Κοντάκιο του Αγίου Ρωμανού του Μελωδού. Ελεύθερη απόδοση στη σύγχρονη μορφή της γλώσσας μας.
Προοίμιο
Εσύ προφήτη π’ απ’ τα πριν σου δείχνει ο Θεός μας κάποια μεγαλουργήματα που ‘χει στο
[σχέδιό Του,
Ηλία που ‘σαι ξακουστός σ’ ολάκερο τον κόσμο,
[συ που με μια σου επίκληση τα σύννεφ’ είχες κάνει να μην το ρίχνουν το νερό π’
ανάμεν’ όλ’ η πλάση,
μεσίτευε για χάρη μας στον Άγιο Θεό μας που σαν Αυτόν
φιλάνθρωπος δεν είν’ άλλος κανένας.
Οίκοι
α΄. Σαν έβλεπε στην Του Θεού τόση φιλανθρωπία οι άνθρωποι να απαντούν μ’ άδικο κι ανομία,
συγχύζονταν και θύμωνε ο Αϊ-Προφήτ’ Ηλίας
κι άσπλαχνα λόγια αρχίνησε στον Εύσπλαχνο να λέει.
«Πώς τώρα δεν οργίζεσαι», κραύγαζ’ απεγνωσμένος, «μ’ όλους τους που Σ’ αρνήθηκαν;
[Δεν είσ’ Εσύ πανδίκαιος κριτής του κόσμου όλου;».
Παρ’ όλα αυτά, δεν μπόρεσε ο Άγιος Προφήτης την ευσπλαχνία τ’ Αγαθού κάπως να την
[μετριάσει∙ και με τα λόγια τα πικρά να Τον παρακινήσει κείνους που Τον αρνήθηκαν
[σκληρά να τιμωρήσει.
Ότι όλων τη μετάνοια πάντοτε αναμένει μ’ αγάπη και μ’ υπομονή ο Άγιος Θεός μας που σαν
[Αυτόν
φιλάνθρωπος δεν είν’ άλλος κανένας.
β΄. Καθώς θωρούσε όλη τη γη να είναι βουτηγμένη στην αμαρτία την πολλή και στην
[παρανομία,
κι από την άλλη ο Ύψιστος διόλου να μην θυμώνει και όλα να τ’ ανέχεται μ’ υπομονή
[μεγάλη,
δεν τ’ άντεξε ο Προφήτης μας κι ο ζήλος τον πυρώνει κι αρχίζει τα παράπονα στον
[εύσπλαχνο Θεό μας.
«Εγώ Την εξουσία Σου τώρα θε να τους δείξω, και την ασέβεια αυτών που – δεν μπορεί! – Σ’
[οργίζουν, για χάρη Σου μονάχος μου τώρα θα τιμωρήσω.
Την άμετρή Σου ανοχή περνούν γι’ αδυναμία, φτάνουν να Σε περιφρονούν και δεν Σε
[λογαριάζουν
ως εύσπλαχνο Πατέρα τους.
[Μα Συ απ’ την άλλη τούς πονάς, ότι όλ’ είναι παιδιά Σου και όλα τους τα συχωρνάς κι
[όλα τα παραβλέπεις σαν να ‘σουνα για όλους τους φιλόστοργος γονέας που σαν αυτόν φιλάνθρωπος δεν είν’ άλλος κανένας.
γ΄. Δικαστής εγώ θα γίνω για λογαριασμό του Πλάστη και τους ασεβείς του κόσμου όλους
[θα τους αφανίσω.
Τέλος πάντων, θα σκεφτόμουν όποια πρέπει τιμωρία, μα διστάζω από την άλλη… Πώς
[ενάντια να πάω στου Θεού την καλοσύνη;
Άπειρη φιλανθρωπία! Λίγα δάκρυα άμα ρίξεις; Πάει… σε έχει συγχωρήσει.
Μπρος σε τέτοια αγαθοσύνη, τι μπορώ να επινοήσω και τον οίκτο – αυτό το έλεος
[π’ ασταμάτητ’ αναβλύζει – προς στιγμή να σταματήσω;
Από πριν να Τον δεσμεύσω, σκέφτομαι εγώ, με όρκο για ό,τι βούλευμα κι αν βγάλω∙
[έτσι, ο Δίκαιος θα διστάσει την απόφαση που πήρα έτσι απλά να καταργήσει.
Το αντίθετο, θα πρέπει να μου την επικυρώσει ως των πάντων Βασιλέας και της κτίσεως
[κυβερνήτης,
[ως ο Κύριος και Θεός μας ο Μοναδικός ο Ένας που σαν Αυτόν
φιλάνθρωπος δεν είν’ άλλος κανένας».
δ΄. Σαν το νόμο είναι κι ο όρκος∙ αν τυχόν και το προβλέπει κάθε ζήτημα που κρίνεις, τότε
[εύλογο είν’ να πούμε πως της κρίσεως προηγείται κι ως προοίμιο θα στέκει σ’ ό,τι
βούλευμα κι αν βγάλεις.
Αλλ’ ας έρθει όποιος θέλει ν’ ανατρέξουμε στη Βίβλο, για να δούμε εκεί τι γράφει∙ έτσι, θα
[αντιληφθούμε πιο καλά αυτό το θέμα.
Όπως ήταν οργισμένος, σύμφωνα με τα γραμμένα, νά τι είπε ο Προφήτης, νά τι είπε εν είδει
[όρκου:
«Εις του Θεού το όνομα του ζωντανού Κυρίου: ούτε βροχή ούτε κι αυτή η πρωινή δροσούλα
[δεν πρόκειται να κατεβεί χωρίς την άδειά μου».
Αλλά ευθύς ο Βασιλιάς των Πάντων αποκρίθη και στον Αϊ-Λια ο Δυνατός αυτά τα λόγια του
[είπε: «Αν δω, πάντως, μετάνοια
και δάκρυα ν’ αναβρύζουν, δεν το μπορώ καθ’ άνθρωπο να μην τον συγχωρήσω, γιατ’ ως εμέ
φιλάνθρωπος δεν είν’ άλλος κανένας».
ε΄. Ευθύς τότ’ ο Προφήτης μας με ρητορεία περίσσεια προβάλλει επιχειρήματα για την αξία
[του όρκου.
«Στο όνομά Σου ορκίστηκα εγώ, ενώπιόν Σου∙ σε Σε των πάντων τον Θεό, Πανάγιε Δεσπότη,
πως η βροχή δεν θα δοθεί, αν δεν το επιτρέψω.
Όταν θα δω στ’ αληθινά λαό μετανιωμένο, τότε εγώ ο ίδιος μου θα Σε παρακαλέσω.
Έτσι λοιπόν Πανδίκαιε, δικαιοδοσία δεν έχεις να ματαιώσεις τώρα Εσύ αυτήν την καταδίκη
[που μ’ όρκο τους επέβαλα.
Μόν’ φύλαξε τον όρκο αυτόν και επισφράγισέ τον.
[Την τόση ευσπλαχνία Σου τώρα μετρίασέ την∙ κι ας είσαι ο Δημιουργός, ο Μέγας Ελεήμων
[που σαν Εσέ
φιλάνθρωπος δεν είν’ άλλος κανένας».
ς΄. Κι έτσι τη γη την άνυδρη η πείνα περισφίγγει κι οι κάτοικοί της οι φτωχοί πηγαίνουν στο
[χαμό τους.
Και όλο θρηνούνε γοερά κι υψώνουνε τα χέρια και απ’ τον πολυεύσπλαχνο Θεό ζητάνε να
[τους σώσει.
Ανάμεσα σ’ αυτά τα δυο στενεύτηκ’ ο Δεσπότης:
κειους που Τον θερμοπαρακάλαγαν να σπλαχνιστεί μπορούσε, ν’ ανοίξει αμέσως τους κρουνούς του άπειρού Του ελέους,
μ’ από την άλλη σκέφτονταν τον όρκο του Προφήτη, να σεβαστεί τη δέσμευση, βροχή να
[μην τους δώσει.
Στο τέλος όπως γίνεται μ’ όλα τα σχέδιά Του, έπλεξε μια κατάσταση πρόφαση να Του
[δώσει, ώστ’ η παιδαγωγία Του σ’ όλους καλό να κάνει∙ κι ας ήταν μες στο σχέδιο και
[κάποια στενοχώρια και κάποια θλίψη στην ψυχή του Άγιου Προφήτη.
[Ότι έτσι είναι τα πλάνα Του και έτσι σχεδιάζει η τέλεια αγάπη του Θεού, κι αυτό όσοι το
[ξέρουν λένε με πάσα σιγουριά και με μεγάλη πίστη πως σαν Αυτόν
φιλάνθρωπος δεν είν’ άλλος κανένας.