Ο Αναστάσιος Παπαδόπουλος ήταν οπλαρχηγός αντάρτικων σωμάτων του δυτικού Πόντου, και έμεινε γνωστός κυρίως με το παρωνύμιο Κοτζά Αναστάς. Γεννήθηκε στο χωριό Εντίκ Πινάρ της Έρπαας, το 1896. Ήταν υψηλόσωμος και με φωνή βροντερή. Ο παππούς του, παπα-Κυριάκος, ήταν ιερέας γνωστός στην περιοχή και έξαρχος του μητροπολίτη Αμάσειας. Ο Κοτζά Αναστάς ανέβηκε στο βουνό, στο Τόπσαμ (= συγκεντρωμένα πεύκα) σε ηλικία 19 ετών. Αρχηγός των ανταρτών του Τόπσαμ ήταν τότε (1915) ο καπετάν Γιακόφ.
Μαζί του στο βουνό ανέβηκαν και άλλοι αντάρτες από το χωριό του, όπως ο Θεόφιλος Χατζη-Παυλίδης, ο Αναστάσιος Τεκτονίδης, ο Μιχαήλ Ιωαννίδης, ο Ιωάννης Γελαστόπουλος, ο Δημήτριος Χατζη-Παυλίδης, ο Βασίλειος Παπαδόπουλος, ο Δημήτριος Ιωαννίδης κ.ά.
Σε μια μάχη μεταξύ ανταρτών και Τούρκων, κοντά στο Εντίκ Πινάρ, το 1916, ο καπετάν Γιακόφ σκοτώνεται και την ηγεσία των ανταρτών αναλαμβάνει ο Αναστάσιος. Η δράση του δίνει ελπίδες στους Έλληνες της περιοχής, που τον ονομάζουν Κοτζά (Μέγα) Αναστάς, ενώ οι Τούρκοι τον αποκαλούν Κοτζά Γκιαούρ.
Εναντίον του ήρθαν πολλές φορές οι Τούρκοι, μια φορά έχοντας επικεφαλής τους τον Λίβα πασά, ο οποίος λόγω της αποτυχίας του αντικαταστάθηκε αργότερα από τον Τσαμίτ πασά. Οι αποτυχίες των Τούρκων τούς ανάγκασαν να έρθουν σε συνεννόηση με τον Κοτζά Αναστάς και, έπειτα από σχετική μεταξύ τους συμφωνία, τα γυναικόπαιδα που είχαν καταφύγει στα βουνά της περιοχής μπόρεσαν να απομακρυνθούν.
Λίγο μετά την υπογραφή της συμφωνίας ανταλλαγής των πληθυσμών, ο Κοτζά Αναστάς σκοτώθηκε στο τουρκικό χωριό Εζενούς από τσέτες της περιοχής στις 2 Δεκεμβρίου 1922.
Οι δολοφόνοι έκοψαν το κεφάλι του και το κρέμασαν σε ένα τηλεγραφόξυλο στην Τοκάτη.
Προσπαθώντας να πάρει και να θάψει το σώμα του, σκοτώθηκε και ο αδελφός του Γεώργιος Παπαδόπουλος. Στην Ελλάδα ήρθαν η γυναίκα του Δέσποινα Λαζαρίδου, δύο αδελφές του και ο αδελφός του Αμβρόσιος Παπαδόπουλος.