Κοντάκιο του Αγίου Ρωμανού του Μελωδού. Ελεύθερη απόδοση στη σύγχρονη μορφή της γλώσσας μας.
Προοίμιο
Από τους σπόρους που έσπειρε ο ουράνιος σπορέας,
πρώτος απ’ όλους είσ’ εσύ στο χώμα φυτεμένος, εσύ ο Πρωτομάρτυρας ο
[μυριοπαινεμένος.
Για τον Χριστό πρώτος εσύ
ο τρισευλογημένος το αίμα σου το έχυσες πάνω στην έρμη γη μας.
Κι Αυτός… ψηλά εκεί στους ουρανούς, εσένα πρώτ’ απ’ όλους
[στην κεφαλή σε έστεψε με στέφανο της νίκης·
ότι των του Χριστού αθλητών πρώτος εσύ υπάρχεις.
Στεφανηφόρος στέκεσαι στο νέφος των Αγίων·
στους αθλοφόρους μάρτυρες πρώτος μέσα στους πρώτους.
Οίκοι
α΄. Κάθομαι και παρατηρώ του παραδείσου τ’ άνθη… Με τη γλυκιά ευωδία τους
γεμίζει όλ’ η οικουμένη· και τούτο το παράδοξο θέαμα με θαμπώνει.
Μέσα στο καταχείμωνο και μες στην παγωνιά φαίνεται να ανθίζουνε αυτά πιο ζωηρά –
[τα λούλουδα που ξέρουμε της γης μας τα κοινά, πράγματα τέτοια θαυμαστά δεν
συνηθούν να κάνουν.
Τέτοιο άνθος υπερκόσμιο π’ άνθισε απ’ όλα πρώτο, υπήρξ’ αυτός ο μάρτυρας της
[πίστης του Χριστού μας.
Την πύλη πρώτος άνοιξε που απ’ εκεί περνάνε, όλοι όσοι άθλους κάνουνε
[θεοπρεπείς, γενναίους
κι ανθίζουν μες τους παγετούς μαρτυρικών βασάνων.
[Τη διαδρομή τη σίγουρη που στον Χριστό οδηγεί, αυτός πρώτος την δείχνει
σ’ όλους που θέλουν και μπορούν στους άθλους να του μοιάσουν.
Δίκαια τη θέση του κρατεί τώρ’ ως αλυτάρχης στα στάδια που δίνονται του
[αγιασμού οι αγώνες,
αυτός που αγωνίστηκε και τώρα δοξασμένος με στέφανο στην κεφαλή στέκει
ακτινοβολώντας,
στους αθλοφόρους μάρτυρες πρώτος μέσα στους πρώτους.
β’. Οι του Χριστού μας μαθητές οι πρώτοι όλοι αντάμα, αυτόν ως αξιοσέβαστο,
[παραδεκτό στους πάντες, πάνε και τον εκλέγουνε και διάκονο τον χρίζουν,
για να ’ναι απερίσπαστοι και να αφοσιωθούν τελείως, ώστε το ευαγγέλιο να κηρυχτεί
[στα έθνη· στον Πρόχορο,
στον Φίλιππο, σε μερικούς ακόμα –μαζί τους και στον Στέφανο– καθήκον αναθέτουν
όλοι τους να υπηρετούν κοινή τραπεζαρία – τον άρτο τον επιούσιο π΄ όλοι έχουν
[ανάγκη.
Κι εκείνος ο μακάριος –άξιος οικοδεσπότης– φροντίδα δεν τους πρόσφερε στενά περιορισμένη μονάχα ως προς τα βρώματα κι ως προς τι θα φάνε, ότι φθαρτοί ’ναι
[οι βροτοί, φθαρτά τα βρώματά τους·
κι αυτά που τρέφουν την ψυχή, πάντοτε και στους πάντες
έδινε αυτός μιλώντας τους
με λόγια φωτισμένα για του Χριστού τα θαύματα τα θεία, τα θαυμάσια.
[Γι’ αυτό στέκει περίλαμπρος, καθόλα τιμημένος
στους αθλοφόρους μάρτυρες πρώτος μέσα στους πρώτους.
γ΄. Απ’ του Χριστού τη δύναμη, την αγιασμένη Χάρη το μέσα του υπερχείλιζε.
Μεγάλα θαύματα έκανε. Και του Θεού τη δύναμη φανέρωνε στον κόσμο, μπροστά
[στα μάτια των πιστών ο Στέφανος ο Θείος.
Γι’ αυτό, κι όλοι τον βλέπανε με τη μορφή αγγέλου μέσα στο φως να λούζεται της Χάρης του Κυρίου.
Κι ήταν ως να εξέπεμπε ακτίνες όπως ο ήλιος, που φώτιζαν και λάμπρυναν την πίστη
[όλων εκείνων που του Χριστού τις εντολές ασάλευτα τηρούσαν.
Εκείνους που εχθρεύονταν τον Ιησού, ωστόσο, οι ακτίνες τούς καρβούνιαζαν, τους έκαιγαν τελείως·
κι έτσι η παραφροσύνη τους ολάκερη φαινόταν και ντροπιασμένη στέκονταν, γυμνή,
[ξευτελισμένη.
Γι’ αυτό ειν’ εκεί περίλαμπρος, καθόλα τιμημένος
στους αθλοφόρους μάρτυρες πρώτος μέσα στους πρώτους.
δ΄. Κι αυτόν σαν τον συλλάβανε οι που μισούν τα Θεία και τον τραβολογούσανε στη
[μαύρη σύναξή τους, λόγια πικρά του λέγανε και τον κατηγορούσαν:
«Γιά δείτε εδώ τι πιάσαμε σήμερα και κρατάμε! Του Ιησού υποστηρικτή και
[χαλαστή του νόμου!
Τον Μωυσή μας πρόσβαλε, τον νόμο ακυρώνει και παραδέχεται Θεό κείνον εκεί τον
[πλάνο».
Κι αμέσως πήρανε φωτιά οι φθονεροί, οι οργίλοι, κι αμέσως τ’ αποφάσισαν κι όλοι
[μαζί κραυγάζουν: «Αν είναι έτσι»,
είπανε, «αν είναι έτσι», λένε, «θα σε πετροβολήσουμε μέχρις που να πεθάνεις».
Και τότ’ εκείνος του Θεού ο διαλεχτός στρατιώτης με θάρρος αντιγύρισε κι αυτά είναι
[που τους είπε:
«Προδότες είστε μια ζωή και δολεροί φονιάδες·
ως τώρα δεν αφήσατε προφήτη για προφήτη, ούτ’ ένας τους δεν γλίτωσε απ’ τα δικά
[σας χέρια·
πού είναι το περίεργο; Σκοτώστε με κι εμένα· έτσι μου το ’χει να χαθώ, έτσι το ’χει να
[πάω
στους αθλοφόρους μάρτυρες πρώτος μέσα στους πρώτους.
ε΄. «Εδώ εσείς τον Άγιο, τον Δίκαιο κι Αληθινό Θεό μας,
χωρίς ποτέ Του τίποτα άδικο να σας κάνει,
βλέποντάς τον με θαύματα να ευεργετεί τον κόσμο, σκυλιάζατε και τρίζατε τα δόντια
[σας με μίσος.
Σαν βλέπατε αρρώστιες να θεραπεύει Εκείνος, η αρρώστια σας η ανίατη σας έτρωγε
[τα μέσα.
Έτσι πνευματικά τυφλοί που είσαστε ατοί σας, βλέποντας τον από γεννησιμιού τυφλό το φως δωρεάν να παίρνει
[απ’ τον καλό μας τον Χριστό, θυμώνατε και πάλι,
γι’ αυτό και τρόπους ψάχνατε με τ’ άνομο μυαλό σας για να τον κατατρέχετε.
[Μα και με τον παράλυτο, στον νου οι παραλυμένοι, τα ίδια πάλι κάνατε·
κι ας είδατε μπροστά σας τον μέχρι πριν κατάκοιτο στα πόδια του να στέκει και
[το κρεββάτι λάφυρο να κουβαλά στην πλάτη.
Εμπρός, λοιπόν, τι κάθεστε; Κάντε το και σε μένα αυτό που ξέρετε καλά. Σκοτώστε
με κι ας πάω· στεφανηφόρος θα βρεθώ κι αρχή εγώ θα κάνω
στους αθλοφόρους μάρτυρες πρώτος μέσα στους πρώτους.