Η ιστορία της ζωής του Φίλωνα Κτενίδη, από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες του ποντιακού ελληνισμού, ξεκινάει το 1889 στην Τραπεζούντα. Τα παιδικά του χρόνια θα τα περάσει στην Κρώμνη, η οποία συχνά κυριαρχεί στις αναφορές του. Το 1906 θα αποφοιτήσει με άριστα από το Φροντιστήριον Τραπεζούντος, και τα τρία επόμενα χρόνια θα εργαστεί ως λογιστής. Είναι η περίοδος που ξεκινά την ενασχόλησή του με τη δημοσιογραφία ως φιλολογικός συνεργάτης της εφημερίδας της Τραπεζούντας Εθνική Δράσις. Το 1910 θα εκδώσει ο ίδιος το δεκαπενθήμερο περιοδικό Επιθεώρησις που γνώρισε μεγάλη επιτυχία, αφού κυκλοφόρησε ακόμα και στη Ρωσία.
Πολύτιμος συνεργάτης του, τότε, ο εθνομάρτυρας Νίκος Καπετανίδης. «Δεν ήξερα αν γράφαμε παίζοντας ή αν παίζαμε γράφοντας», σημειώνει ο Κτενίδης χρόνια αργότερα.
Η ιατρική θα μπει στη ζωή του Κτενίδη όταν, διωγμένος από τους Νεότουρκους, θα καταφύγει στην Αθήνα και θα εγγραφεί στην Ιατρική Σχολή. Με το ξέσπασμα των Βαλκανικών Πολέμων θα διακόψει τις σπουδές του και θα πάει εθελοντής στα μέτωπα της Ηπείρου και της Μακεδονίας. Μετά τη λήξη του πολέμου παίρνει το πτυχίο της Ιατρικής και επιστρέφει στον Πόντο. Θα διωχτεί και πάλι από τους Τούρκους εξαιτίας της θητείας του στον ελληνικό στρατό. Θα καταφύγει στα ελληνικά χωριά στο εσωτερικό της Τραπεζούντας προκειμένου να προσφέρει δωρεάν τις ιατρικές του υπηρεσίες.
Με την είσοδο των ρωσικών στρατευμάτων στην Τραπεζούντα, η περίοδος 1915-17 θα τον βρει στον Καύκασο όπου υπηρετεί ως διευθυντής του μεγαλύτερου ρωσικού στρατιωτικού νοσοκομείου στα Πλάτανα. Μετά την επανάσταση του 1917 θα αποστρατευτεί. Για ένα χρόνο θα διατελέσει πρόεδρος του Εθνικού Συμβουλίου των Ποντίων στο Κρασνοντάρ της Ρωσίας. Θα ζητήσει να απαλλαγεί από τα καθήκοντά του και θα μεταβεί στην Αθήνα προκειμένου να ενημερώσει την ελληνική κυβέρνηση για το ζήτημα της ανεξαρτησίας του Πόντου. Απογοητευμένος για τη δυσάρεστη τροπή που πήρε αυτό το εθνικό θέμα, θα φύγει για ιατρική ειδικότητα στο Παρίσι.
Το 1920 θα διακόψει για μία ακόμα φορά τις σπουδές του και θα πάει εθελοντής στο μικρασιατικό μέτωπο, πιστεύοντας ότι εκεί κρίνεται η τύχη του ελληνικού έθνους. Το 1935 θα εκλεγεί βουλευτής Αθηνών με το Λαϊκό Κόμμα του Τσαλδάρη και τρία χρόνια μετά θα εγκατασταθεί με την οικογένειά του μόνιμα στη Θεσσαλονίκη, όπου θα ασκήσει την ιατρική.
Οι πολύτιμες ιατρικές υπηρεσίες που προσέφερε ο Φίλων Κτενίδης είναι μία μόνο πτυχή της πολυσχιδούς προσωπικότητάς του.
Όλο το διάστημα που βρίσκεται στην Ελλάδα γράφει 17 ποντιακά θεατρικά έργα αλλά και ποιήματα, με κορυφαίο έργο όλων την «Καμπάνα του Πόντου». Αθεράπευτος νοσταλγός της αλησμόνητης πατρίδας, στα 61 του αποφασίζει να εκδώσει την Ποντιακή Εστία, το βραβευμένο από την Ακαδημία Αθηνών περιοδικό που συνέβαλε στη διάσωση ιστορικών, εθνολογικών, γλωσσολογικών και λαογραφικών θησαυρών του Πόντου.
Στις σελίδες του περιοδικού θα καταγραφούν ιστορίες, μύθοι, παραμύθια, ποιήματα, ανέκδοτα, υλικό που θα συγκεντρωθεί με τη βοήθεια κορυφαίων Πόντιων λαογράφων, πανεπιστημιακών αλλά και ανώνυμων συνδρομητών.
Μόλις στο 8ο τεύχος της Ποντιακής Εστίας, τον Αύγουστο του 1950, δημοσιοποιεί το μεγάλο του όραμα: την ανιστόρηση της κατεστραμμένης και εγκαταλειμμένης στον Πόντο Παναγίας Σουμελά. Η ιδέα αγκαλιάζεται με ενθουσιασμό από χιλιάδες Πόντιους, πολλοί από τους οποίους συνεισφέρουν και οικονομικά. Τον Δεκαπενταύγουστο του 1951 μπαίνει ο θεμέλιος λίθος στην Καστανιά Βερμίου, στα 500 στρέμματα που παραχώρησε η τότε κοινότητα. Κτίτορας της Μονής ο οραματιστής Φίλων Κτενίδης.
Το 1959 μέσα από τις σελίδες της Ποντιακής Εστίας θα θέσει έναν ακόμα στόχο: να διοργανωθεί παμποντιακό συνέδριο.
Αν και στις 16 Αυγούστου στην Παναγία Σουμελά στο Βέρμιο έγινε η πρώτη επίσημη σύσκεψη, το συνέδριο δεν θα πραγματοποιηθεί ποτέ. «Μόνο όνειρον», θα γράψει αργότερα για το συνέδριο που πίστευε ότι θα συντόνιζε όσους πίστευαν στη καλλιέργεια και τη διαφύλαξη της Ποντιακής Ιδέας.
Ο Φίλων Κτενίδης θα αφήσει την τελευταία του πνοή σε ηλικία 74 ετών, στις 13 Ιουλίου 1963.
ΕΙΠΑΝ
«Ήταν ίσως ο πρώτος μεταξύ των Ποντίων όστις μελέτησε-ερεύνησε το χαρακτήρα και τη ζωή του Ποντίου, τις αναμνήσεις από τη ζωή της αλησμόνητης Πατρίδος μας και συνέγραψε τα ωραία θεατρικά του έργα, τις ηθογραφίες και άλλες πολλές πνευματικές εργασίες. Δεν επιθυμώ να θεωρηθώ υπερβολικός στη διαπίστωσή μου, ότι με τον Κτενίδη ανυψώθηκε η στάθμη πολιτισμού του Ποντιακού λαού στο Πανελλήνιο. Γεγονός το οποίο αναγνωρίζεται και από τον γηγενή κόσμο…»
Ιωάννης Ευφραιμίδης