Γεννήθηκε στην Αμάσεια το 132 π.Χ. και πέθανε στο Παντικάπαιον το 63 π.Χ. Μετά το θάνατό του, ο Πομπήιος μετέτρεψε το κράτος του Πόντου μαζί με τη Βιθυνία σε ρωμαϊκή επαρχία.
Στα βουνά του Πόντου φέρεται ότι ασκήθηκε και σκληραγωγήθηκε ο Μιθριδάτης, θρυλείται δε ότι έφθασε μέχρι του σημείου να συνηθίσει τον οργανισμό του στα δηλητήρια ώστε να μην του κάνουν κακό, εξού και ο όρος «μιθριδατισμός» που με απαξιωτικό τρόπο έφθασε ως τις μέρες μας.
Έγινε μόνος βασιλιάς του Πόντου το 112 π.Χ. και αγωνίστηκε κατά του ρωμαϊκού επεκτατισμού προς Ανατολάς, αλλά και για να απελευθερώσει τις ελληνικές πόλεις της επικράτειας της κριμαϊκής χερσονήσου στοχεύοντας και στην προσάρτηση του Κιμμέριου Βοσπόρου.
Ο Μιθριδάτης συντέλεσε σημαντικά στη διάδοση του ελληνικού πολιτισμού.
Η μητέρα του η Λαοδίκη ήταν Ελληνίδα, ενώ πήρε ελληνική παιδεία και περιστοιχιζόταν από Έλληνες ποιητές, φιλοσόφους αλλά και στρατιωτικούς. Επί των ημερών του ο εξελληνισμός του μεσογειακού Πόντου προχώρησε σε μεγάλο βαθμό, ενώ λατρεύονταν και ελληνικές θεότητες μαζί με περσικές. Τα ανάκτορα του βασιλιά στη Σινώπη αλλά και στη Νεοκαισάρεια (Κάβειρα) είχαν επιρροή από την ελληνική και την περσική τέχνη.
Ο Μιθριδάτης ΣΤ΄ ο Μέγας, επονομαζόμενος και Ευπάτωρ, ήταν σπουδαία πολεμική φυσιογνωμία και για 27 χρόνια αποτελούσε φόβητρο για τους Ρωμαίους.
Έκανε τρεις πολέμους, τους Μιθριδατικούς, η αρχή του τέλους όμως ήρθε όταν ανέλαβε ο Πομπηίος τη διοίκηση των ρωμαϊκών στρατευμάτων με εντολή να καθυποτάξει τον βασιλιά του Πόντου. Ήταν το 63 π.Χ., όταν ετοίμαζε εκστρατεία εναντίον της Ιταλίας, που επέλεξε να δώσει τέλος στη ζωή του στο Παντικάπαιον της Ταυρικής με μια ενέργεια που σήμερα θα ονομάζαμε υποβοηθούμενη αυτοκτονία. Είχε προηγηθεί η αποστασία του ίδιου του γιου του Φαρνάκη Β΄, τον οποίον ο Πομπηίος αντάμειψε για τη στάση του με το βασίλειο του Κιμμέριου Βοσπόρου. Καθώς δεν μπορούσε να χρησιμοποιήσει το δηλητήριο ως μέσο θανάτωσης, ο Μιθριδάτης ζήτησε από έναν υπασπιστή του (ή κατ’ άλλους δούλο του) να τον σκοτώσει για να μην πέσει στα χέρια του εχθρού.