Πολλές φορές και για χιλιάδες ανθρώπους η μουσική του Μάνου Χατζιδάκι είναι ένα νοσταλγικό ταξίδι. Άλλοτε έχει όχημα μόνο τις νότες και το σιγανό μουρμούρισμα της ευχαρίστησης, άλλοτε κουβαλά μαζί συναισθήματα, αναμνήσεις, εικόνες, κι όλα εκείνα που αναζητούν όσοι νιώθουν ότι μπορούν να εκφραστούν μέσα από τα έργα του μεγάλου Έλληνα μουσικοσυνθέτη.
Ελάχιστες όμως φορές, και λιγοστοί άνθρωποι, στο νοσταλγικό ταξίδι της μουσικής του θα βρουν εκείνη τη μικρή σκέψη, εκείνη τη μικρή διαδρομή που γυρνάει πίσω στο Χρόνο του Μάνου Χατζιδάκι και «οδηγεί στης ζωής του το ταξίδι», πίσω εκεί που συναντήθηκε πρώτη φορά με τις νότες, στο σπίτι όπου γεννήθηκε, στις παρυφές της παλιάς πόλης της Ξάνθης, εκεί όπου πέρασε τα παιδικά του χρόνια και που μόνο αν το επισκεφθεί κάποιος μπορεί ίσως να κατανοήσει περισσότερο τη ζωή και την πορεία του μουσικού έργου του κορυφαίου Έλληνα δημιουργού.
Η εκ βάθρων ανακαίνιση του εντυπωσιακού κτίσματος που για χρόνια ήταν εγκαταλειμμένο και παραμελημένο, αποτέλεσε ίσως μια από τις πιο… πρόσφατες αποκαλύψεις μιας ακόμα άγνωστης πτυχής της πλούσιας ιστορίας της πόλης με τα χίλια χρώματα.
Η Ξάνθη και οι άνθρωποί της, όλους τους προηγούμενους μήνες πέρασαν μια μεγάλη δοκιμασία λόγω της πανδημίας του κορονοϊού. Η τοπική κοινωνία είδε να αναβάλλονται μεγάλες διοργανώσεις, όπως το καρναβάλι και οι Γιορτές της Παλιάς Πόλης. Η αναβολή αυτών των σημαντικών πολιτιστικών εκδηλώσεων «πλήγωσαν» τον πυρήνα της τοπικής κοινωνίας και την εξωστρέφειά της. Τώρα όμως που οι δύσκολες μέρες άρχισαν σταδιακά να περνούν, μια επίσκεψη στο σπίτι του Μάνου Χατζιδάκι αποτελεί την καλύτερη απόδειξη πως η πόλη δεν ξεχνάει όσα της δίνουν ζωή, ελπίδα, δύναμη, προοπτική. Και όλα αυτά συμπυκνώνονται σε μια λέξη: Πολιτισμός.
Ένα ανεκτίμητο έργο τέχνης
Λίγες μέρες πριν από την επίσημη επαναλειτουργία του Πολύωρου Τέχνης και Σκέψης, του αρχοντικού «Grand Maison», της οικίας του Μάνου Χατζιδάκι όπως είναι πλέον γνωστό (παρέμενε κλειστό λόγω της πανδημίας του κορονοϊού) το ΑΠΕ-ΜΠΕ ξεναγήθηκε από τον πρόεδρο της Επιτροπής Διαχείρισης του Πολυχώρου, τον Μιχάλη Πουσπουρίκα, και την πάντα δραστήρια Ξανθιώτισσα ξεναγό και μουσειολόγο Νατάσα Μιχαηλίδου.
Καθώς ο επισκέπτης διαβαίνει την κεντρική είσοδο του κτηρίου νιώθει δέος και θαυμασμό για τον πλούσιο αρχιτεκτονικό διάκοσμό του, τις εντυπωσιακές τοιχογραφίες και οροφογραφίες, τα μωσαϊκά δάπεδα και τα υαλοστάσια.
Το κτήριο αυτό, τόσο εξωτερικά όσο και εσωτερικά, είναι ένα ανεκτίμητο έργο τέχνης. Και ως ιστορικό διατηρητέο μνημείο σήμερα, μετά τις ουσιαστικές παρεμβάσεις που έγιναν, αποτελεί πλέον στολίδι μεγάλης αξίας για την πόλη. Ο Μιχάλης Πουσπουρίκας δεν κρύβει ότι μέχρι να προχωρήσουν τα έργα ανάδειξης του κτηρίου και να γίνει γνωστό ότι επρόκειτο για το σπίτι του Μάνου Χατζιδάκι, όλοι οι Ξανθιώτες το γνώριζαν ως το φρουραρχείο, αφού στο ισόγειο στεγάζονται οι υπηρεσίες του στρατού.
Ο αείμνηστος νομάρχης Ξάνθης και μετέπειτα περιφερειάρχης Γιώργος Παυλίδης ήταν ο άνθρωπος που το 2000 έθεσε τις βάσεις για την αποκατάσταση του κτηρίου, με την ευκαιρία της ανάδειξης του μεγάλου δημιουργού ως προσωπικότητα του 20ού αιώνα για την Ξάνθη.
Σήμερα, είκοσι χρόνια μετά, οι τοπικές Αρχές και οι πολίτες πρέπει να νιώθουν περήφανοι που η πόλη προσφέρει ως παρακαταθήκη στις επόμενες γενιές και τους πολυάριθμους επισκέπτες της έναν χώρο υψηλής αρχιτεκτονικής και πολιτιστικής αξίας, ικανό να φιλοξενήσει πλειάδα αξιόλογων εκδηλώσεων. […]
Η ιστορία του μεγάλου σπιτιού
Μια ξενάγηση στους εντυπωσιακούς χώρους του κτηρίου αποτελεί τροφή για συλλογισμό, προβληματισμό, αναζήτηση, ανταλλαγή απόψεων πάνω σε θέματα που σχετίζονται με την πολιτιστική ανάπτυξη όχι μόνο της Ξάνθης αλλά και της πατρίδας μας γενικότερα. Είναι ένας χώρος όπου θα συναντιούνται πολίτες για να συνθέσουν μια «Νέα Αφήγηση», κάτω από τη γόνιμη και αποφασιστική επίδραση του οικουμενικού μουσικού έργου του Μάνου Χατζιδάκι.
Το κτήριο χτίστηκε στα τέλη του 18ου αιώνα, την ίδια περίοδο που έγινε και η βίλα Αλλατίνι στην Θεσσαλονίκη.
Όπως εξηγεί η Νατάσα Μιχαηλίδου μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, «το κτήριο ήταν ιδιοκτησία του Ισαάκ Δανιέλ, ενός εβραίου ο οποίος ήταν ανάμεσα στους πιο πλούσιους ανθρώπους εκείνης της εποχής. Το επάγγελμά του ήταν χρηματιστής, και ταυτόχρονα ασχολούνταν με το καπνεμπόριο και τις μεσιτείες. Αγόρασε το κτήριο και το έκτισε σε δυο φάσεις. Είναι ίσως το πλέον χαρακτηριστικό δείγμα αποτύπωσης της κοσμοπολίτικης αντίληψης της Ξάνθης των αρχών του προηγούμενου αιώνα στην αρχιτεκτονική. Δεν είναι άλλωστε τυχαίο ότι το σπίτι χτίστηκε σε προνομιακή θέση, πάνω σε ύψωμα, για να έχει θέα σε όλη την έκταση της τότε πόλης, αν και σήμερα δυστυχώς η θέα έχει περιοριστεί πολύ λόγω των πολυκατοικιών που έχουν ανεγερθεί».
Η εξαιρετική αναπαλαίωση του σπιτιού αναβιώνει με τον πιο έξοχο τρόπο το πνεύμα της ξακουστής περιόδου της πόλης στον παραδοσιακό της οικισμό, όπως και το πολιτισμικό και κοινωνικό μωσαϊκό εκείνης της περιόδου. Μετά το θάνατο του Ισαάκ Δανιέλ, το κτήριο πέρασε στα χέρια των παιδιών του, επειδή όμως δεν ήταν σε θέση να πληρώσουν το φόρο κληρονομιάς, το υπουργείο Οικονομικών πήρε το κτήριο και το μετέτρεψε στην Εφορία της εποχής. Έπειτα, όταν ο Εμφύλιος έλαβε τέλος, παραχωρήθηκε στο στρατό και ήταν το φρουραρχείο της πόλης. […]
Σήμερα, ο Πολυχώρος Τέχνης και Σκέψης λειτουργεί με τη συμβολή της Επιτροπής Διαχείρισης που ορίστηκε από τον περιφερειάρχη Χρήστο Μέτιο, και όλοι όσοι συμμετέχουν σε αυτήν προσφέρουν τις υπηρεσίες τους εθελοντικά. Το μόνο σίγουρο είναι ότι το εντυπωσιακό αυτό κτίσμα στο ιστορικό κέντρο της Ξάνθης –και σε μικρή απόσταση από τον εμπορικό και διοικητικό πυρήνα της– θα είναι εφεξής συνυφασμένο με την παρουσία του μεγάλου Έλληνα μουσικοσυνθέτη στην πόλη.
Διαβάστε περισσότερα εδώ.
- Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ / Β. Λωλίδης.