Είναι λίγο πριν εκπνεύσει η δεκαετία του ’40 όταν ένα 15χρονο αγόρι από την Οινόη Κοζάνης, που έχει μετακομίσει στη Δραπετσώνα, ξεκινά τις ραδιοφωνικές του εκπομπές στην Αθήνα. Είναι ένας νέος καλλιτέχνης που μαθαίνει την ποντιακή παράδοση δίπλα σε θρύλους όπως ο Νίκος Παπαβραμίδης, ο Νίκος Σπανίδης και ο Μπαϊρακτάρης. Έτσι, ο Χρύσανθος που «τραγουδούσε από μωρό», όπως έλεγε η αδερφή του, αποκτά πρόσβαση σε ένα μεγάλο κοινό.
Ο τραγουδιστής με την ασυνήθιστη φωνή, ωστόσο, θα πάρει το «διαβατήριο» για τις μπουάτ και το ευρύτερο κοινό όταν το 1974 τον ανακαλύψει ο Χριστόδουλος Χάλαρης, μελετητής της κοσμικής βυζαντικής μουσικής.
«Μάνα μου, Μάνα» είναι το τραγούδι-σταθμός από τη συνεργασία με τον Χάλαρη.
Όμως, όσο και αν τα «ανοίγματα» στο έντεχνο δίνουν ώθηση στην καριέρα του, ο Χρύσανθος παραμένει ένας τραγουδιστής του Πόντου. Το Καρς, από όπου προέρχεται η οικογένειά του, αποτελεί μια από τις πιο μεγάλες του αγάπες. Η ιστορική πατρίδα, η προσφυγιά, η φτώχεια αλλά και τα σύγχρονα προβλήματα των Ποντίων, όλα των εμπνέουν για να γράψει στίχους. Η στιχουργική είναι ένα ακόμα ταλέντο του Χρύσανθου, ο οποίος χρησιμοποιεί παραδοσιακές ποντιακές μελωδίες.
Τα ταξίδια του στα πιο απόμακρα μέρη της Ελλάδας και του εξωτερικού τον φέρνουν σε επαφή με μελωδίες που του μαθαίνουν πρόσφυγες της πρώτης γενιάς. Αποτέλεσμα αυτού είναι να λειτουργήσει ως άτυπος λαογράφος, αφού κατάφερε να γεφυρώσει το κενό που υπήρξε μέχρι να ξεκινήσει η καταγραφή των δημοτικών τραγουδιών.
«Η φωνή του Χρύσανθου έγινε η συνείδηση του ποντιακού στοιχείου», γράφει ο καθηγητής Κωνσταντίνος Φωτιάδης.
Αξεπέραστη θεωρείται ακόμα και σήμερα η συνεργασία του Χρύσανθου με τον «πατριάρχη» της ποντιακής λύρας Γώγο. Οι δυο τους έμελλε να αποτελέσουν τους πρώτους Πόντιους επαγγελματίες καλλιτέχνες. Άλλωστε η είσοδος της ποντιακής μουσικής στη νυχτερινή διασκέδαση είναι ένα βήμα που πιστώνεται αποκλειστικά στο συγκεκριμένο δίδυμο. Μαζί θα κάνουν και δύο δίσκους των 78 στροφών, «Τα τραγούδια του Πόντου», αλλά και ταξίδια στο εξωτερικό με πρώτο εκείνο του 1971 στις ΗΠΑ.
Η μουσική κληρονομία του Χρύσανθου περιλαμβάνει συνολικά 200 τραγούδια αλλά και σημαντικές συνεργασίες όπως εκείνη με τον Στέλιο Καζαντζίδη.
Η τελευταία του εμφάνιση ήταν μόλις λίγες ημέρες πριν από το θάνατό του. Στις 30 Μαρτίου 2005 υπέστη εγκεφαλικό που επηρέασε τη λειτουργία της καρδιάς του. Δύο μέρες μετά, στο κοιμητήριο του Ευόσμου στη Θεσσαλονίκη δεκάδες λύρες αλλά και φωνές λένε το τελευταίο αντίο στο «αηδόνι του Πόντου».
ΕΙΠΑΝ
«Μέσα από την ανεπανάληπτη φωνή του ο Χρύσανθος έδωσε κουράγιο στον βίαια ξεριζωμένο και πονεμένο προσφυγικό μας λαό, εκφράζοντας ολόκληρες γενιές και στοργικά ζεσταίνοντας τις καρδιές τους από τις αδικίες της μοίρας».
♦
«Έτυχε να είμαστε τη νύχτα στο δρόμο από κάποιο γλέντι στον Πειραιά. Και όπως ήμασταν στο τσακίρ κέφι ο Χρύσανθος τραγούδαγε. Σε κάποια απόσταση συναντήσαμε έναν αστυφύλακα, σε 10-15 μέτρα, και σταμάτησε ο Χρύσανθος. Γιατί τότε ειδικά, επειδή ήταν νύχτα, απαγορευότανε η διατάραξη κοινής ησυχίας. Και σταμάτησε. Ήρθε όμως ο αστυφύλακας του λέει “τι κάνεις ρε παιδί μου, συνέχισε, συνέχισε”. Αλλά πάλι δεν ξεκίναγε ο Χρύσανθος. Και του λέει “κοίταξε, δεν θα σας πάω μέσα γιατί τραγούδαγες, θα σας πάω μέσα γιατί δεν τραγουδάς”».