του Πόντου. Στην κίνηση αυτή πρωτοστατούσαν επίσης ο Νίκος Λεοντίδης και ο Θεοφύλακτος Θεοφυλάκτου.
Ο Κωνσταντινίδης λίγο πριν πεθάνει, το 1930, δώρισε στην Εθνική Πινακοθήκη 44 πίνακές του μεγάλης αξίας. Τη μεγάλη του βιβλιοθήκη την δώρισε στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης. Το 1876 είχε γράψει ένα θεατρικό έργο στην ποντιακή, με τον τίτλο Οι ερωτόληπτοι. Είναι μια μονόπρακτη κωμωδία με δέκα σκηνές, και η υπόθεσή της εξελίσσεται «εν Πάτλαμα», κωμόπολη της Κερασούντας. Πρόκειται για μια χαριτωμένη σάτιρα με ήρωα έναν ερωτόληπτο νέο, μέσα από τις σκηνές της οποίας εικονίζονται αδρά πολλά ηθογραφικά στοιχεία της εποχής.
- Πηγή: Εγκυκλοπαίδεια του ποντιακού ελληνισμού, εκδ. Μαλλιάρης-Παιδεία, Θεσσαλονίκη.