Σε έξι νοσοκομεία θα πραγματοποιηθεί στην Ελλάδα η πολυκεντρική μελέτη φάσης 2, που αφορά στη χορήγηση πλάσματος ιαθέντων από τη νόσο Covid-19 σε τουλάχιστον 60 ασθενείς. Το τελικό πρωτόκολλο, όπως είπε μιλώντας στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ο κύριος ερευνητής και πρύτανης του ΕΚΠΑ Θάνος Δημόπουλος, έχει ήδη εγκριθεί από την αρμόδια επιτροπή του υπουργείου Υγείας και από το «Αλεξάνδρα» που θα λάβει μέρος. Αναμένεται η έγκριση από τα άλλα πέντε νοσοκομεία («Ευαγγελισμός», «Αττικόν», Πάτρας, «Σωτηρία» και «Άγιος Σάββας». Επίσης, σημαντικό ρόλο θα παίξουν το Εθνικό Κέντρο Αιμοδοσίας, το Ινστιτούτο Παστέρ, αλλά και ο καθηγητής Γιώργος Παυλάκης από το Εθνικό Ινστιτούτο Καρκίνου (NCI) των ΗΠΑ.
Δημόπουλος: Με δεδομένη την υψηλή μεταδοτικότητα της νόσου και την υψηλή θνητότητα των ευπαθών ομάδων, καθίσταται επιτακτική η ανάγκη για άμεσα διαθέσιμες θεραπείες.
«Η εν λόγω μέθοδος κινείται προς αυτή την κατεύθυνση, εφόσον ένας σημαντικός αριθμός ατόμων έχει αναρρώσει και μπορεί να χρησιμεύσει ως δότης πλάσματος, το οποίο περιέχει αντισώματα έναντι του SARS-CoV-2», τονίζει ο πρύτανης, ο οποίος είναι καθηγητής Ογκολογίας- Αιματολογίας.
Το βασικό στοιχείο που θα καθορίσει την επιτυχία αυτής της προσέγγισης είναι η επιβίωση των ασθενών στις τρεις εβδομάδες, στον ένα μήνα, και στους δύο μήνες από την ένταξη στη μελέτη, η οποία θα διαρκέσει 20 μήνες.
«Το πλάσμα θα συλλεχθεί με πλασμαφαίρεση, στοχεύοντας σε όγκο 600-700 ml ανά συνεδρία αφαίρεσης. Ο όγκος που συλλέγεται μετά από μια πλασμαφαίρεση θα χωριστεί σε τρεις θεραπευτικές μονάδες όγκου 200-233 ml. Κάθε ασθενής λαμβάνει συνολικά τρεις μονάδες διαδοχικά, με απόσταση δύο ημερών μεταξύ τους. Επομένως, η αναλογία είναι ένας δότης ανά έναν ασθενή. Ωστόσο, πολλαπλές συνεδρίες αφαίρεσης ανά δότη είναι εφικτές, και άρα ένας δότης μπορεί να παρέχει πλάσμα για παραπάνω από έναν ασθενή», σημειώνει.
Αρκετές μελέτες, λέει ο Θάνος Δημόπουλος, έχουν δείξει ότι η έγχυση πλάσματος από αναρρώσαντες σε νοσούντες οδήγησε σε μείωση της παραμονής στο νοσοκομείο και μείωση της θνητότητας από την περίοδο της Ισπανικής Γρίπης το 1918, έως και τη σύγχρονη εποχή στις επιδημίες Sars και Mers, αλλά και στη πανδημία της influenza A H1N1 το 2009.
Παρόμοιες κλινικές μελέτες, πάντως, αυτή τη στιγμή γίνονται σε πολλές χώρες, όπως στις ΗΠΑ, τη Γερμανία, την Ιταλία, την Κίνα, και αλλού.