Ο Ματθαίος Κωφίδης γεννήθηκε στο Λικάστ’ της Κρώμνης επαρχίας Αργυρουπόλεως στις 22 Μαρτίου 1855.
Στην Τραπεζούντα, όπου εγκαταστάθηκε, εργάστηκε στο Μονοπώλιο Καπνού και το 1908 εξελέγη για πρώτη φορά βουλευτής Τραπεζούντος στην οθωμανική βουλή.
Έμεινε ως το 1918.
Αντιμέτωπος καθημερινά με τις αγριότητες που βίωναν οι συμπατριώτες του, με τη γενοκτονία που συντελούνταν, ο Κωφίδης ύψωσε το ανάστημά του και αξίωσε τον τερματισμό τους.
Το 1921 όλος ο άρρενας πληθυσμός της Τραπεζούντας οδηγούνταν στα τάγματα εργασίας στο Ερζερούμ. Στον δρόμο του μαρτυρίου πέθανε και ο γιος του Κωφίδη.
Η μοίρα όμως ήταν μαύρη και για τον ίδιο: το «Ειδικό Δικαστήριο της Ανεξαρτησίας», που ελεγχόταν από τους κεμαλικούς, τον καταδίκασε σε θάνατο δι’ απαγχονισμού τον Σεπτέμβριο του 1921 μαζί με άλλες σημαίνουσες προσωπικότητες του Πόντου.
Η κατηγορία που τον βάρυνε ήταν η συμμετοχή σε κίνημα για την ανεξαρτησία του Πόντου.
Ντοκουμέντο του δράματος που έμελλε να ακολουθήσει, η επιστολή του Ματθαίου Κωφίδη προς τη σύζυγό του:
15/28 Σεπτεμβρίου 1921 φυλακαί Τιμαρχανέ – Αμασείας
Φιλτάτη Ουρανία,
Χθες ημέραν της Σταυροπροσκυνήσεως επαρουσιάσθην εις το δικαστήριον Ιστικλάλ, καμίαν ελπίδα δεν έχω πλέον, σήμερον θα δοθή η απόφασις η οποία βεβαίως θα είναι καταδικαστική, σας αφίνω υγείαν και εις την προστασίαν του Παναγάθου, περιττά τα πολλά λόγια, θάρρος και εγκαρτέρησις και ελπίς επί Κύριον, δια να ημπορέσης το κατά δύναμιν να σηκώσης το βαρύ φορτίον σου.
Σας γλυκοφιλώ όλους,
Ο Ματθαίος σου.
Η ποινή του εκτελέστηκε στην Αμάσεια. Μια ακόμα σπουδαία προσωπικότητα του Πόντου είχε χαθεί.